Ευγενία Φακίνου
Νυχτερινή ακρόαση

Εκδόσεις Καστανιώτη, 2018
σελ. 208, τιμή 16 ευρώ

Η θέση την οποία διεκδικεί η γυναικεία παρουσία στα βιβλία της Ευγενίας Φακίνου ορίζει εν πολλοίς και την κοινωνική διάσταση της πεζογραφίας της. Το κοινωνικό στοιχείο δεν προκύπτει τόσο από το παρόν ή από το παρελθόν της γυναικείας ανισότητας, που αυτή καθαυτήν δεν απασχολεί παρά μόνο παρεμπιπτόντως τη συγγραφέα, όσο από την κουλτούρα την οποία φέρουν μαζί τους οι ηρωίδες της. Η διαδοχή των γενεών, που αποτελεί και διαδοχή ιστορικών εποχών, είναι ένα σχήμα στο οποίο καταφεύγει συχνά η Φακίνου, τοποθετώντας τις διάφορες εκδοχές του μεταξύ δύο πόλων. Ο ένας πόλος είναι η τιτάνια σύγκρουση που ξεσπά γύρω από την παράδοση όταν φουντώνουν οι διαφορές των ηλικιών. Ο άλλος πόλος έχει θετικό πρόσημο: οι διαφορές των ηλικιών δεν αποκλείουν εδώ την αυτογνωσία, είτε μιλάμε για τις αρχαιότερες είτε για τις νεότερες γενιές, επιτρέποντας την άρση των αναμεταξύ τους αντιθέσεων και τη ζωτική τους συνεννόηση. Υπάρχει όμως και ένα άλλο δίπολο, όπου οι γυναίκες θα αποδειχθούν ικανές μέσα από την αστεφάνωτη εγκυμοσύνη τους (κατάρα για τις προγενέστερες, ευλογία έστω και μετ’ εμποδίων για τις σημερινές) άλλοτε να στοιχειώσουν και άλλοτε να αναστήσουν τον τόπο στον οποίο έχουν βρεθεί.


Μια γυναίκα αναλαμβάνει πρωταγωνιστικό ρόλο και στο καινούργιο μυθιστόρημα της Φακίνου, με τη διαφορά πως η ηρωίδα περιορίζεται τώρα σε μια παντελώς αφανή θέση, μακριά από συγκρούσεις και δίπολα, όπως και από οποιαδήποτε παράδοση ή διαπάλη γενεών. Η ιστορία της Ελένης είναι η ιστορία μιας ορφανής (χάνει τους γονείς της σε αυτοκινητικό δυστύχημα) που μετακινείται από μια μίζερη και ανώνυμη πολίχνη της επαρχίας στην Αθήνα για να περάσει το υπόλοιπο του χθαμαλού βίου της σε πλήρη απομόνωση: μοδιστρούλα πρώτα δίπλα σε δύο δίδυμες αδελφές και κατόπιν σε ένα εργαστήριο επιδιορθώσεων που έχει καταχρηστικώς αυτοχαρακτηριστεί «ατελιέ», η πρωταγωνίστρια θα μαραζώσει στην πρωτεύουσα. Αφοσιωμένη στον πρώτο, εφηβικό της έρωτα από το χωριό, ο οποίος ακούει στο όνομα Μάξιμος (ένα αγόρι που ονειρεύεται να γίνει φαροφύλακας και που σπεύδει να απομακρύνει με βίαιο τρόπο από κοντά της ο πατέρας του), η Ελένη δεν θα ξεφύγει ποτέ από τον κύκλο της μικροραπτικής της και τις νεανικές της αναμνήσεις, καταλήγοντας να επικοινωνήσει μόνο ύστερα από πολλά χρόνια με τον καλό της μέσω μιας νυχτερινής ραδιοφωνικής εκπομπής. Και όλα θα τελειώσουν ως μια ανεπίλυτη (και πάντως όχι πικρή, ούτε απαγορευτική για το μέλλον) εκκρεμότητα.

Η μετακίνηση από τόπο σε τόπο δεν διαθέτει πλέον κάποιο ανορθωτικό στοιχείο όπως άλλοτε (η Αθήνα δεν είναι μια πολιτεία απελευθέρωσης και ταυτίζεται με τον πλήρη ενταφιασμό), ενώ η μοναδική παράδοση στην οποία εντάσσεται η Ελένη είναι η παράδοση του λογοδοσίματος χωρίς αντίκρισμα. Η Ελένη εκπροσωπεί την απόλυτη μόνωση: ένας γυναικείος χαρακτήρας του οποίου η προχωρημένη εξατομίκευση αγγίζει τα όρια της απάλειψης. Οσο για τη Φακίνου, θα αποδώσει αυτή την τεράστια μοναξιά με τον πλέον λιτό και αδιακόσμητο τρόπο. Χωρίς τις πολλαπλές οπτικές γωνίες ή το πυκνό δίκτυο λογοτεχνικών παραπομπών άλλων βιβλίων της, χωρίς να εναλλάσσει κάθε τόσο τα χρονικά της επίπεδα, αλλά και αποφεύγοντας να επαναλάβει τις προηγούμενες ιστορικές της καταδύσεις, που φθάνουν μέχρι την πρώτη πεντηκονταετία του 20ού ή και τις αρχές του 19ου αιώνα, η συγγραφέας προτιμά μια ευθύγραμμη και καθ’ όλα ρεαλιστική αφήγηση. Μια αφήγηση που αναδεικνύει αποκαλυπτικά απογυμνωμένο τον βασανισμένο ψυχισμό όχι μόνο της Ελένης αλλά και του ευγενικού Μάξιμου, που κατορθώνει να κρατηθεί έστω και την τελευταία στιγμή ολόκληρος από την ύπαρξή της.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ