Ξορκίζει τους δασμούς ο εμπορικός κόσμος των ΗΠΑ
«Θα έχει αρνητικό αντίκτυπο για τις εργαζόμενες οικογένειες των Αμερικανών»
{ΑΡΧ}Είκοσι τέσσερις μεγάλες εταιρείες λιανικών πωλήσεων των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων της μεγαλύτερης εταιρείας σουπερμάρκετ στον κόσμο Wal-Mart και της ΙKEA Βόρειας Αμερικής, υπογράφουν κοινή επιστολή με την οποία απευθύνουν έκκληση προς τον Ντόναλντ Τραμπ να μην προχωρήσει στην επιβολή δασμών άνω των 60 δισ. δολαρίων στις εισαγωγές σειράς καταναλωτικών αγαθών από την Κίνα.
Η διακυβέρνηση Τραμπ έχει ανακοινώσει ότι προετοιμάζει τη δασμολόγηση κινεζικών ηλεκτρονικών και τηλεπικοινωνιακών συσκευών καθώς και άλλων αγαθών ευρείας κατανάλωσης, όπως είναι τα υποδήματα και τα παιχνίδια, για να εξαναγκάσει το Πεκίνο να πάψει να εφαρμόζει βλαπτικές για τα αμερικανικά συμφέροντα πρακτικές που αφορούν την πνευματική ιδιοκτησία και τις επενδύσεις. «Κάθε δασμολογικό μέτρο που σκοπεύετε να εφαρμόσετε θα έχει αρνητικό αντίκτυπο για τις εργαζόμενες οικογένειες των Αμερικανών, διότι θα επιφέρει ανατιμήσεις σε βασικά είδη κάθε νοικοκυριού, όπως είναι τα ρούχα, τα παπούτσια, οι ηλεκτρονικές συσκευές και άλλα αγαθά του σπιτιού» αναφέρεται στην επιστολή που παραδόθηκε στον Λευκό Οίκο την περασμένη Δευτέρα.
Την επιστολή υπογράφουν οι μάνατζερ των Wal-Mart, Target, Best Buy, Macy’s, Abercrombie & Fitch, American Eagle Outfitters, Big Lots, Chico’s, Columbia Sportswear, Costco, Dollar Tree, Gap, Haverty’s Furniture, JCPenney, Jo-Ann Stores, Kohl’s Department Stores, IKEA North America Services, Levi Strauss and Co, Qurate Retail Group, Sears Holding, The Michaels Companies, VF Corp και Wolverine Worldwide. Οι «24» ζητούν από τον πρόεδρο και την κυβέρνηση να εργαστούν από κοινού με τις επιχειρήσεις της χώρας ώστε να βρεθεί μια λύση.
Αντίκτυπος στις τιμές
«Καθώς ερευνάτε τις επιβλαβείς πρακτικές των εμπορικών εταίρων μας, εμείς σας ζητούμε να υπολογίσετε με προσοχή τον αντίκτυπο που θα έχει κάθε αντίμετρο στις τιμές καταναλωτή» σημειώνεται στην επιστολή, η οποία επιβεβαιώνει για άλλη μια φορά το χάσμα απόψεων που υπάρχει μεταξύ της διακυβέρνησης Τραμπ και του επιχειρηματικού κόσμου των ΗΠΑ.
Την περασμένη Κυριακή, εξάλλου, ένας όμιλος εμπορικών ενώσεων, που εκπροσωπεί σχεδόν το σύνολο των αμερικανικών επιχειρήσεων, είχε εκφράσει με δική του επιστολή προς τον Τραμπ την ανησυχία του για τις επιπτώσεις της πολιτικής δασμών και του προστατευτισμού. Στις ενώσεις περιλαμβάνονται το Αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, η Εθνική Ομοσπονδία Επιχειρήσεων Λιανικών Πωλήσεων και το Συμβούλιο της Αμερικανικής Βιομηχανίας Πληροφορικής. «Οι δασμοί θα ακυρώσουν κάθε όφελος που θα έχει για τις αμερικανικές επιχειρήσεις η φορολογική μεταρρύθμιση Τραμπ» δήλωσε η Σάντι Χιλ, πρόεδρος του Συνδέσμου Μεγάλων Εταιρειών Λιανικής που οργάνωσε την πρωτοβουλία αυτή.
Δεν θέλει ενεργειακούς δεσμούς με τη Μόσχα η Μέρκελ
Επιδιώκει να μειώσει επειγόντως την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο
Η δημιουργία μιας βιομηχανίας εκμετάλλευσης υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) προστέθηκε στις ενεργειακές προτεραιότητες της Ανγκελα Μέρκελ κατά τη νέα, τέταρτη συνεχόμενη θητεία της στη γερμανική Καγκελαρία. Πιθανώς υψηλότερα στην ατζέντα ακόμα και από την προώθηση της αιολικής και ηλιακής ενέργειας. Διότι η Γερμανία δεν έχει αναλάβει μόνο τη διπλή υποχρέωση να κλείσει ως το 2022 τους πυρηνικούς σταθμούς της και να σταματήσει ως το 2050 τη χρήση υδρογονανθράκων για την παραγωγή ενέργειας. Επιδιώκει επίσης να μειώσει επειγόντως την ενεργειακή εξάρτησή της από τη Ρωσία.
Πρόκειται για μια απόφαση αμιγώς πολιτική. Δεν έχει να κάνει με την προστασία του φυσικού περιβάλλοντος του πλανήτη, αλλά υπαγορεύεται από τις όλο και τοξικότερες πολιτικές σχέσεις της Ευρώπης με τη Ρωσία, που επιδεινώθηκαν απότομα προσφάτως εξαιτίας της δηλητηρίασης στη Βρετανία πρώην κατασκόπου και της κόρης του, ενέργεια για την οποία το Λονδίνο θεωρεί υπεύθυνη τη Μόσχα.
Το Βερολίνο αποφάσισε να δημιουργήσει τερματικούς σταθμούς στα γερμανικά λιμάνια της Βόρειας Θάλασσας και της Βαλτικής για την εισαγωγή υγροποιημένου φυσικού αερίου. Αποφάσισε επίσης να αναπτύξει τις εισαγωγές LNG μέσω γειτονικών της χωρών, της Ολλανδίας, της Πολωνίας και του Βελγίου. Το πρόγραμμα που μελετά έχει ορίζοντα τετραετίας. Και σκοπό τη σταδιακή απεξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο, που καλύπτει σήμερα το 60% των αναγκών της χώρας.
Η μεγάλη ενεργειακή εξάρτηση από τη Ρωσία οφείλεται εν πολλοίς στον πρώην καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος λίγο προτού παραδώσει τη σκυτάλη στη Μέρκελ το 2005 υπέγραψε μείζονα ενεργειακή συμφωνία με τον Βλαντίμιρ Πούτιν. Και λίγο αφότου εγκατέλειψε την Καγκελαρία διορίστηκε επικεφαλής της Επιτροπής Μετόχων του αγωγού Nord Stream, μέσω του οποίου μεταφέρεται το ρωσικό αέριο της Gazprom στη Γερμανία – είχαν δημιουργηθεί τότε ερωτήματα για πιθανή σύγκρουση συμφερόντων.
Αγανάκτηση
Το 2016 ο Σρέντερ έγινε μάνατζερ του νέου αγωγού Nord Stream 2 και το 2017 διορίστηκε στο διοικητικό συμβούλιο της μεγαλύτερης ρωσικής πετρελαϊκής εταιρείας, της Rosneft – σε μια εποχή μάλιστα που η Δύση επέβαλλε κυρώσεις στη Ρωσία για την επέμβαση στην Ουκρανία. Η αποκάλυψη του πρώην καγκελαρίου ότι για τη… μερική αυτή απασχόλησή του θα αμείβεται με 350.000 δολάρια ετησίως, σε συνδυασμό με τη δημοσίευση πληροφοριών για πιθανή ανάμειξη της Μόσχας στις γερμανικές εκλογές του 2017, προκάλεσε τη συγκρατημένη… αγανάκτηση της Μέρκελ, η οποία δήλωσε πως δεν νομίζει ότι αυτά που κάνει ο κ. Σρέντερ είναι ορθά.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ