Ο διαπρεπής βρετανός θεωρητικός φυσικός Στίβεν Χόκινγκ απεβίωσε σήμερα, Τετάρτη, σε ηλικία 76 ετών, στο σπίτι του στο Κέιμπριτζ, σύμφωνα με ανακοίνωση που εξέδωσε η οικογένειά του, σημειώνοντας πως ο καθηγητής έφυγε ήσυχα, στον ύπνο του.
«Αισθανόμαστε τεράστια θλίψη για τον θάνατο του αγαπημένου μας πατέρα», ο οποίος «ήταν σπάνιος άνθρωπος» και «σπουδαίος επιστήμονας, το έργο και η κληρονομιά του οποίου θα ζήσουν για πολλά χρόνια ακόμη», τόνισαν τα παιδιά του κοσμολόγου και συγγραφέα έργων εκλαϊκευμένης επιστήμης, η Λούσι, ο Ρόμπερτ και ο Τιμ, στην ανακοίνωση που μετέδωσε το βρετανικό πρακτορείο ειδήσεων Press Association.
«Το θάρρος του, η επιμονή του, η ευφυία και το χιούμορ του ενέπνευσαν ανθρώπους σε όλο τον κόσμο. Μια φορά είχε πει «δεν θα ήταν και πολύ σπουδαίο αυτό το σύμπαν, αν δεν ήταν το σπίτι των ανθρώπων που αγαπάς». Θα μας λείπει για πάντα», σύμφωνα με την ανακοίνωση την οποία αναμετέδωσε επίσης το BBC.
Ο Χόκινγκ είχε παντρευτεί τη συμφοιτήτριά του Τζέιν Γουάιλντ το 1965 (δύο χρόνια μετά τη διάγνωση της νόσου του) και έκαναν τρία παιδιά, αλλά χώρισαν το 1991, καθώς η κατάστασή της υγείας του εκ των πραγμάτων έκανε τρομερά δύσκολες τις συνθήκες του γάμου. Η γυναίκα του έγραψε αργότερα ότι είχαν καταντήσει «αφέντης» και «σκλάβα».
Το 1995 ο Χόκινγκ παντρεύτηκε μία από τις νοσοκόμες του, την Ελέιν Μέισον, ένας γάμος που διήρκεσε 11 χρόνια και στη διάρκεια του οποίου η αστυνομία κλήθηκε να διερευνήσει κατηγορίες για επιθέσεις που δέχθηκε ο Χόκινγκ από τη σύζυγό του. Όμως, ο ίδιος αρνήθηκε κάτι τέτοιο και η αστυνομία αναγκάστηκε να σταματήσει τις έρευνες.
Η είδηση του θανάτου του Χόκινγκ κάνει το γύρο του κόσμου με τους απανταχού θαυμαστές του να σημειώνουν ότι ο εμβληματικός επιστήμονας απεβίωσε ανήμερα των γενεθλίων του Άλμπερτ Αϊνστάιν (14/3/1879).
Το 2017 ο Στήβεν Χόκινγκ είχε παραδεχθεί με το συνηθισμένο φλεγματικό του χιούμορ στο
BBC ότι «ποτέ του δεν περίμενε πως θα έφτανε τα 75», δεδομένου ότι στα 21 του χρόνια είχε διαγνωστεί με πλάγια αμυοτροφική (ή πλευρική) σκλήρυνση ή ευρύτερα γνωστή ως «νόσο του κινητικού νευρώνα» ή νόσος του Lou Gehrig. Μάλιστα, η νευροεκφυλιστική νόσος συνηθίστηκε να αναφέρεται και ως νόσος του Χόκινγκ, αφού ήταν ο γνωστότερος πάσχων, αποτελεί την τρίτη κατά σειρά θανατηφόρο νευροεκφυλιστική ασθένεια στον σύγχρονο κόσμο, μετά τη νόσο Αλτσχάιμερ και τη νόσο του Πάρκινσον. Προκαλεί σταδιακά πλήρη παράλυση του σώματος γι’ αυτό και ο διάσημος φυσικός ήταν καθηλωμένος σε αναπηρικό αμαξίδιο και ομιλούσε με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή.
«Μολονότι κρεμόταν ένα σύννεφο πάνω από το μέλλον μου, διαπίστωσα, προς μεγάλη μου έκπληξη, ότι απολάμβανα τη ζωή μου στο παρόν περισσότερο από ό,τι πριν. Και τότε άρχισα να κάνω πρόοδο στην έρευνά μου», είχε δηλώσει αναφερόμενος στην υγεία του.
Οι μαύρες τρύπες
Ο Στήβεν Χόκινγκ έγινε διάσημος για τη μελέτη του πάνω στις μαύρες τρύπες, τη βαρύτητα και τη γενική σχετικότητα, ενώ ήταν συγγραφέας πολλών δημοφιλών βιβλίων, με κορυφαίο τη «Σύντομη Ιστορία του Χρόνου», που είχε εκδοθεί το 1988, μεταφράσθηκε σε 40 γλώσσες (και στα ελληνικά) και πούλησε περισσότερα από 10 εκατομμύρια αντίτυπα.
Ο στόχος του ήταν απλός, όπως είχε πει: «Η πλήρης κατανόηση του σύμπαντος, γιατί είναι όπως είναι και γιατί τελικά υπάρχει». Αν αυτό μπορεί να θεωρηθεί απλό.
Ωστόσο, μερίδα επιστημόνων είχε αποκαλέσει το βιβλίο «το σπουδαιότερο αδιάβαστο βιβλίο στην ιστορία».
Σε κάθε περίπτωση ο Χόκινγκ είχε διατυπώσει το ασυνήθιστο ερώτημα «Πότε μια μαύρη τρύπα δεν είναι μαύρη;» και είχε ο ίδιος απαντήσει «Όταν εκρήγνυται».
Το πρώτο του επιστημονικό επίτευγμα, σύμφωνα με την βρετανική εφημερίδα Guardian ήταν το 1970, όταν μαζί με τον Ρότζερ Πενρόουζ εφάρμοσαν τα μαθηματικά των μαύρων οπών σε όλο το σύμπαν και έδειξαν ότι υπήρχε μια μοναδική περιοχή άπειρης καμπυλότητας στο χωροχρόνο, από όπου προέκυψε η αρχική «Μεγάλη Έκρηξη» (Big Bang).
Το 1974 χρησιμοποίησε την κβαντική θεωρία για να δηλώσει ότι οι μαύρες τρύπες εκπέμπουν θερμότητα, άρα χάνουν ενέργεια και τελικά «πεθαίνουν», με μια πολύ αργή διαδικασία που μπορεί να χρειασθεί περισσότερα χρόνια από όλη την ηλικία του σύμπαντος. Η πρότασή του ότι οι μαύρες τρύπες εκπέμπουν ακτινοβολία με μορφή θερμότητας, πυροδότησε μια μακρά διαμάχη στην κοσμολογία. Σύμφωνα με τον Χόκινγκ, αυτό σήμαινε ότι όλες οι πληροφορίες που πέφτουν μέσα στη μαύρη τρύπα, θα χάνονται για πάντα, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με έναν από τους νόμους της κβαντικής θεωρίας, με αποτέλεσμα να έλθει σε σύγκρουση με τους περισσότερους συναδέλφους του.
Ο Χόκινγκ στη συνέχεια άλλαξε άποψη και υποστήριξε ότι οι πληροφορίες αποθηκεύονται στον ορίζοντα γεγονότων της μαύρης τρύπας και μετατρέπονται σε ακτινοβολία ξανά, η οποία εκπέμπεται από τη μαύρη τρύπα. «Παραδέχομαι ότι ίσως η απώλεια της πληροφορίας δεν συμβαίνει», φώναξε μια μέρα δυνατά με την ηλεκτρική φωνή του στους φοιτητές του μέσα σε ένα παμπ.
Μόλις στα 32 του, εξελέγη τιμητικά μέλος της Βασιλικής Ακαδημίας Επιστημών της M. Βρετανίας και πέντε χρόνια αργότερα καθηγητής Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, στην πιο διάσημη πανεπιστημιακή έδρα της Βρετανίας – αν όχι όλου του κόσμου- που κάποτε κατείχαν ο Ισαάκ Νεύτων και ο Πολ Ντιράκ. Έμεινε σε αυτή τη θέση για 30 χρόνια και μετά έγινε διευθυντής ερευνών στο Κέντρο Θεωρητικής Κοσμολογίας του ιστορικού πανεπιστημίου.
Το 1982 ήταν από τους πρώτους που έδειξαν ότι οι κβαντικές διακυμάνσεις οδήγησαν -μέσω της διαδικασίας του κοσμικού πληθωρισμού- στη δημιουργία και εξάπλωση των γαλαξιών στο σύμπαν.
Αν και δεν κατάφερε – ή δεν πρόλαβε- να βραβευθεί με Νόμπελ, είχε τιμηθεί με πολλά άλλα σημαντικά βραβεία (Αλμπερτ Αϊνστάιν, Βολφ, Κόπλεϊ κ.α.). Επίσης, αρεσκόταν να βάζει επιστημονικά στοιχήματα με άλλους φυσικούς, αν και είχε μια τάση να τα χάνει, όπως, για παράδειγμα, όταν το 2012 έχασε 100 δολάρια, επειδή είχε στοιχηματίσει ότι ποτέ δεν θα ανακαλυπτόταν το μποζόνιο του Χιγκς – το οποίο βρέθηκε στο CERN λίγο μετά.
Οι προφητείες του
Ο φυσικός Μίτσιο Κάκου είχει δηλώσει στους New York Times ότι, «από την εποχή του Άλμπερτ Αϊνστάιν είχε να υπάρξει ένας επιστήμονας που να έλξει τόσο πολύ τη φαντασία του κοινού και να γίνει αγαπητός σε δεκάδες εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο».
Η κινηματογραφική ταινία «Η θεωρία του παντός» το 2014 για τη ζωή του Χόκινγκ, με τον Έντι Ρεντμέιν στον πρωταγωνιστικό ρόλο να κερδίζει το Όσκαρ καλύτερου ηθοποιού, έκανε ευρύτερα γνωστό τον Βρετανό κοσμολόγο. Ο ίδιος είχε τότε δήλωσε για τον Ρεντμέιν «μερικές φορές νόμιζα ότι ήμουν εγώ».
Οι κοινωνικές παρεμβάσεις του
Πάντως, παρέμεινε ως το τέλος ενεργός πολίτης και, μεταξύ άλλων, προειδοποίησε κατ’ επανάληψη για τους κινδύνους της τεχνητής νοημοσύνης, αλλά και της πιθανότητας μιας συνάντησης με τους εξωγήινους, που μπορεί να έχει άσχημη κατάληξη για τους ανθρώπους.
Επίσης, ήταν ένθερμος υποστηρικτής της αποίκησης άλλων πλανητών ως διέξοδο σωτηρίας της ανθρωπότητας σε περίπτωση που η Γη καταστραφεί από ένα πόλεμο, πτώση αστεροειδούς ή άλλη αιτία.
Είχε καλές σχέσεις με Παλαιστινίους επιστήμονες και δεν δίστασε να μποϊκοτάρει ένα συνέδριο στο Ισραήλ σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την πολιτική του. Και βέβαια, με το βιβλίο του «Το Μεγάλο Σχέδιο» (μεταφρασμένο και στα ελληνικά) δήλωσε προκλητικά δεν χρειαζόταν καθόλου ο Θεός για να εξηγηθεί το σύμπαν – μια αθεϊστική δήλωση που ενόχλησε τους θρησκευόμενους.
Όπως είπε, «θεωρώ τον εγκέφαλο ένα κομπιούτερ που θα σταματήσει να δουλεύει, όταν τα μέρη του χαλάσουν. Δεν υπάρχει παράδεισος ή μεταθανάτια ζωή για τους χαλασμένους κομπιούτερ. Αυτό είναι ένα παραμύθι για τους ανθρώπους που φοβούνται το σκοτάδι».