«Το καλό είναι ότι λέει αυτό που σκέφτεται. Το κακό είναι αυτό που σκέφτεται». Σε αυτές τις δύο φράσεις συμπύκνωσε προ ημερών κύριο άρθρο των «New York Times» το προφίλ του νέου συμβούλου εθνικής ασφαλείας των ΗΠΑ Τζον Μπόλτον, τρίτου στη σειρά που καλείται να υπηρετήσει το συγκεκριμένο πόστο στους δεκατέσσερις χαοτικούς μήνες διακυβέρνησης του Ντόναλντ Τραμπ.
Ο Μπόλτον που ήθελε διακαώς τη θέση αυτή, όπως και τη θέση του υπουργού Εξωτερικών, είχε βρει μέχρι σήμερα την πόρτα κλειστή. Ο αμερικανός πρόεδρος τον είχε απορρίψει, γιατί «χωρίς πλάκα» –αναφέρει η συντακτική ομάδα που υπογράφει το εν λόγω άρθρο –«μεταξύ άλλων δεν του άρεσε το πυκνό του μουστάκι».
Πλην όμως τον είχε ξεχωρίσει ως αναλυτή στο αγαπημένο του μέσο, το Fox News, για τις επιθετικές του τοποθετήσεις αναφορικά με τη Βόρεια Κορέα και το Ιράν. Εν τέλει, μετά την απομάκρυνση των δύο προκατόχων του, ο Τραμπ αποφάσισε να πάρει το ρίσκο και να τον καλωσορίσει στον Λευκό Οίκο. Για τον Ρίτσαρτν Γκόουαν, καθηγητή στη Σχολή Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Κολούμπια, «αυτό ήταν απλά θέμα χρόνου. Η άποψή του για τις διεθνείς συνεργασίες ή πιο συγκεκριμένα για τις…μη συνεργασίες συμπίπτουν με αυτές του Τραμπ».

Το αμφιλεγόμενο «γεράκι»

Γνωστός ως και «Τζον-βομβαρδίστε τους-Μπόλτον», ο πολεμοχαρής νέος σύμβουλος του Τραμπ είναι παλιός γνώριμος στους διπλωματικούς κύκλους, με περισσότερα από 30 χρόνια εμπειρίας στο πλευρό τριών Ρεπουμπλικανών προέδρων και στο υπουργείο Εξωτερικών, ενώ υπήρξε ένας από τους πλέον αμφιλεγόμενους πρεσβευτές των ΗΠΑ στον ΟΗΕ επί προεδρίας Τζορτζ Μπους.
Ανυπόφορος χαρακτήρας, σύμφωνα με πρώην συναδέλφους του, ο νταής Μπόλτον δεν δίσταζε να εξευτελίζει και να εκφοβίζει τους υφισταμένους του, βρισκόταν σε συνεχείς διαμάχες με την τότε υπουργό Εξωτερικών Κοντολίζα Ράις και τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ Κόφι Ανάν, πέταγε χαρτιά, στιλό και μολύβια σε όσους τολμούσαν να αμφισβητήσουν τις απόψεις του και κατηγορήθηκε ότι παραποιούσε τα στοιχεία των μυστικών υπηρεσιών. Οντας ένας από τους αρχιτέκτονες της εισβολής στο Ιράκ τον Μάρτιο του 2003, ο διορισμός του σηματοδοτεί την «τέλεια καταιγίδα» και αντηχεί το παρελθόν, σχολιάζουν έμπειροι διπλωμάτες που αναρωτιούνται «πώς θα εξελιχθεί η εξωτερική πολιτική της χώρας» σε μια χρονική συγκυρία όπου οι προκλήσεις στη διεθνή σκακιέρα απαιτούν ευελιξία και πραγματισμό. Μάλιστα δεν είναι λίγοι εκείνοι που μιλούν ακόμη και για «τύμπανα πολέμου», μια και ο 69χρονος πολιτικός προτάσσει την επίδειξη ισχύος έναντι της διπλωματίας, την οποία θεωρεί εργαλείο των αδυνάμων, και έναντι της χρησιμότητας των μεγάλων θεσμικών οργάνων, όπως ο ΟΗΕ.

Ο άξονας του κακού επιστρέφει

Υπέρμαχος του δόγματος Μπους περί προληπτικών πολέμων, το οποίο βασιζόταν στην αποτροπή ως μέσο αυτοάμυνας, ως αναλυτής στο συντηρητικό Fox News ο Μπόλτον δήλωσε προσφάτως ότι οι ΗΠΑ θα πρέπει να επιτεθούν προληπτικά στη Βόρεια Κορέα.
Είναι εκείνος εξάλλου που έκανε τα πάντα ως πρεσβευτής των ΗΠΑ στον ΟΗΕ προκειμένου να τινάξει στον αέρα τη συμφωνία του 1994 με το απομονωμένο καθεστώς της Πιονγκγιάνγκ, η οποία προέβλεπε μεταξύ άλλων εφοδιασμό της Βόρειας Κορέας με πετρέλαιο, με αντάλλαγμα τη διακοπή λειτουργίας του πυρηνικού της εργοστασίου παρασκευής πλουτωνίου της Γιονγκμπιόν.
Η κατάρρευση εκείνης της συμφωνίας, που συνοδεύτηκε το 2006 από την πρώτη πυρηνική δοκιμή της Πιονγκγιάνγκ, ήταν η αρχή που οδήγησε στη σημερινή κρίση, αναφέρουν αναλυτές που αναρωτιούνται «τι είδους συμβουλές» θα δώσει ο ακραίος Μπόλτον στον Τραμπ εν όψει της ιστορικής Συνόδου Κορυφής με τον Κιμ Γιονγκ Ουν τον Μάιο (ο ίδιος θεωρεί άχρηστες τις συνομιλίες), πολύ δε περισσότερο την ώρα που φαίνεται ότι υπάρχει εκατέρωθεν καλή προαίρεση για αποκλιμάκωση της κρίσης.
Ανάλογες είναι οι απόψεις του Μπόλτον για το Ιράν, οι οποίες συμπίπτουν με αυτές του αμερικανού προέδρου: απόσυρση των ΗΠΑ από την ιστορική συμφωνία του 2015 που συνήψε η κυβέρνηση Ομπάμα με την Τεχεράνη, η οποία θεωρεί ότι οι πρόσφατες αλλαγές στο Στέιτ Ντιπάρτμεντ, αρχής γενομένης από αυτή του μέχρι πρότινος επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματίας Ρεξ Τίλερσον, έγιναν για αυτόν ακριβώς τον σκοπό.
Μάλιστα, σε παλαιότερο άρθρο του στους «New York Times» ο Μπόλτον ισχυριζόταν ότι μόνο μια στρατιωτική δράση σαν την επονομαζόμενη «Επιχείρηση Οπερα» του Ισραήλ κατά του πυρηνικού αντιδραστήρα Οσιράκ του Σαντάμ Χουσεΐν στα περίχωρα της Βαγδάτης, το 1981, είναι αυτό που χρειάζεται για την «πτώση» της Τεχεράνης.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ