Στην τελευταία στροφή του Μνημονίου εισήλθε πλέον η χώρα. Κυβέρνηση και θεσμοί βρίσκονται σε πυρετό διαβουλεύσεων για το μεταμνημονιακό πλαίσιο εποπτείας της οικονομίας, το οποίο θα είναι αυστηρό ως το 2022, και τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους που θα συνδεθούν ευθέως με την υλοποίηση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και την ολοκλήρωση των μεταρρυθμίσεων που βρίσκονται στη μέση.
Οι επαφές ήδη ξεκίνησαν σε Βρυξέλλες και Βερολίνο. Το προσεχές δεκαήμερο είναι κρίσιμο, καθώς θα συνεχιστούν στην Ουάσιγκτον για να κλείσει ο κύκλος στο άτυπο Eurogroup της Σόφιας.
Οπως ήδη διαπιστώνεται, τα ανοιχτά μέτωπα είναι πολλά και η δυσπιστία για το ελληνικό «success story» έντονη στις χώρες του Βορρά που θέλουν να αποτρέψουν διολίσθηση της Ελλάδας στην παροχολογία και στη δημοσιονομική χαλάρωση.
Ρόλο-κλειδί στις εξελίξεις έχει το Eurogroup και ασφαλώς το Euro Working Group στο οποίο την περασμένη Τετάρτη συζητήθηκαν για πρώτη φορά επίσημα τα τρία ανοιχτά ζητήματα:
1. Ολα τα σενάρια και τα μέτρα (κεφαλαιοποίηση τόκων, επιμήκυνση δανείων, προεξόφληση διακρατικών δανείων και δανείων ΔΝΤ) που μπορούν να καταστήσουν βιώσιμο το ελληνικό χρέος με ορίζοντα το 2050.
Η σοβαρή αυτή εργασία που έχει βάθος δύο ετών παρουσιάστηκε από τους εκπροσώπους του ESM που έχουν όλα τα δεδομένα για το χρέος και έχουν εφαρμόσει μέχρι τώρα επιτυχώς τα βραχυπρόθεσμα μέτρα (αναχρηματοδότηση δανείων με χαμηλότερα επιτόκια, «κλείδωμα» επιτοκίων δανεισμού) και έχουν συντονίσει από κοινού με τον ΟΔΔΗΧ τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης (swap των παλιών ομολόγων και τις τρεις νέες εκδόσεις).
Οπως σημειώνουν στελέχη που συμμετέχουν σε αυτή τη διαδικασία πλέον ο όρος «βιωσιμότητα του χρέους» δεν απεικονίζεται με την κλασική προβολή του λόγου χρέους προς το ΑΕΠ, αλλά θα λογίζεται με βάση τον ρυθμό ανάπτυξης της οικονομίας και το κυριότερο, με τις χαμηλές ελεγχόμενες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας μας τουλάχιστον μέχρι το 2030.
2. Ο μηχανισμός παρακολούθησης της ελληνικής οικονομίας μετά την εκπνοή του Μνημονίου. Σε αυτό το κεφάλαιο συζητήθηκαν όλες οι εναλλακτικές και σε αυτό που φαίνεται να καταλήγουν οι θεσμοί είναι ότι πρέπει να στηριχθεί στο θεσμικό πλαίσιο που δημιουργήθηκε τα χρόνια της κρίσης για όλες τις ευρωπαϊκές χώρες, το λεγόμενο «ευρωπαϊκό εξάμηνο» και στην εμπειρία της Κύπρου και της Πορτογαλίας.
Αυτό σημαίνει ότι οι έλεγχοι θα είναι τακτικοί (ανά τρίμηνο) και η δημοσιονομική πορεία της χώρας και οι μεταρρυθμίσεις, όπως αποτυπώνονται στο σχέδιο προϋπολογισμού και τον προϋπολογισμό, θα έρχονται προς έγκριση στο Eurogroup.
3. Οι άξονες του αναπτυξιακού σχεδίου το οποίο παρουσίασε ο Γιώργος Χουλιαράκης, και το οποίο κατ’ ουσίαν θα αποτελέσει και το προεκλογικό πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ, δεδομένου ότι αυτό θα δεσμεύει (τουλάχιστον) την κυβέρνηση που το υπογράφει.
Πέραν των ιδιωτικοποιήσεων και την πιστή τήρηση του χρονοδιαγράμματος που έχει ήδη συμφωνηθεί, η κυβέρνηση δεσμεύεται για μεταρρυθμίσεις που θα οδηγούν στην προσέλκυση επενδύσεων και στην ανάπτυξη της βιομηχανίας.
Οπως αναφέρεται, «η ελληνική κυβέρνηση θέλει να προσελκύσει επενδυτές μέσω περαιτέρω μεταρρυθμίσεων στη δημόσια διοίκηση και με μια μεταρρύθμιση της Δικαιοσύνης, που θα στοχεύει σε ταχύτερες διαδικασίες και σε μεγαλύτερη ασφάλεια δικαίου. Τομείς-κλειδιά με ιδιαίτερη αναπτυξιακή δυναμική θεωρούνται ο τουρισμός, η υλικοτεχνική υποστήριξη και η ενεργειακή οικονομία.
Η προώθηση επενδύσεων θα πρέπει μελλοντικά να στραφεί περισσότερο προς τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις».
Και ο Ευκλείδης Τσακαλώτος κατά την πολύωρη συνάντηση που είχε με τον νέο γερμανό υπουργό Οικονομικών Ολαφ Σολτς παρουσίασε τις αναπτυξιακές προτεραιότητες της κυβέρνησης.
Το σχέδιο το οποίο θα ολοκληρωθεί μετά τις παρατηρήσεις των θεσμών αναμένεται να παρουσιαστεί επίσημα από τον κ. Τσακαλώτο στην προσεχή συνεδρίαση του Eurogroup στη Σόφια στις 27 Απριλίου.
Οροι και ορόσημα
Το κρίσιμο ζήτημα στην τελευταία αυτή στροφή του Μνημονίου παραμένει η μεταμνημονιακή παρακολούθηση της χώρας μας.
Πώς δηλαδή οι Ευρωπαίοι και το ΔΝΤ θα παρακολουθούν την πορεία των μεταρρυθμίσεων που δεν έχουν ολοκληρωθεί, πώς θα παρεμβαίνουν σε τυχόν αποκλίσεις από τους δημοσιονομικούς στόχους και τα χρονοδιαγράμματα.
Ο κ. Τσακαλώτος αναγνωρίζει ως προφανές ότι «μερικές χώρες μάς εμπιστεύονται λιγότερο και θα ήθελαν conditionality» (κάποιους όρους).
Αυτό που συζητείται είναι ένα πρόγραμμα μεταμνημονιακής παρακολούθησης με κορμό τα μέτρα που συμφωνήθηκαν με τους θεσμούς και δεν μπορούν να τελειώσουν για τεχνικούς λόγους είτε μέχρι το Eurogroup της 21ης Ιουνίου είτε μέχρι τις 21 Αυγούστου που τελειώνει το πρόγραμμα (π.χ. τομεάρχες στο Δημόσιο, Κτηματολόγιο, άδεια καζίνο που είναι προϋπόθεση για την ανταλλαγή μετοχών στο Ελληνικό κ.λπ.).
Εγκυρες πληροφορίες λένε ότι το «conditionality» δεν μπορεί να συνδεθεί ευθέως με τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, καθώς με αυτόν τον τρόπο θα «ακυρωνόταν αυτόματα» η ελάφρυνση, αλλά μπορεί να γίνει με την επιστροφή στην Ελλάδα των κερδών της ΕΚΤ και των κεντρικών τραπεζών από τη διαχείριση των ομολόγων (προγράμματα SMP και ANFAs) τα οποία λόγω της ανόδου των τιμών των ελληνικών τίτλων έχουν εκτοξευθεί στα εννέα και πλέον δισ. ευρώ.
Μόνο τα κέρδη αυτά και η επιστροφή τους μπορούν να συνδεθούν και να ελαφρύνουν το ελληνικό χρέος έναντι μεταρρυθμίσεων στις αγορές.
Οι ίδιες πληροφορίες λένε ότι στη νέα συμφωνία θα μπουν τουλάχιστον δύο ορόσημα. Το πρώτο έξι μήνες μετά την εκπνοή του Μνημονίου (Μάρτιος 2019) και το δεύτερο 12 μήνες μετά (Σεπτέμβριος 2019).
Το πρώτο ορόσημο θα συνδέεται με την υλοποίηση των προαπαιτούμενων-μεταρρυθμίσεων που δεν θα έχουν ολοκληρωθεί ως το καλοκαίρι και το δεύτερο με την πιστή τήρηση του προγράμματος των ιδιωτικοποιήσεων που έχουν ήδη συμφωνηθεί.
Το αντάλλαγμα θα είναι η εξόφληση των δανείων του ΔΝΤ από τα κέρδη των ομολόγων και το δεύτερο η προεξόφληση των διακρατικών δανείων του πρώτου Μνημονίου.
«Χρυσός κανόνας»
Το βασικό στοιχείο στην επιδιωκόμενη συμφωνία για το χρέος είναι οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας να είναι μικρές μέχρι τότε και να καλύπτονται από διαθέσιμα τουλάχιστον για 18 μήνες. Αυτό υπηρετεί το μαξιλάρι ρευστότητας και τα repos του Δημοσίου.
Ο «χρυσός κανόνας» που αποδέχθηκαν οι Ευρωπαίοι είναι οι τόκοι να σταθεροποιηθούν στο ύψος του 3% του ΑΕΠ ετησίως έτσι ώστε να καλύπτονται από το πρωτογενές πλεόνασμα (3,5% του ΑΕΠ).
Η δεύτερη παράμετρος είναι ότι η Ελλάδα θα καταβάλλει ετησίως ποσό έως 3% του ΑΕΠ για την εξόφληση των δανείων προς τον ESM που έχει συγκεντρώσει τα δύο τρίτα του ελληνικού χρέους (πάνω από 200 δισ. ευρώ).
Γενικότερα για το σύνολο του χρέους που ανέρχεται σε 330 δισ. ευρώ, όπως εξήγησε ο κ. Τσακαλώτος, η ιδέα των Γάλλων είναι να συνδεθεί με το ΑΕΠ.
Μέχρι το 2022 οι δανειακές ανάγκες είναι πολύ χαμηλές και σε μεγάλο βαθμό καλυμμένες.
Μέχρι το 2030 οι χρηματοδοτικές ανάγκες της Ελλάδας δεν θα πρέπει να υπερβαίνουν το 15% του ΑΕΠ και μετά το 2030 το 20%.
Στο πλαίσιο αυτό θα υπάρχει ένας μηχανισμός που θα λέει ότι ο χρόνος ωριμάνσεων των δανείων θα παρατείνεται αν η ανάπτυξη δεν είναι ικανοποιητική. Αν είναι κανονική, τότε θα πληρώνεται αυτό που έχει συμφωνηθεί.
Καθώς όμως υπάρχουν διαφωνίες στις προβλέψεις για τον μελλοντικό ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, αυτό που συμφωνήθηκε είναι οι «ασκήσεις» και τα σενάρια να γίνονται με βάση τον κινητό μέσο όρο της ανάπτυξης που θα προέρχεται από βάθος πενταετίας.
Σε αυτό που θα έχουν στραμμένη την προσοχή τους όλοι, κυβερνήσεις, επενδυτές και αγορές, είναι στην αντίδραση ΔΝΤ επί των τελικών αποφάσεων για το χρέος.
Αν ΔΝΤ και ΕΚΤ σιωπήσουν, αντί να επικροτήσουν δημόσια τις αποφάσεις, αυτό δεν θα είναι ένα καλό σημάδι, και οι επιπτώσεις του θα φανούν στη συνέχεια στο κόστος δανεισμού της χώρας.
Στη γραμμή Σόιμπλε και ο νέος γερμανός υπουργός Οικονομικών
Ενα νέο «μνημόνιο» ζητεί η Γερμανία ως αντάλλαγμα για τη λήψη μέτρων ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Μάλιστα, αλλάζει τον έως τώρα σχεδιασμό υποστηρίζοντας ότι οι τελικές αποφάσεις για τις όποιες παρεμβάσεις μείωσης θα γίνουν μετά το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο και αφού έχει προηγηθεί ανάλυση βιωσιμότητας. Επί της ουσίας ακυρώνεται το χρονοδιάγραμμα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, η οποία διά στόματος Πιερ Μοσκοβισί είχε ανακοινώσει ότι στο Eurogroup της 21ης Ιουνίου θα πρέπει να υπάρξει συνολική συμφωνία για το χρέος, την τελευταία αξιολόγηση και τη μεταμνημονιακή εποπτεία.
Τις προθέσεις του Βερολίνου γνωστοποίησε στον Ευκλείδη Τσακαλώτο ο γερμανός ομόλογός του Ολαφ Σολτς κατά τη διάρκεια της συνάντησής τους το πρωί της Παρασκευής.
Εκεί ο έλληνας υπουργός αντιλήφθηκε ότι η γραμμή της γερμανικής κυβέρνησης, ειδικά όσον αφορά το «ευαίσθητο» θέμα του χρέους, δεν έχει αλλάξει με την αποστρατεία Σόιμπλε.
Η ιστορική στήλη του Βήματος στο inbox σου
Γίνε μέλος του καθημερινού newsletter που αποκαλύπτει όσα συμβαίνουν στο πολιτικό παρασκήνιο και απόκτησε πρόσβαση σε αποκλειστικό περιεχόμενο. Η θέση της Γερμανίας (η οποία σε μεγάλο βαθμό καθορίζει και τις αποφάσεις του Eurogroup) είναι πως οι όποιες λύσεις για το χρέος, ακόμη και η εφαρμογή του γαλλικού μοντέλου σύνδεσης των αποπληρωμών με τον ρυθμό ανάπτυξης, θα πρέπει να συνδυαστούν με συγκεκριμένες δεσμεύσεις της Αθήνας. Δεσμεύσεις που έχουν να κάνουν με την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων, συμπεριλαμβανομένων μέτρων διόρθωσης πιθανών αστοχιών και υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων με έμφαση στις ιδιωτικοποιήσεις.
Ο στόχος είναι να συνδεθεί το χρέος με τη μεταμνημονιακή εποπτεία της Ελλάδος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ