Με το τέλος της κυβερνητικής κρίσης στη Γερμανία και την ανάληψη καθηκόντων της νέας κυβέρνησης στο Βερολίνο αρχίζει να μετράει αντίστροφα και ο χρόνος για τη μεταρρύθμιση της ΕΕ και της ευρωζώνης. Λίγες ώρες μετά την ορκωμοσία του ο υπουργός Εξωτερικών Χάικο Μάας μετέβη στο Παρίσι, δύο 24ωρα αργότερα ακολούθησε η καγκελάριος Ανγκελα Μέρκελ για την πρώτη συνάντηση, μετά την επανεκλογή της, με τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και ο υπουργός Οικονομικών Ολαφ Σολτς για τη γνωριμία του με τον γάλλο ομόλογό του Μπρούνο λε Μερ.
Οι απανωτές επισκέψεις υπογράμμισαν το μήνυμα του Βερολίνου για την προτεραιότητα που δίνει η νέα κυβέρνηση στην Ευρώπη, στην οποία αφιερώνεται και το πρώτο κεφάλαιο της κυβερνητικής συμφωνίας του «μεγάλου συνασπισμού» CDU-CSU / SPD. «Είναι σημαντικό ότι η συμφωνία αυτή δεν περιλαμβάνει «κόκκινες γραμμές», δεν αποκλείει τίποτα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι επιτρέπει τα πάντα» λέει η Ντανιέλα Σβάρτσερ, διευθύντρια της Γερμανικής Εταιρείας Εξωτερικής Πολιτικής (DGAP). Είναι μια «καλή αφετηρία εκκίνησης» που παραπέμπει σε βασικές αρχές, όπως ο ρόλος της γερμανικής Βουλής στη μετεξέλιξη του ESM σε Ευρωπαϊκό Νομισματικό Ταμείο και το Σύμφωνο Σταθερότητας ως εργαλείο διασφάλισης της δημοσιονομικής πειθαρχίας.
Το Βερολίνο βλέπει και θέλει να αξιοποιήσει την πολιτική δυνατότητα να βρεθούν συμβιβασμοί με τον Μακρόν, ο οποίος εξελέγη πρόεδρος με ευρωπαϊκή και μεταρρυθμιστική ατζέντα, αναλαμβάνοντας την εθνική ευθύνη και το ρίσκο. Δρομολόγησε ήδη μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της Γαλλίας, κερδίζοντας έτσι την εμπιστοσύνη των Γερμανών.
Ο Μακρόν γνωστοποίησε τη μεταρρυθμιστική του ατζέντα για την ΕΕ και την ευρωζώνη με την ομιλία του στο Πανεπιστήμιο της Σορβόννης αμέσως μετά τις γερμανικές εκλογές. Η καγκελάριος Μέρκελ είναι ο σημαντικότερος εταίρος του για τη μεταρρύθμιση της ΕΕ. Εχουν όμως διαφορετικές προτεραιότητες, σημειώνει η ερευνήτρια της DGAP Κλερ Ντεμεσμάι. Με την έξοδο της Βρετανίας, απόλυτη προτεραιότητα για το Βερολίνο έχει η διασφάλιση της συνοχής της ΕΕ των 27. Για το Παρίσι, αντίθετα, προτεραιότητα έχουν η εμβάθυνση και η μετεξέλιξη της ΕΕ.
Ο Μακρόν επείγεται, θέλει να γίνουν όσο το δυνατόν περισσότερα όσο γίνεται γρηγορότερα. Σε κάθε περίπτωση, πριν από τις ευρωεκλογές να δρομολογηθούν οι σημαντικότερες πρωτοβουλίες.
Ωστόσο, η πολύμηνη κυβερνητική κρίση στη Γερμανία καθυστέρησε σημαντικά την απάντηση του Βερολίνου και έδωσε την ευκαιρία ομαδοποίησης των χωρών του ευρωπαϊκού Βορρά με τις οκτώ χώρες (Ολλανδία, Δανία, Σουηδία, Φινλανδία, Ιρλανδία, Λετονία, Λιθουανία) που θέλουν να αποτρέψουν την επικράτηση νοτιοευρωπαϊκής νοοτροπίας στην ΕΕ.
Το Βερολίνο, για λόγους ιστορικούς, πολιτικούς, οικονομικούς, είχε πάντα το βλέμμα στραμμένο στις χώρες της Βόρειας και Ανατολικής Ευρώπης. Επεδίωξε με τη μεγάλη διεύρυνση την ενσωμάτωσή τους στην ΕΕ, ανέπτυξε σχέσεις, δημιουργήθηκαν ισχυρές οικονομικές διασυνδέσεις. «Δεν θέλει να ρισκάρει τα πολιτικά και οικονομικά πλεονεκτήματα με μια εμβάθυνση της ευρωζώνης και της ΕΕ που θα μεγάλωνε το χάσμα με τις χώρες αυτές» λέει η Σβάρτσερ: «Για τη Γερμανία δεν μπορεί το αντίτιμο της εμβάθυνσης να είναι η διάσπαση της ΕΕ».
Είναι ενδεικτικό ότι η Μέρκελ στη Βαρσοβία, την οποία επισκέφθηκε μετά το Παρίσι, επέμεινε σε μια «κοινή ατζέντα για την Ευρώπη». Αντίθετα ο Μακρόν, απευθυνόμενος στην Πολωνία και σε άλλες ανατολικοευρωπαϊκές χώρες, τόνιζε ότι «η ΕΕ δεν είναι σουπερμάρκετ». «Ο Μακρόν δεν διστάζει να προκαλέσει τις χώρες αυτές ακόμα και με τον κίνδυνο να χάσει κάποιες στην πορεία» λέει η Ντεμεσμάι.
Συγκλίσεις και αποκλίσεις
Οι διαφορετικές προσεγγίσεις επιβραδύνουν τη συνεργασία Γαλλίας – Γερμανίας που θα πρέπει να βρουν κοινό παρονομαστή σε αρκετά ανοιχτά ακόμη ζητήματα.
Τραπεζική Ενωση: Η γερμανική πλευρά θεωρεί προβληματικό πεδίο της ευρωζώνης το ότι δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός ανάμεσα στο δημόσιο χρέος και στη σταθεροποίηση του τραπεζικού τομέα. Η Τραπεζική Ενωση έκανε σημαντικά βήματα, αλλά μένει άλυτο το ζήτημα της εγγύησης καταθέσεων. Τη δέχεται η Γερμανία με τον όρο ότι οι τράπεζες θα έχουν πάρει έναν συγκεκριμένο βαθμό εξυγίανσης. Δέχεται συμμετοχή σε μηχανισμούς διαχείρισης κρίσεων μόνο εφόσον οι κίνδυνοι έχουν ελαχιστοποιηθεί.
Δημοσιονομική Ενωση: Υπάρχει προσέγγιση στη φορολόγηση επιχειρήσεων για την αποτροπή του φορολογικού ντάμπινγκ. Σημαντικό μήνυμα είναι η σαφής δέσμευση που περιλαμβάνεται στην κυβερνητική συμφωνία ότι η Γερμανία είναι πρόθυμη να πληρώσει περισσότερα στην ΕΕ. «Στην ευρωπαϊκή ιστορία δεν υπάρχει προηγούμενο κυβέρνησης η οποία, πριν ξεκινήσει η διαπραγμάτευση του προϋπολογισμού, να δηλώνει ότι θα πληρώσει περισσότερα» λέει η Σβάρτσερ. To βασικό ερώτημα όμως είναι αν με τα χρήματα αυτά θα κλείσουν τρύπες ή θα αναδιαταχθούν οι πολιτικές της ΕΕ.
Προϋπολογισμός της ευρωζώνης: Τον απορρίπτει η Γερμανία με χωριστό μηχανισμό και ευρωκοινοβουλευτικό έλεγχο. Αντιπροτείνει να ενταχθεί στον μεσοπρόθεσμο σχεδιασμό τής ΕΕ ειδικό χρηματοδοτικό πλαίσιο για την ευρωζώνη. Ο κοινοβουλευτικός έλεγχος θα ασκείται από επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου. Ετσι αποδυναμώνεται η επιχειρηματολογία υπέρ ενός Ευρωκοινοβουλίου της ευρωζώνης. Η Γερμανία δίνει βάρος και στο είδος των δαπανών, τις οποίες θέλει ως υποστήριξη της μεταρρυθμιστικής διαδικασίας και κίνητρο για δύσκολες μεταρρυθμιστικές αποφάσεις.
Επενδύσεις σε τομείς όπως καινοτομία και εκπαίδευση είναι δύσκολο να υποστηριχθούν μόνο για την ευρωζώνη. Επίσης, ελάχιστη ανταπόκριση βρίσκει στο Βερολίνο η γαλλική ιδέα των αυτόματων σταθεροποιητών της οικονομίας, όπως υπάρχουν στις ΗΠΑ. Προτάσεις για την αυτόματη εξισορρόπηση ανισοτήτων, ευρωπαϊκή ασφάλεια ανεργίας κ.λπ. υπάρχουν από καιρό στο τραπέζι της Κομισιόν, τις υποστηρίζει η Γαλλία, αλλά αντιστέκεται η Γερμανία. Στη διάσταση αυτή αντικατοπτρίζονται και οι διαφορές στο αφήγημα της κρίσης που υπάρχει στη Γαλλία και στη Γερμανία, χώρες με δύο παραδοσιακά διαφορετικές σχολές οικονομικής σκέψης και πρακτικής.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ