Ο Ντόναλντ Τραμπ πρώτα τα έβαλε με την αμερικανική ελίτ, πολιτική, οικονομική, καλλιτεχνική και επιστημονική, θεωρώντας την υπεύθυνη για τον μαρασμό των μεσοδυτικών Πολιτειών.
Ο λόγος του ήταν και παραμένει αναθεωρητικός, παραπέμποντας σε επιδιώξεις και σκοπούς πολύ διαφορετικούς απ’ αυτούς που επικράτησαν στις ΗΠΑ κατά τις προηγούμενες μεταπολεμικές δεκαετίες.
Πρόσφατα, κινούμενος στο ίδιο πνεύμα, κήρυξε τον εμπορικό πόλεμο στην Κίνα επιβάλλοντας ή αυξάνοντας δασμούς σε πλήθος βιομηχανικών προϊόντων. Προτίθεται μάλιστα να διευρύνει τα μέτρα προστατευτισμού απέναντι στην Ευρώπη και άλλες οικονομικές ζώνες του πλανήτη, θέτοντας υπό αίρεση το δόγμα της παγκοσμιοποίησης το οποίο κυριάρχησε στην αμερικανική πολιτική από το 1980 και εντεύθεν.
Από την πλευρά του ο ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν παρουσίασε, κατά την πρόσφατη, νικηφόρο για αυτόν, προεκλογική περίοδο, σχέδια υπερεξοπλισμών και εθνικής αναγέννησης, έχοντας ως πρότυπο και όραμα υπεροχής, για τον ίδιο και τη χώρα του, εκείνο της σοβιετικής εποχής, που ως γνωστόν κατέρρευσε με πάταγο το 1990. Η όλη στάση του επίσης σε κρίσιμα γεωπολιτικά μέτωπα, όπως αυτό της Μέσης Ανατολής, επιβεβαιώνει τη διεκδίκηση και τις προεκλογικές εξαγγελίες του. Για να μην αναφερθούμε στους αν μη τι άλλο περίεργους φόνους ρώσων πολιτών σε χώρες της Δύσης, όπως προσφάτως συνέβη στη Βρετανία με την απόπειρα δολοφονίας του διπλού πράκτορα Σεργκέι Σκριπάλ με νευροτοξικό υλικό. Γεγονός που προκάλεσε εντονότατες αντιδράσεις και υιοθέτηση διπλωματικών μέτρων αντίστοιχων εκείνων που επικρατούσαν στα χρόνια του Ψυχρού Πολέμου.
Ο κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ είναι επίσης μια χαρακτηριστική περίπτωση. Επειτα από ένα διάλειμμα, έστω σχετικής κομματικής δημοκρατίας, το κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα φαίνεται να επιστρέφει στην εποχή της μονοκρατορίας του ενός και μόνου ηγέτη. Ο Σι διεκδικεί ρόλο μεγάλου τιμονιέρη, κατά τα πρότυπα του Μάο, όπως προκύπτει από την εξασφάλιση ισοβιότητας στην ηγεσία του κόμματος και της χώρας. Πράγμα που σημαίνει ότι και στην Κίνα επικρατούν οι λεγόμενες αναθεωρητικές δυνάμεις, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τη στάση της μεγάλης και ανερχόμενης δύναμης του πλανήτη.
Στη γειτονική Τουρκία ο Ταγίπ Ερντογάν έχει εδώ και καιρό αναδειχθεί σε αναθεωρητική προσωπικότητα. Αμφισβητεί τον Κεμάλ, θέλει ο ίδιος να μείνει στην Ιστορία, πιστεύει ότι η Μέση Ανατολή ρευστοποιείται και ότι σε τέτοιες περιπτώσεις ή χάνεις ή κερδίζεις εδάφη. Και αυτός έχει ευθέως δηλώσει ότι θέλει να κερδίσει εδάφη για τη χώρα του κι έτσι να μείνει στην Ιστορία. Πράγμα που εξηγεί την επιθετικότητά του τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, και ιδιαιτέρως προς την Ελλάδα.
Αλλά δεν είναι οι μόνοι αναθεωρητές του σύγχρονου κόσμου. Παντού, και στην Ευρώπη βεβαίως, αναδεικνύονται προσωπικότητες, σχήματα, κόμματα και δυνάμεις που ομνύουν στον προστατευτισμό και επενδύουν στην καθυστέρηση και στον απομονωτισμό.
Η Ελλάδα έχει πικρές εμπειρίες από την επικράτηση ανάλογων αναθεωρητικών συνθηκών σε άλλες εποχές. Ορισμένοι, αρκετοί πια και εδώ, γοητεύονται από τέτοια σήματα και συνθήματα.
Ωστόσο οφείλουν άπαντες να γνωρίζουν ότι η περίκλειστη Ελλάδα δεν έχει τύχη. Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι πρόκοψε και μεγαλούργησε μόνο όταν ανοίχθηκε και συνδέθηκε με δυνάμεις του ελεύθερου κόσμου. Και γι’ αυτό οι βασικές πολιτικές δυνάμεις της οφείλουν να κινηθούν αναλόγως, προτάσσοντας τις αρχές ενός ανοιχτού κόσμου, χωρίς περιορισμούς στην κίνηση προσώπων, αγαθών και κεφαλαίων.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ