Τη γνωστή συνταγή ως προς την εκτέλεση του κρατικού προϋπολογισμού ακολουθεί και εφέτος το υπουργείο Οικονομικών κυνηγώντας, όπως και την προηγούμενη διετία, πρωτογενές πλεόνασμα μεγαλύτερο ακόμη και από τον υψηλό στόχο που έχουν θέσει οι εταίροι, προκαλώντας συνθήκες ασφυξίας στην πραγματική οικονομία.
Στο πρώτο δίμηνο του έτους επιτεύχθηκε υπερπλεόνασμα (2,75 δισ. ευρώ) το οποίο αποδίδεται στα αποτελέσματα της υπερφορολόγησης αλλά και στη συμπίεση των δαπανών Υγείας, στη συρρίκνωση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και στο υψηλότερο μέρισμα από την Τράπεζα της Ελλάδος που εισέπραξε το Ελληνικό Δημόσιο.
Η κυβέρνηση θα συνεχίσει την τακτική αυτή και τους επόμενους μήνες προκειμένου να έχει ένα «ατού» στα χέρια της στις διαπραγματεύσεις με τους δανειστές και κυρίως με το ΔΝΤ για τα μέτρα του 2019 με σημείο έντονης τριβής την απαίτηση του Ταμείου να εφαρμοστεί ένα έτος νωρίτερα (την 1η Ιανουαρίου 2019) η μείωση του αφορολόγητου ορίου.

Ο στόχος

Αξίζει να σημειωθεί ότι για το 2017 το υπουργείο Οικονομικών υπολογίζει το πρωτογενές πλεόνασμα, σε όρους προγράμματος, στο 3,5% του ΑΕΠ μετά και την αφαίρεση της δαπάνης για τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος. Ως εκ τούτου, ο στόχος για την περυσινή χρονιά υπερκαλύφθηκε κατά μία περίπου εκατοστιαία μονάδα καθώς είχε οριοθετηθεί στο 2,45% του ΑΕΠ.
Βέβαια τόσο το υπουργείο όσο και οι θεσμοί θα περιμένουν και τα επίσημα στοιχεία για τις δημοσιονομικές επιδόσεις της προηγούμενης χρονιάς τα οποία θα γνωστοποιήσει η Eurostat στις 23 Απριλίου. Ωστόσο για να καταλήξουν οι διαπραγματεύσεις για το δημοσιονομικό «μονοπάτι» του 2019 το ΔΝΤ έχει διαμηνύσει ότι θα πρέπει να είναι γνωστά και τα δεδομένα για την πορεία του ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου τα οποία θα ανακοινωθούν στις 4 Ιουνίου. Και αυτό γιατί για ακόμη μία φορά το Ταμείο φέρεται να αμφισβητεί τις προβλέψεις του οικονομικού επιτελείου για τις αναπτυξιακές επιδόσεις της ελληνικής οικονομίας.
Σε κάθε περίπτωση, οι διαβουλεύσεις για τη λήψη ή όχι πρόσθετων μέτρων για το επόμενο έτος θα πρέπει να ολοκληρωθούν σε χρόνο ρεκόρ και όχι αργότερα από το Eurogroup στις 21 του ίδιου μήνα όπου θα ληφθούν και οι τελικές αποφάσεις για την Ελλάδα.
Μέχρι τότε εκτιμάται ότι η εκτέλεση του προϋπολογισμού θα ακολουθήσει τις ίδιες παραμέτρους με έμφαση στη συμπίεση των κρατικών δαπανών.
Στο πρώτο δίμηνο του έτους και σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους (ΓΛΚ) το πρωτογενές πλεόνασμα διαμορφώθηκε στα 2,75 δισ. ευρώ από 2,13 δισ. ευρώ την ίδια περίοδο το 2017.

Τα καθαρά έσοδα

Στο μέτωπο των δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού αυτές ανήλθαν σε 7,24 δισ. ευρώ και ήταν μειωμένες κατά 112 εκατ. ευρώ έναντι του στόχου. Μειωμένες έναντι του στόχου ήταν κυρίως οι δαπάνες για επιχορηγήσεις νοσοκομείων, Υγειονομικών Περιφερειών και του Πρωτοβάθμιου Εθνικού Δικτύου Υγείας (ΠΕΔΥ) κατά 147 εκατ. ευρώ. Κάτι που σημαίνει ότι αν εξαιρεθεί ο τομέας της Υγείας, οι υπόλοιπες δαπάνες ήταν αυξημένες.
Εντύπωση προκαλεί ότι οι εξοπλιστικές δαπάνες ανήλθαν στα 37 εκατ. ευρώ, από μόλις 2 εκατ. ευρώ πέρυσι.
Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων περιορίστηκε στα 187 εκατ. ευρώ, παρότι είχαν προϋπολογιστεί δαπάνες της τάξης των 385 εκατ. Επί της ουσίας συρρικνώθηκε κατά 200 εκατ. ευρώ περίπου.
Στον τομέα των καθαρών εσόδων του τακτικού προϋπολογισμού αυτά ανήλθαν σε 8,3 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 683 εκατ. ευρώ ή 9,0% έναντι του στόχου. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι τον Φεβρουάριο εισπράχθηκε το ποσό του μερίσματος από την Τράπεζα της Ελλάδος, ύψους 614,2 εκατ. ευρώ, αυξημένο κατά 214,2 εκατ. ευρώ. Τέλος, οι επιστροφές εσόδων (εξαιρουμένων των επιστροφών από το πρόγραμμα εκκαθάρισης ληξιπρόθεσμων οφειλών) ανήλθαν σε 719 εκατ. ευρώ, σημειώνοντας αύξηση κατά 110 εκατ. ευρώ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ