Μπορεί να θεμελιώθηκε το 1964 και να άρχισε τη λειτουργία του το 1973, όμως το περίφημο Αρχαιολογικό Μουσείο Ιωαννίνων, σίγησε για λίγα χρόνια στο πλαίσιο εκτενών εργασιών εκσυχρονισμού, επέκτασης και δημιουργία των συνθηκών για την ιδανική παρουσίαση του θησαυρού του. Η διαδικασία αυτή ολοκληρώθηκε το 2008 και στις 27 Νοεμβρίου εκείνης της χρονιάς επέστρεψε σε πλήρη λειτουργία. Αυτά τα δέκα χρόνια από την Επανέκθεση γιορτάζει τώρα με σειρά δράσεων που ρίχνουν ξανά φως στα εκθέματά του και βέβαια στη μοναδική του αρχιτεκτονική, αφού δημιουργός του δεν ήταν άλλος από τον Αρη Κωνσταντίδη.

Οι εκδηλώσεις έχουν ξεκινήσει ήδημε την έκθεση «Η Χάρτα του Ρήγα στο Καπέσοβο» που θα διαρκέσει ως τις 6 Μαϊου.(σε συνεργασία με το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και την Πασχάλειο Σχολή Καπεσόβου). Ακολουθούν: «Στην καρδιά του Μάη του ’68» (σε συνεργασία με τη Photometria, International Photography Festival), «Και τα δέντρα στο Μουσείο;» (σε συνεργασία με τον εικαστικό Πέρο Μπέχλη), «Αρμονικές Χαράξεις από το αρχείο του Βασιλείου Κουρεμένου» (σε συνεργασία με τη Δημοτική Πινακοθήκη Ιωαννίνων), «Έρια. Κτηνοτρόφοι της αρχαίας Ηπείρου» (σε συνεργασία με διάφορους φορείς), «Ευεργεσία» (σε συνεργασία με διάφορους φορείς), «Η Δωδώνη και η Δύση» (σε συνεργασία με τα Πανεπιστήμια του Salerno, και του Lecce, στα Αρχαιολογικά Μουσεία της Νάπολης, του Τάραντα και του Ρηγίου της Καλαβρίας), «Το χρυσό στεφάνι και η φιάλη της αρχαιοκαπηλίας», «Αναφορά στην αρχαιολόγο Ιουλία Βοκοτοπούλου».
Παράλληλα θα τοποθετηθεί μόνιμη προθήκη με θέμα «Επιλογή από τη Συλλογή Μπούζα», θα εκδοθεί ειδικό λογότυπο, συλλεκτικό γραμματόσημο και αναγνωστική σφραγίδα και θα δημιουργηθούν νέα εκπαιδευτικά προγράμματα για διαφορετικές ομάδες κοινού. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Ιωαννίνων θα προχωρήσει σε διαδικασία ένταξης στον Κατάλογο «Μνήμη του Κόσμου» τηςUNESCOτων χρηστηρίων μολύβδινων ελασμάτων της Δωδώνης, εκ των οποίων άνω των 2.000 φυλάσσονται στις Συλλογές του.

Επίσκεψη στο Μουσείο


Η υπογραφή, η ταυτότητα του Αρη Κωνσταντινίδη είναι εμφανής στον σχεδιασμό. Όμως ταυτόχρονα συνομίλησε με την αρχιτεκτονική παράδοση του τόπου. Ετσι, το κτίριο φέρει ως κυρίαρχο στοιχείο τον σκελετό από μπετόν αρμέ πλάι στο έντονο στοιχείο της πέτρας, αφού οι πετράδες της Ηπείρου ήταν φημισμένοι σε όλοι την χώρα.
Οι συλλογές του Μουσείου αναπτύσσονται σε επτά αίθουσες, τον κεντρικό διάδρομο και τρία αίθρια, σε συνολική επιφάνεια 1.200 τ.μ. Τα εκθέματα καλύπτουν μια μεγάλη χρονική περίοδο, από την πρώτη εμφάνιση του ανθρώπου στην Ήπειρο, κατά την Κατώτερη Παλαιολιθική εποχή πριν από 250.000 χρόνια, έως και τη δύση της όψιμης αρχαιότητας κατά τους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους (3ος αι. μ.Χ.). Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στα ευρήματα από το ιερό της Δωδώνης τα οποία εκτίθενται σε μια αίθουσα αφιερωμένη αποκλειστικά σε ένα από τα σπουδαιότερα μαντεία του ελληνικού κόσμου.
Οι θεματικές ενότητες αναδεικνύουν το ιστορικό, οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο των κατοίκων στα παράλια και την ενδοχώρα, από την εποχή των παγετώνων και τη νεολιθική επανάσταση στον Πύρρο, το Κοινό των Ηπειρωτών και τους Ρωμαίους και από την καθημερινή ζωή μέχρι την ανάπτυξη και υλοποίηση ιδεών. Οι ανθρωπολογικές προσεγγίσεις στη ζωή, τον θάνατο, τα ήθη και τα έθιμα του αρχαίου κόσμου προβάλλουν τόπους, όπως το Λιατοβούνι Κόνιτσας, τη Βίτσα, τη Δωδώνη, την Κασσώπη, το Νεκρομαντείο, και υλικές μαρτυρίες, όπως εργαλεία, όπλα, κεραμική, νομίσματα, κοσμήματα, τεχνουργήματα, γεφυρώνοντας το χθες με το σήμερα και ανοίγοντας διαλόγους.