H πρώτη συνάντησή του με την Οντρεϊ Χέπμπορν, που πραγματοποιήθηκε το 1953, συνοδεύτηκε από μια αστεία παρεξήγηση. Ο 26χρόνος τότε Ιμπέρ ντε Ζιβανσί είχε ανοίξει το δικό του ατελιέ στο Παρίσι μόλις πριν από έναν χρόνο. Η βρετανίδα ηθοποιός, μολονότι είχε προκαλέσει αίσθηση στην ταινία «Διακοπές στη Ρώμη» (1953) στις ΗΠΑ, ήταν μάλλον μια άγνωστη φιγούρα στο Παρίσι, καθώς το φιλμ, που θα της χάριζε αργότερα και ένα Οσκαρ, δεν είχε προλάβει ακόμη να προβληθεί στην Ευρώπη. Ετσι, όταν ο Ιμπέρ ντε Ζιβανσί ενημερώθηκε πως «η κυρία Χέπμπορν» επρόκειτο να τον επισκεφθεί προκειμένου να συνεργαστεί μαζί του για την ταινία «Γλυκιά μου Σαμπρίνα» (1954), περίμενε αντί για εκείνη να σταθεί μπροστά του η διάσημη συνεπώνυμη συνάδελφός της, Κάθριν Χέπμπορν, ωστόσο στο ατελιέ του μπήκε «αυτή η πολύ αδύνατη κοπέλα με τα πανέμορφα μάτια, τα κοντά μαλλιά, τις πυκνές βλεφαρίδες, το πολύ στενό παντελόνι, που φορούσε μπαλαρίνες και ένα κοντό Τ-shirt».
Η Οντρεϊ Χέπμπορν έγινε τελικά η αδιαμφισβήτητη μούσα του –την «αναγόρευσε» παντοτινό fashion icon μέσα από την ταινία «Πρόγευμα στο Tiffany’s» (1961), φορώντας της εκείνο το μικρό μαύρο εφαρμοστό φόρεμα, τα μακριά γάντια και τις λευκές πέρλες στον λαιμό. Και ο γάλλος μόδιστρος –ο οποίος έφυγε στον ύπνο του στα 91 του χρόνια το προηγούμενο Σάββατο, στο σατό του, λίγο έξω από το Παρίσι, στο πλευρό του συντρόφου του, του επίσης σχεδιαστή Φιλίπ Βενέ –κέρδισε τον τίτλο του δημιουργού που ήξερε να ντύνει τις γυναίκες. Ισως γιατί παρομοίαζε την υψηλή ραπτική με την πλαστική χειρουργική. «Σβήνουμε τις ατέλειες και βελτιώνουμε τη σιλουέτα» έλεγε. Και έτσι έντυσε όλες τις ιέρειες του παλιού Χόλιγουντ, την Γκρέτα Γκάρμπο, τη Μαρλένε Ντίτριχ, την Γκρέις Κέλι, τη Λορίν Μπακόλ, ακόμη και τη δική μας εθνική σταρ Αλίκη Βουγιουκλάκη, η οποία παντρεύτηκε τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ στους Δελφούς το 1965 φορώντας ένα νυφικό από άγριο μετάξι του οίκου Givenchy, το οποίο το διαπιστευμένο ραφείο «Νίτσα» ανέλαβε να ράψει στην Ελλάδα σύμφωνα με τα πατρόν του.
Εκείνος άλλωστε ήταν ένας από τους πρώτους ανθρώπους στον οποίο τηλεφώνησε η Γουόλις Σίμπσον αμέσως μετά τον θάνατο του συζύγου της, Εδουάρδου Η’, ο οποίος παραιτήθηκε για χάρη της από τον βρετανικό θρόνο. Και ο μετρ της υψηλής μόδας ξενύχτησε για να δημιουργήσει μέσα σε ένα βράδυ το απλό μαύρο παλτό με το μακρύ μαύρο βέλο που φόρεσε στην κηδεία η Σίμπσον. Και ύστερα υπήρξε και η Τζάκι Κένεντι. Για την πρώτη της επίσημη επίσκεψη στη Γαλλία στο πλευρό του JFK το 1961 εκείνον πάλι εμπιστεύτηκε. «Δημιουργήσαμε 10 ή 15 κομμάτια… αλλά η γραμματέας της μου είπε ότι δεν έπρεπε να δημοσιοποιηθεί» είχε δηλώσει ο διάσημος σχεδιαστής, καθώς η διπλωματία της μόδας απαιτούσε η πρώτη κυρία των ΗΠΑ να φορά δημιουργίες αμερικανών σχεδιαστών. Η Τζάκι όμως δεν τον ξέχασε και μετά το τέλος του ταξιδιού της του έστειλε μια κάρτα, σημειώνοντας το κομπλιμέντο που της έκανε ο Σαρλ ντε Γκολ. «Μαντάμ, απόψε μοιάζετε με Παριζιάνα».
Ο Ιμπέρ Τζέιμς Τάφιν Μαρσέλ ντε Ζιβανσί γεννήθηκε τον Φεβρουάριο του 1927 στο Μποβέ της Γαλλίας. Ο πατέρας του, ο μαρκήσιος Λουσιέν ντε Ζιβανσί, πέθανε όταν ήταν μόλις δύο ετών και εκείνος μεγάλωσε με τη μητέρα του και τους γονείς της. «Η μητέρα μου λάτρευε να ντύνεται καλά» έχει δηλώσει ο Ζιβανσί, που ως παιδί τη συνόδευε στα ταξίδια που έκανε για τα ψώνια της, ενώ στον ελεύθερο χρόνο του ξεκοκάλιζε περιοδικά μόδας.
Παρά την επιθυμία της οικογένειάς του να σπουδάσει νομικά, παρακολούθησε μαθήματα στη Σχολή Καλών Τεχνών του Παρισιού και βρέθηκε να σχεδιάζει για τον οίκο του Ζακ Φατ, ενώ αργότερα συνέχισε στον Ρομπέρ Πιγκέ και στον Λουσιέν Λελόν –όπου συνέπεσε μάλιστα με τους άσημους τότε Κριστιάν Ντιόρ και Πιερ Μπαλμέν –για να καταλήξει να δουλέψει στο πλευρό της Ελσα Σκιαπαρέλι. Εκείνα τα χρόνια κατάφερε να αναπτύξει μια δυνατή φιλία με τον σχεδιαστή Κριστόμπαλ Μπαλενσιάγκα, ο οποίος έγινε ουσιαστικά ο μέντοράς του. Το 1952 ο 25χρονος Ζιβανσί παίρνει την απόφαση να ανοίξει τον δικό του οίκο μόδας. Ξεκινάει με μια low cost λογική: ράβει τα ρούχα από υφάσματα ανδρικών πουκαμίσων και εφόσον οι πελάτισσές του τα επιλέξουν, τα ράβει σε υφάσματα της επιλογής τους. Παρουσιάζει τη συλλογή του και εντυπωσιάζει. Η πουκαμίσα σε σχέδιο «Βettina» –ονομάστηκε έτσι από το διάσημο μανεκέν της εποχής Μπετίνα Γκρατσιάνι –δημιουργεί πάταγο. Στο τέλος της πρώτης ημέρας οι πωλήσεις φτάνουν τα 14.000 δολάρια και η εφημερίδα «Τhe New York Times» επιφυλάσσει διθυραμβικά σχόλια για την πρώτη του συλλογή κάνοντας λόγο για «ένα από τα πιο φανταστικά ντεμπούτα της παριζιάνικης ραπτικής».
Ο Ζιβανσί πρεσβεύει το μοντέρνο, προτείνει τα «separates», κομμάτια που φοριούνται μαζί αλλά και χωριστά, και υφαίνει την ίδια στιγμή τον θρύλο του. Σφραγίζει τη δεκαετία του 1950 με τα θηλυκά φορέματα, το 1960 προτείνει πιο κοντούς ποδόγυρους, και τη δεκαετία του 1970 και του 1980 προχωρεί με τα κομψά ανδρικά κουστούμια του. Ετσι ο οίκος Givenchy μπαίνει και στην ανδρική μόδα, παράγει αξεσουάρ, κοσμήματα, έπιπλα και αρώματα, όπως το «L’ Interdit» που συνδέεται ανεξίτηλα με το όνομα της Οντρεϊ Χέπμπορν.
Το 1988 ο Ζιβανσί πούλησε τον οίκο του στον όμιλο LVMH της γαλλικής δυναστείας Αρνό έναντι 46 εκατ. δολαρίων, αλλά συνέχισε να δημιουργεί μέχρι να «συνταξιοδοτηθεί» το 1995. Είναι η εποχή που πλέον η μόδα αλλάζει. Τον διαδέχεται ο αιρετικός Τζον Γκαλιάνο και ακολουθούν ο μοιραίος Αλεξάντερ Μακ Κουίν, ο Τζούλιαν Μακ Ντόναλντ και ο Ρικάρντο Τίσι, ενώ σήμερα τα ηνία του οίκου κρατά η Κλερ Γουέιτ Κέλερ.
Στο αποχαιρετιστήριο ντεφιλέ του το 1995 στην πρώτη σειρά των καθισμάτων βρίσκονταν για να αποτίσουν φόρο τιμής στο πρόσωπό του όλοι οι θρύλοι της υψηλής ραπτικής: ο Βαλεντίνο, ο Ιβ Σεν Λοράν, ο Κριστιάν Λακρουά, ο Οσκαρ ντε λα Ρέντα. Ο πάντα αριστοκρατικός, κομψός, ευθυτενής, ύψους 1,96 μέτρων Ιμπέρ ντε Ζιβανσί, φορώντας τη χαρακτηριστική άσπρη ποδιά του, δάκρυσε. Δάκρυσε και όταν ο γιος της Οντρεϊ Χέπμπορν του πρόσφερε ένα μπουκέτο άσπρα τριαντάφυλλα από τις 60 τριανταφυλλιές που ο σχεδιαστής είχε χαρίσει στη μητέρα του ως δώρο για τα 60ά γενέθλιά της, επισφραγίζοντας με φινέτσα μια βαθιά σχέση ζωής. «Τα ρούχα του είναι τα μόνα στα οποία είμαι ο εαυτός μου. Είναι κάτι παραπάνω από ένας σχεδιαστής, είναι ο δημιουργός μιας προσωπικότητας» είχε πει για εκείνον η διάσημη ηθοποιός. Οταν μάλιστα χτυπημένη από τον καρκίνο ήθελε να περάσει τα τελευταία Χριστούγεννα της ζωής της στο σπίτι της, στην Ελβετία, ο Ζιβανσί της έστειλε το ιδιωτικό αεροπλάνο της φίλης του Μπάνι Μέλον για να τη μεταφέρει από το Λος Αντζελες, καθώς ήταν τόσο αδύναμη που δεν θα μπορούσε να αντέξει μια πολιτική πτήση. «Σε ευχαριστώ για το μαγικό χαλί» του έγραψε με χιούμορ αργότερα η Χέπμπορν.
Λάτρης της απέριττης κομψότητας, ο Ιμπέρ ντε Ζιβανσί έφυγε αθόρυβα στις 10 Μαρτίου. Το γαλλικό περιοδικό «L’ Express» είχε γράψει κάποτε ότι ο Ζιβανσί είναι για τη μόδα «ό,τι ήταν η Φρανσουάζ Σαγκάν για τη λογοτεχνία και ο Μπερνάρ Μπουφέ για τη ζωγραφική: επιτυχημένος, σαγηνευτικός, υπέροχος, και πολύ, πολύ Γάλλος».

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Μαρτίου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ