Αίσθηση προκάλεσε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες η πρόταση που διατύπωσε την περασμένη Δευτέρα η Κριστίν Λαγκάρντ για τη δημιουργία στην ευρωζώνη ενός Ταμείου για τις… βροχερές ημέρες (Rainy day fund). Η επικεφαλής του ΔΝΤ δεν αναφέρεται, βέβαια, στα έντονα καιρικά φαινόμενα και στις φυσικές καταστροφές που παρατηρούνται όλο και συχνότερα στη Γηραιά Ηπειρο. Δεν αναφέρεται ούτε στις οικονομικές καταστροφές, όπως η παγκόσμια οικονομική κρίση που εξελίχθηκε σε κρίση χρέους για την ευρωζώνη. Αυτές θα τις αναλάβει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM), όταν θα μετεξελιχθεί σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο.
Η γαλλίδα πολιτικός, μιλώντας από το βήμα του ανεξάρτητου οικονομικού Ινστιτούτου DIW στο Βερολίνο, είπε ότι η ευρωζώνη μαζί με την τραπεζική ένωση θα χρειαστεί να εκσυγχρονίσει την κεφαλαιαγορά της και να προωθήσει τη δημοσιονομική ολοκλήρωση. Και αυτό θα γίνει δημιουργώντας ένα Ταμείο για τη χρηματοδότηση αναπτυξιακών προγραμμάτων στις χώρες που αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα ή ανεργία που ξεπερνά τον μέσο όρο της τελευταίας επταετίας. Θα είναι δηλαδή ένα εργαλείο αποτροπής της κρίσης. Οχι αντιμετώπισής της.

Τα είπε στη «μητρόπολη»

Το Ταμείο θα χρηματοδοτηθεί με συνδρομές από τα κράτη-μέλη της ευρωζώνης και η Λαγκάρντ πρότεινε τη διάθεση ετησίως ποσοστού 0,35% από τον προϋπολογισμό κάθε χώρας. Τα κράτη-μέλη θα αντλούν κεφάλαια για τη χρηματοδότηση προγραμμάτων σταθεροποίησης, τα οποία θα αποπληρώνουν στη συνέχεια με τις συνεισφορές τους στο Ταμείο.
Η επιλογή του ακροατηρίου για τη διατύπωση της πρότασης από τη Λαγκάρντ δεν είναι τυχαία. Το Βερολίνο αντιμετωπίζει εκ προοιμίου με καχυποψία προτάσεις που μπορούν να οδηγήσουν σε μεταφορά κεφαλαίων από τον Βορρά προς τον ευρωπαϊκό Νότο, που δεν φημίζεται για τη δημοσιονομική ευταξία του και για την προσήλωσή του στις «αξίες» της πολιτικής των πλεονασμάτων –κάτι που η Γερμανία έχει άλλωστε κατοχυρώσει συνταγματικά.
Για να κατευνάσει τις αντιδράσεις της Γερμανίας αλλά και της Ολλανδίας και της Αυστρίας και άλλων βορειοευρωπαϊκών κρατών που θεωρούν ότι χρηματοδοτούν άδικα τους «τεμπέληδες του Νότου», η Λαγκάρντ διευκρίνισε ότι όταν οι ημέρες για τις χώρες που θα προσφεύγουν στα κεφάλαια του Ταμείου ξαναγίνουν «ηλιόλουστες», οι χώρες θα καταβάλλουν αυξημένες εισφορές για να αποπληρώσουν τα δανεικά. Ετσι θα υπάρχει κίνητρο για να παραμένουν πειθαρχημένες δημοσιονομικά. Αλλωστε, «το Ταμείο θα αποτελεί ένα μαξιλάρι έκτακτης στήριξης για τις χώρες-μέλη και όχι έναν πυλώνα διαρκούς χρηματοδότησης» τόνισε η Λαγκάρντ.
Την επομένη της ομιλίας στο DIW, η «Handelsblatt» υπολόγισε ότι η Γερμανία θα πρέπει να συνεισφέρει 11,4 δισ. ευρώ ετησίως στο Ταμείο για τις βροχερές ημέρες. «Σε δέκα χρόνια η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης θα πρέπει να εισφέρει 114 δισ. δισ. ευρώ» συνεχίζει η έγκυρη οικονομική γερμανική εφημερίδα διευκολύνοντας τους αναγνώστες της στον πολλαπλασιασμό.
Είναι προφανές ότι το Βερολίνο και άλλες πρωτεύουσες του ευρωπαϊκού Βορρά θεωρούν ότι ακόμα και αν οι ρέποντες προς τις ατασθαλίες εταίροι επιδείξουν κοσμιοτάτη δημοσιονομική διαγωγή και γίνουν ενάρετοι σαν και αυτούς, το οικονομικό βάρος που θα πρέπει οι ίδιοι να σηκώσουν θα είναι πολύ μεγάλο. Και, εν πάση περιπτώσει, εφόσον θα υπάρχει ο μετεξελιγμένος σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο ESM –κατά την πρόταση Σόιμπλε –για να επαναφέρει στον ορθό δρόμο τους παραστρατούντες, τι νόημα έχει ένα τόσο κοστοβόρο προληπτικό της κρίσης Ταμείο;

Στόχος οι Βρυξέλλες

Το ερώτημα που ανακύπτει είναι γιατί η επικεφαλής του ΔΝΤ κατέθεσε μια πρόταση που εκ των προτέρων γνώριζε ότι δεν θα ενθουσιάσει τους Ευρωπαίους του Βορρά. Η πιθανότερη απάντηση είναι επειδή η Κριστίν Λαγκάρντ, βλέποντας ότι δεν έχει δυνατότητες να επιστρέψει στη γαλλική πολιτική σκηνή το 2021, που λήγει η δεύτερη θητεία της στο Ταμείο, επιζητεί την υποστήριξη της πατρίδας της και των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου για τη διαδοχή του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στα τέλη του 2019. Την άποψη αυτή ενστερνίζονται, μεταξύ άλλων, οι «Financial Times».
Είναι αλήθεια ότι τους τελευταίους μήνες η Λαγκάρντ έχει θέσει σε εφαρμογή ένα οργανωμένο σχέδιο σαγήνης των Ευρωπαίων. Των συμπατριωτών της και ειδικότερα του γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν κατά πρώτον και δευτερευόντως των άλλων Ευρωπαίων. Κατ’ αρχάς τον Φεβρουάριο, προσπαθώντας να κρατήσει ισορροπίες μεταξύ Ουάσιγκτον και Ευρώπης, χρησιμοποίησε την έκφραση «γιατί όχι;» όταν κλήθηκε να σχολιάσει τη σκοπούμενη από την ΕΕ δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου.

«Δεν εξυπηρετούμε μια γεωγραφική περιοχή, αλλά 189 χώρες στον πλανήτη, συμπεριλαμβανομένων των χωρών της ευρωζώνης. Αλλά εάν αποφασίσουν να δημιουργήσουν άλλους μηχανισμούς αντιμετώπισης μιας κρίσης, όπως το ESM, δεν υπάρχει πρόβλημα»
είχε δηλώσει η Λαγκάρντ στην ελβετική εφημερίδα «Tages-Anzeiger». «Η Λαγκάρντ αρνήθηκε πάντως να αποδεχθεί ότι τον ρόλο του Ταμείου σε χώρες όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Ελλάδα έχει αναλάβει η ίδια η Ευρώπη» έγραψαν οι «Irish Times».

Θα χειροκροτήσει

Θα ήταν αδιανόητο, βέβαια, να πει η Λαγκάρντ ότι το ΔΝΤ θα αποσυρθεί από την Ευρώπη. Είναι (ακόμη) επικεφαλής ενός διεθνούς οργανισμού στον οποίο οι ΗΠΑ έχουν καταλυτική επιρροή. Παρά ταύτα, οι θέσεις της γίνονται συν τω χρόνω όλο και πιο «ευρωπαϊκές». Εχει δηλώσει ότι ενστερνίζεται απόλυτα τις προτάσεις του Μακρόν για τη μεταρρύθμιση της ευρωζώνης, ότι τάσσεται αναφανδόν υπέρ της ενίσχυσης του γαλλογερμανικού άξονα και προ ολίγων εβδομάδων έκανε αίσθηση η μελιστάλαχτη συμπεριφορά της έναντι του υπουργού Οικονομικών του Μακρόν, Μπρουνό Λεμέρ, στη γαλλική τηλεόραση.
Δηλώνοντας ενθουσιασμένη με την ιδέα που ανέπτυξε ο Λεμέρ για τη δημιουργία ενός Ταμείου (έχει μεγάλη αδυναμία στα Ταμεία) με «προίκα» 10 δισ. ευρώ για την προώθηση της καινοτομίας στη Γαλλία, η Λαγκάρντ είπε σε μια έκρηξη χαράς: «Ακούγοντας τον κ. υπουργό, εγώ θα χειροκροτήσω με τα δύο μου χέρια την πολιτική Μακρόν!». Εξυπακούεται ότι με ένα χέρι μόνο, αν άρχιζε τα χαστούκια, θα μπορούσε να προκαλέσει σαματά ανάλογο με το χειροκρότημα.

Δύσκολη η επιστροφή στη γαλλική πολιτική σκηνή

Η επιστροφή της Λαγκάρντ στη γαλλική πολιτική σκηνή δεν είναι εύκολη, πρώτον επειδή δύσκολα η γαλλική Δεξιά θα την επέλεγε ως «αντι-Μακρόν» υποψήφια στις προεδρικές εκλογές του 2022. Οχι τόσο επειδή η γαλλίδα πολιτικός θα είναι τότε 66 ετών και θα έχει για αντίπαλο έναν απαστράπτοντα 45άρη, όσο εξαιτίας της καταδίκης της για το σκάνδαλο Ταπί.

Τον Δεκέμβριο του 2016 η επικεφαλής του ΔΝΤ κρίθηκε ένοχη για αμέλεια (γλίτωσε ωστόσο ποινή φυλάκισης ενός έτους) επειδή το 2008, ως υπουργός Οικονομικών της κυβέρνησης Φιγιόν, είχε εγκρίνει ευεργετική για τον επιχειρηματία Μπερνάρ Ταπί συμφωνία διαιτησίας, χάρη στην οποία ο αμφιλεγόμενος επιχειρηματίας ενθυλάκωσε 403 εκατ. ευρώ. Ο Ταπί υπήρξε μέγας χρηματοδότης της εκστρατείας του Νικολά Σαρκοζί στις προεδρικές του 2007.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ