Στην Ελλάδα, τη χώρα μας έχουμε την αντίληψη ότι το δικό μας κόμμα (όσοι απέμειναν και πιστεύουν σε κόμματα) είναι αυτό που θα κάνει τον τόπο μας καλύτερο, πλουσιότερο, ισχυρότερο.
Δεν υπάρχει τίποτα χειρότερο από αυτή τη λογική.
Μας διαφεύγει όμως μία μικρή λεπτομέρεια: παρότι τα τελευταία χρόνια έχουν περάσει από τη διακυβέρνηση της χώρας κόμματα σχεδόν όλων των αποχρώσεων, η χώρα βρίσκεται σχεδόν στα τάρταρα.
Ας κοιτάξουμε λίγο πίσω στην ιστορία.
Από την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, ό,τι χτίζεται από τη μία κομματική πλευρά, γκρεμίζεται από την άλλη.
Για να γίνω πιο σαφής θέτω το εξής ερώτημα: υπάρχει υπουργός παιδείας από τη διακυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου μέχρι και σήμερα που να μην έχει προβεί σε εκπαιδευτική μεταρρύθμιση; Η απάντηση είναι όχι.
Άλλη ερώτηση: είμαστε ευχαριστημένοι με το επίπεδο της εκπαίδευσής μας σήμερα; Η απάντηση είναι επίσης όχι.
Πως είναι λοιπόν δυνατόν να έχουν γίνει όλες αυτές οι μεταρρυθμίσεις και ακόμα να μην έχουμε αγγίξει το επιθυμητό αποτέλεσμα;
Μα φυσικά γιατί καμία κυβέρνηση και κανένας υπουργός δε τόλμησε να λύσουν τα προβλήματαπάντα έβαζαν μπροστά το κομματικό συμφέρον και όχι το εθνικό συμφέρον.
Και έτσι απλά «πουλάνε» την προσδοκία επίλυσής των προβλημάτων της χώρας προεκλογικά και στο τέλος της τετραετίας –εάν φτάσει- αιτούνται την ψήφο του ελληνικού λαού για να ολοκληρώσουν αυτό που ξεκίνησαν.
Η ιστορία δείχνει ότι αυτό δε συμβαίνει τακτικά.
Αυτό που προσπαθώ να πω με αυτά τα παραδείγματα είναι απλά ότι όταν οι μείζονες, οι σημαντικές, οι δομικές πολιτικές του κράτους γίνονται αντικείμενο προεκλογικών υποσχέσεων και ταξιμάτων τότε είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι παθογένειες διαιωνίζονται και τα προβλήματα περνούν εν είδη σκυτάλης από τον ένα υπουργό στον επόμενο από τη μια κυβέρνηση στην άλλη.
Με αυτόν τον τρόπο υποθηκεύεται σωρευτικά η ισχύς της χώρας.
Και αυτό αποδεικνύεται περίτρανα από την κατάσταση στην οποία έχει επέλθει η πατρίδα μας.
Καλά, θα μου πείτε, τι μπορεί να γίνει για να αλλάξει αυτό;
Ας το πάρουμε λίγο από την αρχή.
Κάθε κράτος πορεύεται ανάλογα με το εθνικό του συμφέρον.
Το εθνικό συμφέρον καθορίζεται από συγκεκριμένες παραμέτρους ανάλογα με τη φυσιογνωμία, τα στοιχεία ισχύος, τις συμμαχίες, τη γεωπολιτική.
Αυτές οι παράμετροι πρέπει να είναι ως επί το πλείστονσταθερές.
Συνεπώς,το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι ως κράτος έχουμε μια και μόνη δυνατότητα, να καθορίσουμε μόνοι μας τους όρους του εθνικού μας συμφέροντος.
Ως εκ τούτου, οι πολιτικές οι οποίες πρέπει να ακολουθήσουμε προκειμένου να επιτύχουμε τους στόχους είναι μια ενιαία στρατηγικήγια το εθνικό συμφέρον.
Ίσως παρατηρήσατε ότι χρησιμοποιώ την λέξη «εθνικό» αρκετά.
Εκεί θεωρώ ότι βρίσκεται και το κλειδί της επιτυχίας.
Δηλαδή, δεν είναι δυνατόν να μην έχουμε ενιαία και δομική εθνική πολιτική για την παιδεία, για την υγεία, για τον πολιτισμό, για τον τουρισμό, για την αγροτική ανάπτυξη, για την τοπική αυτοδιοίκηση, για το περιβάλλον, για τα εξωτερικά μας θέματα κλπ κλπ.
Με αυτό εννοώ ότι οι στόχοι των πολιτικών αυτών θα έπρεπε να είναι αδιαίρετοι και ενιαίοι υπό την έννοια ότι όλα τα κόμματα θα έπρεπε να συναγωνίζονται ως προς το ποιο θα πετύχει αυτούς τους στόχους με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο και τίποτε άλλο.
Αυτό που έχουμε βιώσει μέχρι τώρα είναιμια μόνιμη κατάσταση των πολιτικών και του πολιτικού συστήματος, του ράβε-ξήλωνε προς τέρψη των κομματικών ακροατηρίωντους.
Αυτό ακριβώς είναι που πρέπει να αποφύγουμεέτσι ώστε να υπάρξει από όλους μας στο ελάχιστο η στρατηγική για μια ενιαία ορθολογική ρεαλιστική δυνατή εθνική συνεννόηση.
Ας πάρουμε μια γενναία απόφαση επιτέλους σε αυτό τον τόπο.
Ας αρθούμε στο ύψος των περιστάσεων και ας δούμε για μια φορά πέρα από τα στενά όρια της τετραετίας.
Ας συναποφασίσουμε στη μακροπρόθεσμη στόχευση και την κατάρτιση εθνικών στρατηγικών σε όλα τα θέματα.
Και ας διαφωνήσουμε στο βραχυπρόθεσμο ή στον τρόπο που προσεγγίζει ο καθένας την επίτευξη του συνολικού στόχου.
Υπάρχει περιθώριο για αυτό.
Για αυτό που δεν υπάρχει περιθώριο είναι το χάσιμο χρόνου και οι αλληλοκατηγορίες για το πώς φτάσαμε ως εδώανακαλύπτοντας, ή ακόμα-ακόμα δημιουργώντας ενόχους.
Ας κοιτάξουμε μπροστά καιας γίνουμε όλοι υπηρέτες αυτού του σκοπού.
Και αυτή τη φορά ας το κάνουμε συγκροτημένα.
Αυτό που θα μας πάει μπροστά ως λαό δεν είναι να επενδύσουμε στο κομματικό συμφέρον αλλά στο εθνικό συμφέρον.
Πρέπει επιτέλους να αποκτήσουμε ενιαία στρατηγική για όλα τα εθνικά θέματα. Ο κ. Κώστας Πάσχος είναι καθηγητής