Αναστάτωση προκλήθηκε το απόγευμα της Δευτέρας στον σταθμό των ΗΣΑΠ στην Ομόνοια όταν έγιναν αντιληπτά τρία άτομα τα οποία επιχείρησαν να κάνουν γκραφίτι. Αμεσα ενημερώθηκε η ΕΛ.ΑΣ. ενώ για λόγους ασφαλείας διακόπηκαν τα δρομολόγια για περίπου 15 λεπτά. Τελικά οι τρεις άγνωστοι κατάφεραν να διαφύγουν.
Τα άτομα που θέλουν να κάνουν γκραφίτι συνήθως επιλέγουν να κατέβουν στις γραμμές από τα φρεάτια του εξαερισμού, αλλά μπορούν ακόμα και να κατέβουν από τις αποβάθρες.
Η πρώτη εγκληματολογική έρευνα για τα γκραφίτι έγινε στο πλαίσιο του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών Εγκληματολογίας υπό την επιστημονική ευθύνη της καθηγήτριας Εγκληματολογίας και διευθύντριας Εγκληματολογίας και Εργαστηρίου Αστεακής Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου κυρίας Χριστίνας Ζαραφωνίτου και τον συντονισμό της δρος Ελένης Κοντοπούλου και ένα μέρος της δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση «Εγκληματολογία».

Στις περιοχές του Κέντρου

Η έρευνα εστιάστηκε σε ορισμένες περιοχές του κέντρου της Αθήνας όπως στις πλατείες Ομονοίας, Βάθης, Αγ. Παύλου, Βικτωρίας και στο Πολυτεχνείο.
Σχετικά με την άποψη όσων δήλωσαν ότι παρατηρούν συχνά ή μερικές φορές γκραφίτι στην περιοχή κατοικίας ή εργασίας τους, οι αρνητικές απόψεις κυριαρχούν. Αντιθέτως στην περιοχή του Πολυτεχνείου το μεγαλύτερο ποσοστό συγκεντρώνει η ουδέτερη άποψη.
Στην έρευνα αναφέρεται, μεταξύ άλλων, ότι «το γκραφίτι θεωρείται καταρχήν παράνομο όταν αποτυπώνεται σε οποιαδήποτε επιφάνεια δημόσια ή ιδιωτική στην οποία είναι ανεπιθύμητο ή απαγορευμένο σύμφωνα με τις διατάξεις της εκάστοτε εγχώριας νομοθεσίας. Ενδέχεται όμως να έχει νόμιμο χαρακτήρα, όταν υπάρχει η προαπαιτούμενη αδειοδότηση είτε από τον ιδιοκτήτη είτε από το δημόσιο φορέα, όταν γίνεται κατά παραγγελία και με αμοιβή (commissioned work), όταν παρέχονται μεγάλοι σε έκταση δημόσιοι χώροι για τη διενέργεια φεστιβάλ και, σπανιότερα, όταν λαμβάνει χώρα κάποιο επιδοτούμενο project που αφορά στη χρηματοδότηση καλλιτεχνών για να αναβαθμίσουν εικαστικά κάποια σημεία των πόλεων».
Οι δημιουργοί γκραφίτι (graffiti writers) δημιουργούν είτε ατομικά είτε ομαδικά (crews). Οι ομάδες δεν έχουν αυστηρή και συγκεκριμένη δομή και οργάνωση. Παρουσιάζουν, ωστόσο, συνήθως ισχυρούς διαπροσωπικούς δεσμούς και συνοχή σε φυσικό επίπεδο.
Στο πλαίσιο της έρευνας ρώτησαν έξι δημιουργούς γκραφίτι. Επρόκειτο για άτομα ηλικίας 23-33 ετών με διαφορετικό μορφωτικό υπόβαθρο (δευτεροβάθμια εκπαίδευση, ιδιωτική σχολή, Ανώτερη Δραματική Σχολή, Πολυτεχνείο και Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών).

Περιεχόμενο και νοηματοδότηση

Οπως σημειώνεται σύμφωνα με την άποψη των δημιουργών τους, τα γκραφίτι είναι πολυδιάστατα από απόψεως περιεχομένου και νοηματοδότησης.
Χαρακτηρίστηκαν ως τέχνη σχετική με τη ζωγραφική, αλλά και ως ένας τρόπος έκφρασης, αναγνώρισης και ανάδειξης εαυτού, μια αντίδραση («προσωπική σε πλαίσια αναζήτησης» ή «ως διασκέδαση»), μια πράξη εγωισμού («να κάνεις το όνομά σου γνωστό, τόσο στην κοινότητα των γκραφιτάδων όσο και στην πόλη»), αλλά και ελευθερίας («έξω δεν υπάρχει κανένας κανόνας, είναι ελεύθερο, μπορεί να το δει ο καθένας κι αυτό μου αρέσει περισσότερο, ότι είναι δωρεάν για όλους»). Επιπρόσθετα, για κάποιους δημιουργούς τα γκραφίτι είναι ένα χόμπι που έγινε δουλειά.
Σε ειδικότερη ερώτηση, αν είναι τέχνη, διαμαρτυρία, βανδαλισμός, επανάσταση ή κάτι άλλο, οι περισσότεροι απάντησαν ότι είναι όλα μαζί, «είναι κράμα από όλα» και κάθε φορά εξαρτάται από το «τι θέλεις να βγάλεις εσύ μέσα από αυτό».
Στην έρευνα υπογραμμίζεται επιπλέον: «Η σύλληψη μιας εικόνας χαρακτηρίζεται από υποκειμενικότητα, έτσι το τι θεωρείται τέχνη, τι είναι καλαίσθητο και τι δεν είναι δεν μπορεί να λάβει αντικειμενικά κριτήρια («αυτό που οι άνθρωποι λένε μουτζούρες, αυτό είναι το γκραφίτι», «είναι τελείως υποκειμενικό το πώς αντιλαμβάνεται κάποιος την τέχνη»). Συνεπώς, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι δεν μπορεί να δομηθεί μια ακριβής και απόλυτη τυπολογία όσον αφορά την έννοια του γκραφίτι, δεδομένου ότι ο καθένας χρησιμοποιεί τον όρο προσδίδοντάς του και διαφορετικό νόημα. Ωστόσο, η εικόνα του γκραφίτι από την οπτική των δημιουργών του διαφοροποιείται από την ευρύτερη εικόνα που έχουν οι πολίτες. Αυτό συμβαίνει διότι η έννοια γκραφίτι χρησιμοποιείται για όλα τα είδη γραφής που αναπαρίστανται στους τοίχους. Το «αυθεντικό» παράνομο γκραφίτι, είναι εκείνο που στοχεύει στη διαφήμιση του ονόματος του δημιουργού «tag» και απευθύνεται στην κοινότητα του γκραφίτι, οι τοιχογραφίες ή αλλιώς «street art» αποτελούν μια περισσότερο καλλιτεχνική έκφραση η οποία απευθύνεται στο ευρύ κοινό και η οποία έχει νόμιμο χαρακτήρα καθώς στην πλειονότητά τους αποτελούν κατά παραγγελία αμειβόμενες δημιουργίες. Τέλος, τα συνθήματα γηπεδικά ή πολιτικά και άλλες φράσεις, στίχοι κ.λπ. που βλέπουμε στους τοίχους δεν ανήκουν στην κατηγορία του γκραφίτι».

Το φαινόμενο στα πανεπιστήμια

Ακόμη διατυπώθηκε και η άποψη ότι το γκραφίτι αποτελεί βανδαλισμό: «Στην Πλάκα, στο παλαιό Ναύπλιο, στα Εξάρχεια και γενικά στο κέντρο της Αθήνας οι υπογραφές που βάζουν με σπρέι ή μαρκαδόρους, τα συνθήματα δεν είναι γκραφίτι, είναι βανδαλισμός, υποβαθμίζουν περαιτέρω την ποιότητα ζωής και το περιβάλλον στο οποίο ζουν και μεγαλώνουν».
Κάποιος από τους δημιουργούς γκραφίτι ανέφερε κατά την έρευνα ότι «είναι πολλές ομάδες όπως οπαδοί ομάδων, άτομα που ανήκουν σε κάποιες συγκεκριμένες ομάδες-«συμμορίες», άλλοι που έχουν δόλο, το χρησιμοποιούν για να κάνουν δολιοφθορές, γράφουν κάτι, έχουν απωθημένα, προηγούμενα με κάποιον, είναι αγόρια νεαρής ηλικίας επί το πλείστον και υποδηλώνουν την παρουσία τους με tags, τις υπογραφές που λέμε, μπαίνουν σε έναν άτυπο διαγωνισμό ποιος θα βάλει τις πιο πολλές σε περισσότερους χώρους».
Σε ερώτηση αναφορικά με το «φαινόμενο γκραφίτι στα πανεπιστήμια, στους δρόμους, στους αρχαιολογικούς χώρους και στα βράχια» σε δύο περιπτώσεις διατυπώθηκε η άποψη ότι δεν υπάρχει διαχωρισμός των τόπων στους οποίους μπορεί να γίνει ένα γκραφίτι και ο οποίος θα μπορούσε να βασιστεί στα χαρακτηριστικά του, διότι «το γκραφίτι δεν είναι ένας τρόπος για να ομορφύνει ο τόπος, για να ομορφύνουμε το αστικό τοπίο, για να δώσουμε χρώμα στην γκρίζα πόλη, το γκραφίτι είναι διαφήμιση, γράφουμε το όνομά μας παντού, στην παραλία, στο αστικό τοπίο, στο γκρίζο μουντό αστικό τοπίο και στη χαρούμενη ηλιόλουστη αμμώδη παραλία».
Αναφορικά με τους πανεπιστημιακούς χώρους, κάποιοι ανέφεραν ότι έχουν κάνει και οι ίδιοι και κάποιοι άλλοι δεν θα έκαναν, αλλά δεν είναι αρνητικά διακείμενοι απέναντι στο φαινόμενο.

Νόμιμο ή παράνομο;

Κάποιοι δεν πιστεύουν πως αυθεντικό γκραφίτι είναι μόνο το παράνομο, «αυτό που γίνεται στα τρένα, γενικότερα έξω» και πως αυτό είναι που «έχει άλλο κύρος». Ενας από τους ερωτηθέντες δήλωσε ότι «το νόμιμο και το παράνομο είναι ξεκάθαρα ένα σύστημα αξιών και κανόνων, που έχουμε φτιάξει σαν κοινωνία για να έχουμε το κοινωνικό συμβόλαιο… Εχουμε αποφασίσει ότι το να βάφεις έναν τοίχο κάποιου άλλου είναι παράνομο, διότι αυτό θα τον ενοχλήσει και θα του επιφέρει περισσότερα έξοδα, μια ιδιώτευση μιας αξίας, η οποία δεν είναι δική σου. Εγώ το θεωρώ ότι είναι καθαρά ζήτημα κοινωνικής συναίνεσης και δεν είναι κάτι παραπάνω από αυτό».
Επιπροσθέτως η εμπλοκή με την ΕΛ.ΑΣ. έγινε παραδεκτή από τους περισσότερους συνεντευξιαζόμενους. Στην πλειονότητα των περιπτώσεων οι αστυνομικοί χαρακτηρίστηκαν ως «πολύ ελαστικοί» και αναφέρθηκε ότι γενικά υπάρχει «ανοχή από τις Αρχές».
Χαρακτηριστική η απάντηση ερωτωμένου ότι «…στο Τμήμα Ομονοίας ειπώθηκε «ποιοι είναι αυτοί;», «τίποτα, τα παιδιά είναι ζωγράφοι»». Οι απαντήσεις των συνεντευξιαζομένων ανέδειξαν και μια σύγκριση της λειτουργίας και της στάσης της ελληνικής αστυνομίας σε σχέση με άλλες αστυνομίες του εξωτερικού αναφορικά με τα γκραφίτι.
Διαφαίνεται γενικά ότι «σχεδόν σε όλες τις χώρες είναι πιο αυστηρά σε σχέση με την Ελλάδα» και ότι «εδώ πρέπει να είσαι άτυχος για να σε πιάσουν».

HeliosPlus