«Κάνω λάικ μέχρι να βαρεθώ». Πολλοί χρήστες του Instagram θα ταυτιστούν με τη φράση της 14χρονης Κατερίνας, αφού αυτή τη συνήθεια έχουν αποκτήσει και οι ίδιοι. Κάνουν δηλαδή διπλό κλικ με το δάχτυλο στην οθόνη του κινητού μέχρι να εμφανιστεί πάνω στη φωτογραφία που τους αρέσει η πολυπόθητη καρδούλα –στο λεωφορείο, στο διάλειμμα από τη δουλειά, ακόμη και ξαπλωμένοι στο κρεβάτι προτού τους πάρει ο ύπνος. Η δημοφιλέστατη εσχάτως (ειδικά στις νεότερες ηλικίες) photo-sharing εφαρμογή που κερδίζει συνεχώς έδαφος έναντι του Facebook, του Twitter και του Snapchat, επιτρέπει στους χρήστες της να αναρτούν στον λογαριασμό τους φωτογραφίες που έχουν τραβήξει, τροποποιημένες συνήθως με κάποιο φίλτρο, ακόμη και να αναμεταδίδουν (και ζωντανά αν θέλουν) στιγμιότυπα από τη ζωή τους με τη λειτουργία Stories. Το Instagram δεν διαθέτει κάποια τρικυμιώδη ιστορία: λανσαρίστηκε τον Οκτώβριο του 2010, απέκτησε 10 εκατομμύρια χρήστες μέσα σε έναν χρόνο και το 2012 αγοράστηκε από τον κολοσσό Facebook (για 1 δισεκατομμύριο δολάρια).
Σήμερα, περισσότεροι από 800 εκατομμύρια άνθρωποι παγκοσμίως χρησιμοποιούν το Instagram σχεδόν κάθε μέρα και, όπως κάθε τέτοιο μαζικό φαινόμενο, έχει διαμορφώσει, τρόπον τινά, τον κόσμο μας. Η επίδρασή του, όχι μόνο στην καθημερινή δραστηριότητά μας, αλλά και σε τομείς όπως η γαστρονομία, ο τουρισμός και ο πολιτισμός, έχει υπάρξει καταλυτική. Τα γραφεία τουρισμού διαφόρων χωρών διοργανώνουν τα τελευταία χρόνια τις διαφημιστικές εκστρατείες τους παρέχοντας δωρεάν ταξίδια στους πιο δημοφιλείς χρήστες (influencers) για να επωφεληθούν από την επιρροή τους, ενώ ακόμη και οι εικαστικές εκθέσεις προσπαθούν στις μέρες μας να γίνουν φιλικές προς το Instagram προκειμένου να κερδίσουν στο παιχνίδι της προβολής. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του «Infinity Mirrors» της γιαπωνέζας καλλιτέχνιδος Γιαγιόι Κουσάμα, η παραμονή σε κάθε εγκατάσταση του οποίου επιτρεπόταν
–στο Μουσείο Broad του Λος Αντζελες όπου φιλοξενήθηκε πριν από μερικούς μήνες – μόνο για 30 δευτερόλεπτα, ίσα-ίσα για να τραβήξει ο επισκέπτης μερικές καλές selfies.
Το «φαινόμενο Instagram» έχει αποκτήσει φανατικούς υποστηρικτές αλλά και λυσσώδεις πολέμιους, ανθρώπους που το κατηγορούν για πολλούς λόγους, κυρίως όμως γιατί έχει χάσει τον πιο οικείο, αυθεντικό και καλλιτεχνικό χαρακτήρα που είχε στην αρχή. Το πώς ακριβώς συνέβη αυτό μάς το εξηγεί ο media-savvy ηθοποιός Φάνης Παυλόπουλος, ο οποίος αναγνώρισε γρήγορα την προοπτική του νέου, τότε, αυτού μέσου –διατηρεί ως @fanellas έναν εξαιρετικά δημοφιλή λογαριασμό με 158.000 followers (ακολούθους): «Εκανα sign up τον Ιανουάριο του 2011, δηλαδή τρεις μήνες μετά την επίσημη έναρξη λειτουργίας της. Ημουν ουσιαστικά από τους πρώτους χρήστες και μάλιστα εξαιρετικά ενεργός. Ανέβαζα απαραιτήτως μία φωτογραφία την ημέρα, ενίοτε περισσότερες. Σε μια προσπάθεια να αποκτήσει περισσότερους χρήστες εκτός των ΗΠΑ, η εφαρμογή άρχισε να δημιουργεί ambassadors («πρεσβευτές») σε όλες τις χώρες με σκοπό να μεγαλώσουν αυτή την κοινότητα. Εγώ ήμουν ένας από αυτούς για την Ελλάδα. Ουσιαστικά, έλαβα ένα e-mail από το Instagram όπου μου ανακοίνωναν ότι είμαι «προτεινόμενος χρήστης», κάτι που κράτησε για περίπου δύο χρόνια. Εκεί οφείλεται και ο μεγάλος αριθμός των followers μου. Με τον καιρό, οι έλληνες χρήστες αρχίσαμε να γνωριζόμαστε μεταξύ μας και να οργανώνουμε τα γνωστά InstaMeets και InstaWalks. Πάνω σε αυτό στηρίχτηκε και όλο το στήσιμο του Instagram. Στη σχέση και την αλληλεπίδραση των χρηστών. Κάπως έτσι λοιπόν δημιουργήθηκαν οι πρώτοι influencers και τα πρώτα χορηγούμενα posts».
Τι έχει αλλάξει πλέον λοιπόν; «Το αρχικό μότο, «Community first»» λέει ο Φάνης Παυλόπουλος και εξηγεί: «Αυτή ήταν η μαγική φράση που παρακινούσε όλον αυτόν τον κόσμο να συναντιέται με αγνώστους και να περπατούν μαζί στην πόλη βγάζοντας φωτογραφίες. Το Ιnstagram, όμως, ως μέλος της οικογένειας του Facebook, αφαίρεσε τους πάντες από τη λίστα με τους προτεινόμενους χρήστες και τους αντικατέστησε με celebrities. Σταμάτησε να ενδιαφέρεται για τους ανθρώπους που το έστησαν, που ήταν οι ίδιοι οι χρήστες, και έγινε μια «business first» επιχείρηση. Και μετά εμφανίστηκαν τα ψεύτικα προφίλ και τα bots. Η μεγαλύτερη πληγή του Instagram».
Με το ανησυχητικό ζήτημα των bots αλλά και του hacking λογαριασμών ασχολήθηκαν πριν από μερικές ημέρες οι «New York Times» δημοσιεύοντας ένα ρεπορτάζ που εξηγούσε πώς οι ψεύτικοι λογαριασμοί μεγιστοποιούν τον χρόνο εμπλοκής των χρηστών με το μέσο αλλά και πώς οι αγορασμένοι followers χρησιμοποιούνται από τους λεγόμενους influencers προκειμένου να απαιτούν περισσότερα χρήματα για τα χορηγούμενα posts τους. Η μεγάλη επιτυχία συνεπάγεται πολλά κέρδη, και όσο μεγαλώνει το Instagram τόσο θα πληθαίνουν τέτοια περιστατικά.
Οπως εξηγεί ο Φάνης Παυλόπουλος: «Ο κόσμος άρχισε να ενδιαφέρεται περισσότερο για τα νούμερα και λιγότερο για την ποιότητα των φωτογραφιών. Η αγορά likes & followers είναι πλέον το σύνηθες. Ξαφνικά σε μία νύχτα ήθελαν όλοι να γίνουν influencers. Οχι δουλεύοντας για καλύτερο περιεχόμενο αλλά απλά αγοράζοντας πολύ φθηνά ανύπαρκτους followers. Παράλληλα, το feed δεν εμφανίζει τα posts με χρονολογική σειρά όπως παλιά, εξαιτίας του νέου αλγορίθμου, με αποτέλεσμα πολλές φωτογραφίες να μην εμφανίζονται πλέον καθόλου και οι χρήστες να χάνουν likes και views. Ετσι, η λύση για αρκετούς είναι το κλέψιμο. Ενα καινούργιο, άγνωστο σε πολλούς πρόβλημα είναι το χακάρισμα των λογαριασμών. Κλέβουν λογαριασμούς και τους πουλάνε σε άλλους χρήστες. Πρόσφατα, ένας λογαριασμός από το Σικάγο με 160.000 followers πουλήθηκε έναντι 200 δολαρίων. Ετοιμοι followers μόνο με διακόσια δολάρια».
Οι περισσότεροι χρήστες πάντως δεν αποθαρρύνονται από τέτοιες ειδήσεις. Η επέλαση της εφαρμογής δεν είναι δύσκολο να εξηγηθεί: το Instagram και, σε μικρότερο βαθμό, το Pinterest εθίζουν τους χρήστες τους σε έναν καταιγισμό από καλαίσθητες εικόνες, παρέχοντας ταυτόχρονα ανεξάντλητες ιδέες σχετικά με το στυλ, τη μόδα, το φαγητό, την ομορφιά, τα ταξίδια και τη διακόσμηση. Εδώ δεν έχουν θέση οι αδιάφορες προσωπικές πληροφορίες, οι πολιτικές αναλύσεις και οι βαθυστόχαστες απόψεις επί παντός επιστητού. Χάρη στην απόλυτη έμφαση που δίνεται στις όμορφες φωτογραφίες και στα χαριτωμένα ή σέξι ενσταντανέ, οι διαφημιστές το προτιμούν, αφού τους φαίνεται νεανικό, ζωντανό και πολύ άμεσο όσον αφορά τη διάδοση ενός μηνύματος –ανακοινώθηκε μάλιστα πέρυσι πως το Instagram διπλασίασε μέσα σε έναν χρόνο τον αριθμό των διαφημιζομένων σε αυτό. Τα στελέχη του marketing το προτιμούν γιατί, σε αντίθεση με το Facebook, έχει απλοποιήσει τη διαδικασία του shopping, μιας διαδικασίας που μπορεί να επιτευχθεί ακόμη και με ένα μόνο κλικ. Ας μην ξεχνάμε επίσης πως, ενώ οι αναρτήσεις στο Facebook έχουν μικρή διάρκεια ζωής (θεωρούνται αποτελεσματικές μόνο για μισή ώρα μετά την κοινοποίησή τους), το να ψάχνεις ένα παλαιότερο post στο Instagram αποτελεί αντιθέτως μια πολύ ευχάριστη και εύκολη αναζήτηση. Βρίσκεις τον λογαριασμό που σε ενδιαφέρει και απλώς χαζεύεις.
Θα άξιζε να αναφέρουμε ότι οι πιο δημοφιλείς λογαριασμοί του Instagram ανήκουν σε διασημότητες, όπως οι ποπ σταρ Σελίνα Γκόμεζ, Μπιγιονσέ και Αριάνα Γκράντε, ο ποδοσφαιριστής Κριστιάνο Ρονάλντο και η πασίγνωστη (γενικώς) Κιμ Καρντάσιαν με τις αδελφές της. Η δυνατότητα να κρυφοκοιτάξουμε στη ζωή τους μέσα από μια ψηφιακή κλειδαρότρυπα, αλλά και ο ακαταμάχητος συνδυασμός ομορφιάς και πολυτελούς διαβίωσης έχουν οδηγήσει δεκάδες εκατομμύρια δάχτυλα στο να πατήσουν follow στα προφίλ τους. Και στην Ελλάδα η (κατά βάση τηλεοπτική) αναγνωρισιμότητα μεταφράζεται σε εκατοντάδες χιλιάδες followers, με τον κύπριο ηθοποιό και σκηνοθέτη Ανδρέα Γεωργίου να κρατά τα ηνία και να έπονται, σε τυχαία σειρά, η Ελένη Μενεγάκη, ο Σάκης Τανιμανίδης, ο Σάκης Ρουβάς, η Φαίη Σκορδά και ο Ακης Πετρετζίκης. Κάποια από τα εγχώρια πρόσωπα της μικρής οθόνης οφείλουν τη μεγάλη δημοτικότητά τους στο Instagram σε διαγωνισμούς που διοργανώνουν καθημερινά χαρίζοντας προϊόντα κατόπιν κλήρωσης μεταξύ των χρηστών που τους αφήνουν likes και σχόλια. Απευθύνονται κυρίως σε γυναίκες όλων των ηλικιών, τα δώρα είναι συνήθως φορέματα, καλλυντικά και είδη για την κουζίνα, και υπάρχουν πολλές τηλεθεάτριες της μεσημβρινής ζώνης που δημιουργούν λογαριασμό στην εφαρμογή αποκλειστικά και μόνο για αυτόν τον λόγο, για να λαμβάνουν μέρος στους διαγωνισμούς. Οι αναρτήσεις της Ελένης Μενεγάκη, της Φαίης Σκορδά, της Αθηνάς Οικονομάκου και της Μαίρης Συνατσάκη αποτελούν χαρακτηριστικό παράδειγμα.
Η 55χρονη Νάντια Καραχάλιου, μητέρα δύο παιδιών, δεν εργάζεται, ωστόσο δεν ανήκει σε αυτή την κατηγορία. Η ατέρμονη προβολή των συχνών φιλοξενουμένων στις σελίδες των glossy περιοδικών την αφήνει αδιάφορη. Εφτιαξε τον λογαριασμό της πριν από μερικά χρόνια: «Το αποφάσισα επειδή ήταν της μόδας, όμως αποδείχτηκε πολύ ενδιαφέρον γιατί με έβαλε στη διαδικασία να τραβάω συνεχώς φωτογραφίες, όπου κι αν πήγαινα, μέχρι να πετύχω την καλή. Τα likes και τα σχόλια με ενθάρρυναν να συνεχίζω. Μέσα από τα σχόλια, αλλά και τα direct messages φτιάχνεται μια μικρή κοινωνία –σιγά-σιγά γνωρίζεσαι και με τους άλλους, φαίνονται και οι χαρακτήρες μέσα από τη συμπεριφορά τους. Δεν ασχολούμαι πια με το Instagram όσο παλαιότερα, όμως μου αρέσει σταθερά να κοιτάζω ωραία τοπία ή εικόνες από την επικαιρότητα που ανεβάζουν τα μέσα ενημέρωσης».
Η φράση «μικρή κοινωνία» ίσως και να αποτελεί το κλειδί για την κατανόηση της παθιασμένης σχέσης που χτίζουν οι χρήστες του Instagram με τους λογαριασμούς τους. Σε σχέση με την αχανή «χάβρα των Ιουδαίων» στην οποία έχει μετατραπεί πια το Facebook, στο περιβάλλον της «φωτογραφικής» εφαρμογής είναι εύκολο να κρατήσεις μια αίσθηση ιδιωτικότητας, δεν υπάρχει κουμπί για share και άρα είναι δύσκολο να γίνει κάτι viral. Μια έρευνα που διεξήχθη από το Πανεπιστήμιο του Ορεγκον το 2016 συνέδεσε μάλιστα τη συχνή χρήση του Instagram με χαμηλότερα επίπεδα μοναξιάς και στρες. Ισως γιατί εκεί δεν υπάρχουν ενημερώσεις για έκτακτα (συχνά δυσάρεστου περιεχομένου) γεγονότα, αντιθέτως έρχεσαι πιο συχνά αντιμέτωπος με την ομορφιά. Η εφαρμογή δεν αφήνει το περιθώριο στους πιο φωνακλάδες, στους agents provocateurs και όσους χρησιμοποιούν φθηνούς συναισθηματισμούς να επιβληθούν, δεν δύναται να υπάρξει αυτό που λέμε clickbait στο Instagram. Οι απόψεις, βεβαίως, διίστανται. Αλλες μελέτες, όπως αυτή του Royal Society for Public Health το 2017, έχουν εξαγάγει το συμπέρασμα ότι η χρήση του Ιnstagram μπορεί να προκαλέσει έντονο αίσθημα ανασφάλειας και κατωτερότητας και να οδηγήσει σε κατάθλιψη ή bullying. Σύμφωνα με τον βρετανικό οργανισμό, ειδικά οι γυναίκες 14 έως 24 ετών κινδυνεύουν να αποκτήσουν πολλά προβλήματα αναφορικά με την εικόνα που έχουν για το σώμα τους.
Ο καθηγήτης Φιλοσοφίας Θεοφάνης Τάσης, συγγραφέας του βιβλίου «Πολιτικές του βίου ΙΙ: Η επιμέλεια εαυτού στην εικονιστική κοινωνία» (εκδ. Αρμός), θέτει και μία άλλη, εξαιρετικά ενδιαφέρουσα και σημαντική παράμετρο στο θέμα: «Ψηφιοποιώντας διαρκώς στιγμιότυπα για το Instagram, βιώνουμε την καθημερινότητα ως ατέρμονη ροή εικόνων. Φωτογραφίζουμε και βιντεοσκοπούμε τον εαυτό ώστε να καταστεί η στιγμή ορατή στους άλλους, διότι από μόνη της μοιάζει να στερείται νοήματος. Ετσι βιώνουμε την εμπειρία τού εδώ και τώρα ως εικόνα, δηλαδή αναπαριστώντας νοερά τη θέαση και την πρόσληψή της ως κοινοποιημένης εικόνας. Επικεντρωνόμαστε την υπο/αποδοχή της σκεπτόμενοι πόσοι, ποιοι θα τη δουν και τι θα σχολιάσουν όταν τη δουν ως ανάρτηση. Ετσι αντλούμε ηδονή κυρίως από την προσδοκία της αναγνώρισης και της επιδοκιμασίας των άλλων και λιγότερο από την ίδια την εμπειρία τού εδώ και τώρα στη φυσική πραγματικότητα». Και εξηγεί: «Ελλοχεύει ο κίνδυνος η ατέρμονη απεικόνιση της εμπειρίας να μας αποξενώσει όχι μόνο από το παρόν, αλλά επίσης από τους άλλους και από τον εαυτό μας. Στο Instagram οι άλλoι μετατρέπονται σε ψηφίδες της εκάστοτε εικόνας, χάνουν τη σωματικότητά τους, ενώ ο εαυτός μετατρέπεται βαθμιαία σε είδωλο, δηλαδή διαλύεται στην αυτονομημένη εικόνα εαυτού, καθώς η όσφρηση, η γεύση και η αφή διαδραματίζουν μικρότερο ρόλο στην εμπειρία».
Για τη φωτογράφο Μαρίνα Βερνίκου, γόνο γνωστής εφοπλιστικής οικογενείας και δημοφιλή ελληνίδα Ιnstagrammer (@mvernicos) με 66.900 ακολούθους, «το Instagram είναι η Νο1 εφαρμογή παγκοσμίως. Προσωπικά, βλέπω με κατανόηση αυτούς που προσπαθούν να προβάλουν μια ωραιοποιημένη εικόνα. Αλλωστε η φωτογραφία είναι δημιουργία, και η προσπάθεια μιας ωραιοποιημένης αποτύπωσης της δύσκολης καθημερινότητας είναι κάτι θεμιτό, κατά την άποψή μου. Νομίζω ότι οι περισσότεροι χρησιμοποιούν το Ιnstagram για να «ξεκουραστούν», περίπου όπως θα έβλεπαν τηλεόραση».
Η ίδια αποφάσισε να φτιάξει προφίλ στην εφαρμογή το 2012, «όταν ο αδελφικός μου φίλος Αχιλλέας Ιωακειμίδης, γνωρίζοντας τη μεγάλη μου αγάπη για τη φωτογραφία, με ενημέρωσε για μια καινούργια εφαρμογή. Μου είπε πώς λειτουργεί και αμέσως ξεκίνησα. Τα πρώτα δύο χρόνια ανέβαζα φωτογραφίες από την καθημερινότητά μου και από ταξίδια. Ενας φίλος από το εξωτερικό κάπου στον τρίτο χρόνο μού είπε ότι εφόσον είχα αρκετούς followers (10.000 τότε), θα έπρεπε να το πάρω πιο σοβαρά και να βάζω μόνο επαγγελματικές. Ευτυχώς τον άκουσα και λίγο καιρό αργότερα το Instagram ανέβασε στον λογαριασμό του ένα βίντεό μου το οποίο έκανε πάνω από 4 εκατομμύρια views. Από τότε έσβησα όλες τις φωτογραφίες που δεν ήταν επαγγελματικού επιπέδου και προσέχω πολύ τι ανεβάζω. Το Ιnstagram κατάφερε να επηρεάσει δραστικά την οπτική μου. Είναι εντυπωσιακή η δυνατότητα που σου δίνει η εφαρμογή να βλέπεις άμεσα και σε ζωντανό χρόνο την απήχηση που έχει μία φωτογραφία σου στον κόσμο. Ακολουθώ φωτογράφους τους οποίους θαυμάζω και εμπνέομαι από τη δουλειά τους, με αποτέλεσμα να γίνεται και η δική μου οπτική καλύτερη. Ενδεικτικά, κάποιοι από τους αγαπημένους μου λογαριασμούς είναι το National Geographic (@natgeo) για εικόνες από τον κόσμο, το @fromwhereidrone για αεροφωτογραφίες, το @time για ειδήσεις και το @hysteria_gr για να γελάω».
Το χιούμορ αποτελεί άλλο ένα μεγάλο κεφάλαιο στη μυθιστορηματική πορεία του Instagram και συνήθως πάει χέρι-χέρι με την εκκεντρικότητα ή το στοιχείο του χαριτωμένου, το cuteness. Λογαριασμοί όπως το ελληνικό @ancientmemes, ο @thefatjewish, το @9gag με τα αστεία βίντεο και memes δημιουργούν ντόρο και τα επισκέπτονται καθημερινά εκατομμύρια χρήστες, το ίδιο συμβαίνει και με λογαριασμούς με σκυλάκια, μωρά και ό,τι άλλο κάνει τους χρήστες να αναφωνήσουν «awwww» («αχ τι γλυκό!»).
Στη σκοτεινή πλευρά αυτού του όμορφου κόσμου ανήκουν τα αμφιβόλου ποιότητας προϊόντα υγείας και ομορφιάς που προωθούν συχνά οι celebrities, όπως η προώθηση από την Κιμ Καρντάσιαν φαρμάκου κατά της πρωινής ναυτίας, χωρίς καμία αναφορά σε μερικές από τις επικίνδυνες παρενέργειές του. Σύμφωνα με αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, μέσω Ιnstagram η ρωσική προπαγάνδα για τις αμερικανικές εκλογές του 2016 έφτασε σε τουλάχιστον 20 εκατομμύρια πολίτες των ΗΠΑ, ασήμαντος αριθμός σε σχέση με τα 126 εκατομμύρια που υπολογίζεται πως επηρεάστηκαν μέσω Facebook, αλλά διόλου ευκαταφρόνητος. Σε πολλές χώρες δε, εκφράζεται ο εξής προβληματισμός: πώς θα μάθουν να εκφράζονται σωστά και με επάρκεια χρησιμοποιώντας τη γλώσσα οι νέοι, οι οποίοι την έχουν εξορίσει από την καθημερινή εμπειρία τους, προτιμώντας να επικοινωνούν μέσω μιας εξωραϊσμένης εικόνας;
Και πώς θα μάθουν να διαχειρίζονται το βαρύ φορτίο του FoMO (Fear of Missing Out), δηλαδή του φόβου μη μείνουν «εκτός» από όσα διαδραματίζονται στα κοινωνικά δίκτυα όσο εκείνοι είναι offline; Οπως σχολιάζει ο καθηγητής Θεοφάνης Τάσης: «Το διαρκές φαίνεσθαι του εαυτού γεννά ένα μόνιμο άγχος τόσο για τη διατήρησή του όσο και εξαιτίας των απαιτήσεων που συνεπάγεται η διαχείρισή του. Το «μου αρέσει» στο Instagram καθίσταται μια σχεδόν οντολογική απόφανση, διότι επιβεβαιώνει την ύπαρξη της κοινωνικής πραγματικότητας, αλλά και του εαυτού. Μια selfie συνιστά αυτοεπιβεβαίωση της αυτοεικόνας και μια αναγκαία επαλήθευση του φαίνεσθαι του εικονιστικού υποκειμένου, ενώ η κοινοποίηση και ο διαμοιρασμός της εμπειρίας ως εικόνας γίνονται προϋποθέσεις της αξίας εαυτού και του ανήκειν σε κάτι που το υπερβαίνει. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, το Ιnstagram εξασφαλίζοντας το φαίνεσθαι του εαυτού προσφέρει νόημα ή ακριβέστερα καθίσταται παραγωγός νοήματος το ίδιο, μετατρέποντάς μας σε ειδωλολάτρες». Η αρχή μιας νέας Εικονομαχίας;

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 18 Μαρτίου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ