«Ή εμείς ή κανείς»

Ο Αλέξης Τσίπρας εισέβαλε στην κεντρική πολιτική σκηνή στις αρχές του 2008, σχεδόν ταυτόχρονα με την έλευση της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Μέχρι τότε η πολιτική του παρουσία ήταν σχεδόν περιθωριακή, εντός των στενών ορίων που μικρού κόμματός του.

Ο Αλέξης Τσίπρας εισέβαλε στην κεντρική πολιτική σκηνή στις αρχές του 2008, σχεδόν ταυτόχρονα με την έλευση της μεγάλης οικονομικής κρίσης. Μέχρι τότε η πολιτική του παρουσία ήταν σχεδόν περιθωριακή, εντός των στενών ορίων που μικρού κόμματός του.
Και οι εμπειρίες του, πολιτικές, επαγγελματικές, οικονομικές, διοικητικές και άλλες ήταν περιορισμένες. Οι παραστάσεις του επιπλέον ορίζονταν από τη δράση του εντός του πολιτικού σχήματος στο οποίο συμμετείχε, παρά από οτιδήποτε άλλο.
Η επαφή του ακόμη με τη λειτουργία της χώρας, τις διαδικασίες και τα προβλήματά της, ήταν σχεδόν μηδενική.
Και επειδή η πολιτική εκπαίδευσή του ήταν συγκεκριμένη –στο πεζοδρόμιο αποκτημένη –διακρινόταν από ελλείμματα χαρακτηριστικά και ιδιαιτέρως από την αριστερίστικη-κινηματική θρασύτητα αμφισβήτησης των πάντων, των θεσμών συμπεριλαμβανομένων.
Η έννοια της διάκρισης των εξουσιών ήταν συγκεχυμένη και το δόγμα «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» κυρίαρχο. Οσοι έχουν παρακολουθήσει τη στάση και τη συμπεριφορά αντίστοιχων πολιτικών ομάδων αντιλαμβάνονται του λόγου το αληθές.
Ωστόσο, παρά τα πολλά ελλείμματα κατανόησης προβλημάτων και συνθηκών, οι σκληρές οικονομικές πολιτικές που επικράτησαν μετά το 2008 –ως αποτέλεσμα της χρεοκοπίας –ευνόησαν την πολιτική αναρρίχησή του.
Κατάφερε ο κ. Τσίπρας, με τον εμπρηστικό του λόγο και τις βάναυσες επιθέσεις εναντίον των πληγωμένων από τη μεγάλη κρίση πολιτικών του αντιπάλων, με εκείνο το απόλυτα διχαστικό «Ή εμείς ή αυτοί» να κερδίσει σε σύντομο χρόνο, το καλοκαίρι του 2012, τη θέση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Και δυόμισι χρόνια αργότερα, τον Γενάρη του 2015, ακολουθώντας άφρονα και απολύτως ιδιοτελή, κατά τα συμφέροντά του, πολιτική, επέτυχε να αναλάβει τα ηνία της χώρας, με τα γνωστά αποτελέσματα.
Κυριαρχούμενος από τα ελλείμματα κατανόησης και τις ομολογημένες από τον ίδιο αυταπάτες και ψευδαισθήσεις –προϊόν της πεζοδρομιακής πολιτικής εκπαίδευσης που τον συνόδευε –οδήγησε έξι μήνες μετά, το καλοκαίρι του 2015, τη χώρα στην κυριολεξία στο χείλος του γκρεμού.
Ανέτρεψε τότε, με τις πράξεις και τις επιλογές του, όσες θυσίες του ελληνικού λαού είχαν προηγηθεί και αποδεχόμενος τον ετεροβαρή συμβιβασμό της τελευταίας ώρας ανέλαβε επιπρόσθετα βάρη και ακόμη περισσότερες υποχρεώσεις που συνεχίζουν, τρία χρόνια μετά, να βασανίζουν τη χώρα και μαζί τον ελληνικό λαό.
Στο μεσοδιάστημα, για να δικαιολογήσει τα μεγάλα λάθη του, ξεκίνησε έναν πρωτοφανή διχαστικό αγώνα σπίλωσης και φθοράς των πάντων, ανέδειξε, κατά την αριστερίστικη εκπαίδευσή του, πάμπολλους «εχθρούς του λαού», κατέστησε τα μέσα ενημέρωσης υπεύθυνα για όλα τα κακά του κόσμου τούτου, θέλησε διά της οργανωμένης συκοφαντίας να πλήξει όλους τους πολιτικούς του αντιπάλους, φθάνοντας μάλιστα στο σημείο να ασκήσει και προληπτική πολιτική εναντίον εκείνων που θεωρούσε δυνάμει διεκδικητές της εξουσίας.
Εκτοτε η χώρα τείνει να μετατραπεί σε ένα απέραντο δικαστήριο. Για να επιτύχει δε τους σκοπούς του θέλησε να ελέγξει πλήρως τη Δικαιοσύνη, χτίζοντας μακιαβελικές συμμαχίες ακόμη και με τον Διάβολο.
Αξιοποιήθηκαν για τον σκοπό αυτόν παράγοντες αντίπαλων στρατοπέδων, προσφέρθηκαν διάφοροι που φιλοδοξούν να παίξουν ρόλους ανάλογους με εκείνον του Βισίνσκι της σταλινικής περιόδου, στις περιβόητες δίκες της Μόσχας του 1937, και βεβαίως πρόσωπα υπεράνω υποψίας που αντί να τιμούν τις θέσεις και τους ρόλους που τους απένειμε η Ελληνική Δημοκρατία συνωμοτούν ασυστόλως, χωρίς μέτρο και αιδώ.
Παρά ταύτα, η αναποτελεσματικότητα επικράτησε και η φθορά επίσης. Καταδιώκεται τούτο τον καιρό ο κ. Τσίπρας από τις άφρονες επιλογές του και βεβαίως από τα ατελή σχήματα πολιτικής που κατά καιρούς θέλησε να επιβάλει.
Μέγιστη απόδειξη των παραπάνω η περιπλοκή των εθνικών θεμάτων και ιδιαιτέρως των ελληνοτουρκικών σχέσεων.
Οι χειρισμοί όλου του κυβερνητικού κύκλου αλλά ιδιαιτέρως του Πρωθυπουργού στα θέματα με την Τουρκία υπήρξαν αν μη τι άλλο απαράσκευοι και απολύτως προβληματικοί. Τα όσα συνέβησαν κατά την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα είναι δηλωτικά της προβληματικότητας αυτής.
Αλλά και η αιχμαλωσία των δύο ελλήνων στρατιωτικών είναι χαρακτηριστική της αβαθούς στάσης και συμπεριφοράς.
Η χώρα δυστυχώς επί των ημερών του αντιμετωπίζει, έπειτα από πολλά χρόνια, κύματα μεγάλης έντασης στο Αιγαίο και στην Κύπρο, σε σημείο που άπαντες να ανησυχούν για τη συνέχεια, ιδιαιτέρως για τους κινδύνους πολεμικών επεισοδίων και ενδεχόμενων εθνικών απωλειών.
Και ενώ εξελίσσονται τόσα δυσμενή, ο κύκλος των κυνικών που μας κυβερνά δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να συνωμοτεί προς δόξαν της ατελούς και ζημιογόνου για τα εθνικά συμφέροντα εξουσίας του.
Αυτόν τον καιρό ειδικά στο Μέγαρο Μαξίμου εξαντλούνται στην εφαρμογή σκοτεινού σχεδίου εξόντωσης πιθανών πολιτικών και μη αντιπάλων.
Τσουβαλιάζονται οι πάντες και τα πάντα. Πολιτικοί, επιχειρηματίες, δημοσιογράφοι, εφημερίδες, όποιοι τέλος πάντων έχουν κάτι διαφορετικό να πουν, μπαίνουν στο στόχαστρο, διαπομπεύονται και λοιδορούνται, προκειμένου να δικαιολογηθεί ξανά το διχαστικό «Ή εμείς ή αυτοί».
Ας γνωρίζει λοιπόν ο πρώτος υπεύθυνος και εμπνευστής όλων αυτών των μεθοδεύσεων ότι πλέον ο ελληνικός λαός τούς έμαθε, δεν «ψήνεται» πια, ούτε πρόκειται να τους ακολουθήσει όπως στο παρελθόν. Είχαν την ευκαιρία και την ξόδεψαν… στα πάθη τους.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.