Ασκήσεις… ετοιμότητας κάνουν στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή προκειμένου να εντοπίσουν όλους τουςκινδύνους ενός πιθανού «ατυχήματος»στην πορείατης Ελλάδας προς το τέλος του προγράμματος. Και αυτό καθώς είναι εκφρασμένη η βούληση τόσο του προέδρου της Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερόσο και του αρμόδιου επιτρόπου Πιερ Μοσκοβισίαυτό να ολοκληρωθεί με επιτυχία και να λάβει τέλος το «ελληνικό ζήτημα».
Στην Κομισιόν ανησυχούν για μία σειρά από παράγοντες, όπως η σκληρή στάση την οποία έχει υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα που τη φέρνει σε πολλά ακανθώδη θέματα όπως το χρέος πολύ κοντά στο ΔΝΤ, τα αποτελέσματα των stresstests για τις συστημικές τράπεζες, η αύξηση του γεωπολιτικού ρίσκου εξαιτίας και της στάσης που κρατά η Τουρκία και η… χαλαρότητα με την οποία κυβερνητικά στελέχη αντιμετωπίζουν τις δεσμεύσεις για τα προαπαιτούμενα αλλά και τα μέτρα που θα εφαρμοστούν τη διετία 2019-2020.
Στις Βρυξέλλες εξετάζουν και σενάριο πρόωρων εκλογών ακόμα και πριν από την ολοκλήρωση του προγράμματος (ή αργότερα εντός του τρέχοντος έτους) σε περίπτωση που το Ταμείο εμμείνει στη θέση του να εφαρμοστεί έναν χρόνο νωρίτερα, τον Ιανουάριο του 2019, η μείωση του αφορολογήτου. Απαίτηση την οποία έχει απορρίψει επί του παρόντος η ελληνική κυβέρνηση εκτιμώντας αφενός ότι οι στόχοι για το πρωτογενές πλεόνασμα θα επιτευχθούν χωρίς αποκλίσεις και αφετέρου ότι μια τέτοια απόφαση δεν είναι πολιτικά διαχειρίσιμη .
Αναλυτικότερα, στελέχη της Κομισιόν εντοπίζουν τα σοβαρότερα προβλήματα που πρέπει να αντιμετωπιστούν εντός του προσεχούς διμήνου στα εξής:
l Στη στάση που κρατά η ΕΚΤ, η οποία σε μεγάλο βαθμό «συντάσσεται» με τις θέσεις του ΔΝΤ τόσο για τα δημοσιονομικά όσο και για τις παρεμβάσεις ελάφρυνσης του χρέους. Στο μέτωπο των δημοσιονομικών εκτιμά πως οι στόχοι που έχουν οριοθετηθεί δεν είναι δυνατόν να τεθούν σε νέα διαπραγμάτευση, υποστηρίζοντας μάλιστα πως στη μεταμνημονιακή εποπτεία θα πρέπει να μπει και ρήτρα άμεσης αναθεώρησης του πακέτου που θα συμφωνηθεί σε περίπτωση που αποδειχθεί ότι δεν φέρνει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Οσον αφορά το χρέος, τα μέτρα που θα λάβουν με πολιτικά κριτήρια στην ευρωζώνη θα πρέπει να… ικανοποιούν τους τεχνοκράτες της ΕΚΤ, οι οποίοι θα κληθούν να συντάξουν την έκθεση αξιολόγησης του ελληνικού χρέους. Εκθεση η οποία εκκρεμεί από το φθινόπωρο του 2016. Εδώ και πάρα πολύ καιρό στη Φρανκφούρτη θεωρούν ότι το χρέος δεν είναι βιώσιμο, αυτό δηλαδή που υποστηρίζουν και οι επιτελείς του ΔΝΤ. Πιστεύεται ότι η έκθεση θα ολοκληρωθεί αφού ληφθούν οι αποφάσεις σε επίπεδο Eurogroup. Σε περίπτωση που η ΕΚΤ διατηρήσει τη θέση της για μη βιώσιμο χρέος, είναι βέβαιο ότι ο αρνητικός αντίκτυπος στις αγορές θα είναι τεράστιος. Επί της ουσίας οι χρησμοί ΕΚΤ και ΔΝΤ για τη βιωσιμότητα θα καθορίσουν τα επόμενα βήματα για δανεισμό του Ελληνικού Δημοσίου με ομολογιακές εκδόσεις αλλά και τους όρους αυτών.
l Μεγάλο κεφάλαιο για τους Ευρωπαίους αποτελούν οι ενδείξεις οπισθοδρόμησης του προγράμματος όσον αφορά το μέτωπο των μεταρρυθμίσεων και κυρίως των ιδιωτικοποιήσεων. Από τη μία διαβλέπουν μια χαλαρότητα, η οποία εκπορεύεται όχι από τον καθ’ ύλην αρμόδιο Ευκλείδη Τσακαλώτο αλλά από τη ρητορική που αναπτύσσουν κυβερνητικά στελέχη. Ρητορική που εστιάζει στην «απελευθέρωση» από τα δεινά του Μνημονίου και στη χάραξη μιας αυτόνομης πολιτικής χωρίς την επιβολή όρων από τους εταίρους. Με αυτή την τακτική, όπως σημειώνεται, δυσχεραίνονται κατά πολύ οι διαπραγματεύσεις τόσο για την εκπλήρωση των προαπαιτουμένων όσο και για τις παραμέτρους της επόμενης ημέρας. Οσον αφορά τα προαπαιτούμενα της τέταρτης αξιολόγησης και τη μεγάλη καθυστέρηση που καταγράφεται στην υλοποίησή τους, εκπρόσωποι των θεσμών δεν φαίνεται να ανησυχούν, τουλάχιστον επί του παρόντος. Οπως αναφέρουν, πρόκειται για τη μεγάλη ευκαιρία του Αλέξη Τσίπρα να ολοκληρώσει χωρίς απρόοπτα το πρόγραμμα και δεν θα την αφήσει να πάει χαμένη. Για κάποια «χρονοβόρα» προαπαιτούμενα, όπως είναι για παράδειγμα το Κτηματολόγιο, σημειώνουν ότι είναι δυνατόν να συνδεθούν με το νέο πλαίσιο εποπτείας που θα τεθεί σε ισχύ μετά τις 20 Αυγούστου.

Η ανησυχία για τη στάση της Τουρκίας

Η αύξηση του γεωπολιτικού ρίσκου εξαιτίας της επιδείνωσης των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας απασχολεί εντόνως τους ευρωπαίους εταίρους. Δεν είναι τυχαίο πως στα συμπεράσματα της Συνόδου Κορυφής της 22ας Μαρτίου περιελήφθησαν αυστηρές συστάσεις προς την Τουρκία. Οπως γίνεται αντιληπτό, η αυξανόμενη ένταση με την Τουρκία είναι βέβαιο ότι επιβαρύνει το κλίμα και δρα αποτρεπτικά στην προσπάθεια που καταβάλλεται για προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων. Επίσης μπορεί να επηρεάσει και την εξέλιξη του τουριστικού ρεύματος (άρα και του ρυθμού αύξησης του ΑΕΠ) κυρίως περιορίζοντας τις κρατήσεις της «τελευταίας στιγμής», μια και οι συμφωνίες με τους tour operators έχουν κλείσει εδώ και καιρό.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ