Ενα… πανάκριβο μαξιλάρι μέσω βραχυπρόθεσμου δανεισμού το οποίο έφτασε στο ύψος των 21 δισ. ευρώ δημιουργεί η κυβέρνηση προκειμένου να εξασφαλίσει διαθέσιμα διά παν ενδεχόμενο εντός της προσεχούς διετίας, την ώρα που κορυφώνονται οι διαπραγματεύσεις για τη διευθέτηση του χρέους με συγκεκριμένες προτάσεις όπως αποκαλύπτει ο γερμανικός Τύπος.
Το μαξιλάρι αυτό «γεμίζει» μέσω των repos, τα οποία μέχρι τα τέλη Φεβρουαρίου έχουν φθάσει τα 21 δισ. ευρώ από 15 δισ. ευρώ τον Δεκέμβριο του 2017.
Τα repos αποτελούν επί της ουσίας δανεισμό του Δημοσίου από φορείς της Γενικής Κυβέρνησης (π.χ. Ασφαλιστικά Ταμεία, Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης) και γίνεται με δανειακές συμβάσεις ολίγων ημερών, κατά βάση 15ήμερες, οι οποίες μπορούν να ανανεωθούν στη λήξη τους (ρολάρισμα).
Μπορεί έτσι το Δημόσιο να εξασφαλίζει διαθέσιμα, όμως τα πληρώνει πολύ ακριβά. Ενδεικτικά να αναφέρουμε πως το κόστος εξυπηρέτησής τους (τόκοι και έξοδα) για το 2017 ξεπέρασε κατά τι το 5%, όταν για τα δάνεια από τον ESM η επιβάρυνση φθάνει μόλις στο 0,58%.
Κατά πληροφορίες, το οικονομικό επιτελείο έχει επιλέξει τη λύση των repos αφενός για να καλύπτει μέρος ταμειακών αναγκών στις περιπτώσεις καθυστέρησης των εκταμιεύσεων από τον Μηχανισμό Στήριξης, αφετέρου για τη δημιουργία ικανού αποθέματος, το οποίο μπορεί αξιοποιηθεί εφόσον δεν ευοδωθούν τα σχέδια για δύο νέες ομολογιακές εκδόσεις (τριετούς και δεκαετούς διάρκειας) εντός του τρέχοντος έτους.

Οι εκδόσεις

Με τα σημερινά δεδομένα, σημειώνουν πηγές του οικονομικού επιτελείου, είναι απίθανο να υλοποιηθούν οι εκδόσεις αυτές που θα κάλυπταν το μαξιλάρι ασφαλείας του Ελληνικού Δημοσίου συνολικού ύψους 20 δισ. ευρώ εν όψει της εξόδου από το πρόγραμμα τον ερχόμενο Αύγουστο. Οπως έχει συμφωνηθεί με τους εταίρους, το ήμισυ του ποσού αυτού θα καλυφθεί από τον ESM. Πλέον για το άλλο μισό ενδέχεται να γίνει χρήση της ρευστότητας των repos.
Για το θέμα, κριτική άσκησε στην κυβέρνηση ο κ. Χρήστος Σταϊκούρας, τομεάρχης Οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας, υποστηρίζοντας πως συνεχίζει να στερεί πολύτιμη ρευστότητα από την αγορά. Οπως εξήγησε, αυτό το κάνει με δύο τρόπους:
˜
Οι ληξιπρόθεσμες οφειλές του Δημοσίου αυξήθηκαν κατά 240 εκατ. ευρώ τον Φεβρουάριο, απόδειξη ότι δημιουργούνται συνεχώς νέες ανεξόφλητες υποχρεώσεις του κράτους προς τον ιδιωτικό τομέα.
˜
Το «σκούπισμα» των ταμειακών διαθεσίμων σε φορείς του Δημοσίου συνεχίζεται και διευρύνεται, με αποτέλεσμα τα repos να αγγίζουν πλέον τα 21 δισ. ευρώ.

Η εκμετάλλευση

Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι η τακτική της «εκμετάλλευσης» των διαθεσίμων των φορέων ξεκίνησε το 2014 με τη δημιουργία του νομοθετικού πλαισίου για τη σύναψη repos μεταξύ της Τράπεζας της Ελλάδος και του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους. Από εκεί και πέρα και μέχρι να διεξαχθούν οι εκλογές του Ιανουαρίου του 2015 είχαν φθάσει στα 8,6 δισ. ευρώ. Στη συνέχεια και σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους ανέβηκαν στα 15 δισ. ευρώ στο τέλος του 2017, για να αυξηθεί το υπόλοιπο των ενεργών δανειακών συμβάσεων κατά 6 δισ. ευρώ μέσα στο πρώτο δίμηνο του τρέχοντος έτους. Μία αύξηση που δεν μπορεί να «δικαιολογηθεί», καθώς στο διάστημα αυτό το ελληνικό πρόγραμμα είναι πλήρως χρηματοδοτούμενο από τον ESM.

Σύγκλιση Γάλλων – Γερμανών για το χρέος της Ελλάδας

Στο μέτωπο του χρέους η γερμανική εφημερίδα «Handelsblatt» επικαλούμενη έγγραφο της 27ης Φεβρουαρίου έγραψε πως ESM και Γαλλία υπέβαλαν προτάσεις ελάφρυνσης, μεταξύ των οποίων η επέκταση των δανείων, η οριοθέτηση ανώτατου ορίου επιτοκίου και η σύνδεσή του με την οικονομική ανάπτυξη.

«Η Ελλάδα θα απαλλαγεί από τις αποπληρωμές εάν ο μέσος όρος της πενταετούς ανάπτυξης μειωθεί κάτω από το 2,8%. Η μερική εξόφληση του χρέους θα ήταν απαραίτητη εάν η ανάπτυξη κυμαινόταν μεταξύ 2,8% και 3,4%, ενώ η πλήρης εάν η αύξηση του ΑΕΠ είναι μεγαλύτερη» αναφέρεται στο δημοσίευμα. Υπενθυμίζεται δε, πως ο πρώην υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας κ. Βόλφγκανγκ Σόιμπλε αντιδρούσε πεισματικά στη διευθέτηση του ελληνικού χρέους.

«Αλλά τώρα η Ελλάδα μπορεί να ελπίζει ότι η στάση αυτή του Βερολίνου θα τελειώσει» προστίθεται στο δημοσίευμα και εξάγεται το συμπέρασμα ότι «ο νέος υπουργός Οικονομικών Oλαφ Σολτς θα πρέπει να είναι περισσότερο πρόθυμος να συμβιβαστεί από τον προκάτοχό του».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ