Μήπως το μικρό παιδί σας επιλέγει συνεχώς ανθυγιεινά σνακ; Μήπως πάλι είστε από τους τυχερούς των οποίων το παιδί προτιμά τα καρότα και τα αγγούρια από τα πατατάκια και τα μπισκότα; Μια νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στην επιστημονική επιθεώρηση «Nutrients» δείχνει ότι οι προτιμήσεις των παιδιών σχετικά με τα… τσιμπολογήματά τους έχουν (και) γονιδιακή βάση. Κοινώς, αν το τέκνο σας αγαπά να τρώει… σαχλαμάρες κατηγορήστε (τουλάχιστον ως έναν βαθμό) τα γονίδιά του.
Τα περισσότερα παιδιά έφεραν τους «επικίνδυνους» γονότυπους
Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Γκελφ στον Καναδά μελέτησαν αν γονιδιακές παραλλαγές στους υποδοχείς της γεύσης που συνδέονται με την προτίμηση στα γλυκά, την ευαισθησία στα λιπαρά και την αποστροφή στα πικρά πράσινα φυλλώδη λαχανικά επηρεάζουν τις προτιμήσεις παιδιών προσχολικής ηλικίας σε ό,τι αφορά τα σνακ. Ανακάλυψαν ότι ποσοστό σχεδόν 80% των παιδιών που συμμετείχαν στη μελέτη έφεραν τουλάχιστον έναν από τους εν δυνάμει «επικίνδυνους» γονότυπους οι οποίοι μπορεί να προδιαθέτουν σε επιλογή ανθυγιεινών σνακ.
«Τα μικρά παιδιά τρώνε πλέον πολύ περισσότερα σνακ σε σύγκριση με το παρελθόν και θεωρούμε ότι το να εξετάσουμε πώς η γενετική μπορεί να σχετίζεται με τις προτιμήσεις για κάποια σνακ μπορεί να μας βοηθήσει να κατανοήσουμε καλύτερα τα αυξανόμενα ποσοστά παχυσαρκίας στα παιδιά προσχολικής ηλικίας» ανέφερε ο επικεφαλής της μελέτης Ελι Σαμούν, υποψήφιος διδάκτορας στο Τμήμα Ανθρώπινης Υγείας και Επιστήμης της Διατροφής και μέλος της μελέτης «Guelph Family Health Study», στο πλαίσιο της οποίας εξήχθησαν και αυτά τα τελευταία αποτελέσματα. Προσέθεσε ότι «η νέα μελέτη μπορεί να βοηθήσει τους γονείς να καταλάβουν καλύτερα πώς τα παιδιά τους αντιλαμβάνονται τις γεύσεις «κόβοντας και ράβοντας» τη διατροφή τους προς την κατεύθυνση υγιεινότερων διατροφικών επιλογών».
Η γενετική προδιάθεση για γλυκό, λιπαρά και αποφυγή των λαχανικών
Στο πλαίσιο της μελέτης παρακολουθήθηκαν 50 παιδιά προσχολικής ηλικίας σχετικά με την καθημερινή διατροφή τους. Οπως προέκυψε, το ένα τρίτο της διατροφής των παιδιών αποτελούνταν από σνακ. Ο κ. Σαμούν και οι συνεργάτες του έλαβαν επίσης δείγμα σάλιου από τα παιδιά προκειμένου να το εξετάσουν και να προσδιορίσουν το γενετικό προφίλ της γεύσης του καθενός εξ αυτών.
Οι επιστήμονες ανακάλυψαν ότι τα παιδιά που επέλεγαν να καταναλώνουν σνακ με ζάχαρη ήταν εκείνα που διέθεταν τον γονότυπο ο οποίος συνδέεται με την προτίμηση στη γλυκιά γεύση. Επιπλέον τα παιδιά αυτά έτρωγαν γλυκά σνακ κυρίως το απόγευμα και το βράδυ. «Είναι πιθανό τα συγκεκριμένα παιδιά να τρώνε περισσότερα γλυκά σνακ αυτές τις ώρες καθώς βρίσκονται συνήθως στο σπίτι και έχουν περισσότερη πρόσβαση σε σνακ με πολλή ζάχαρη» ανέφερε ο κ. Σαμούν.
Τα παιδιά με τη γενετική παραλλαγή που συνδέεται με την ευαισθησία στη γεύση των λιπαρών κατανάλωναν περισσότερα σνακ υψηλής ενεργειακής πυκνότητας (τα τρόφιμα υψηλής ενεργειακής πυκνότητας θεωρείται ότι συμβάλλουν στη «μάστιγα» της παχυσαρκίας καθώς έχουν περισσότερες θερμίδες σε μικρότερη ποσότητα τροφής). Σύμφωνα με τον κ. Σαμούν, τα άτομα με τον συγκεκριμένο γονότυπο πιθανώς εμφανίζουν μικρότερη ευαισθησία στη γεύση των λιπαρών και έτσι καταναλώνουν περισσότερες λιπαρές τροφές χωρίς να το αντιλαμβάνονται. «Τα σνακ υψηλής ενεργειακής πυκνότητας όπως τα μπισκότα με πολλή ζάχαρη και πολλά λιπαρά, διαθέτουν υψηλό αριθμό θερμίδων για το βάρος τους. Πρόκειται για τα σνακ που είναι καλό να αποφεύγονται». Από τη μελέτη προέκυψε επίσης ότι τα παιδιά με τον γονότυπο που συνδέεται με την αποφυγή κατανάλωσης πικρών λαχανικών προτιμούσαν επίσης σνακ με υψηλή ενεργειακή πυκνότητα. «Τα παιδιά αυτά πιθανότατα αντικαθιστούν τα υγιεινά λαχανικά με ανθυγιεινά σνακ επειδή δεν τους αρέσουν οι υγιεινές τροφές».
Ελπίδα για την ανάπτυξη τεστ
Η νέα μελέτη αποτελεί ένα από τα πρώτα παραδείγματα σε ένα αναδυόμενο πεδίο της έρευνας σχετικά με τη διατροφή. Σύμφωνα με τον κ. Σαμούν, αν οι επιστήμονες μπορέσουν να επιβεβαιώσουν τη σύνδεση μεταξύ της γενετικής και της γεύσης θα καταφέρουν να αναπτύξουν τεστ τα οποία θα βοηθήσουν τους γονείς να προσδιορίσουν ποιες γενετικές παραλλαγές που συνδέονται με τη γεύση διαθέτει το παιδί τους.
«Αυτό μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο εργαλείο για τους γονείς που επιθυμούν να προσαρμόσουν τη διατροφή των παιδιών τους με βάση και το γενετικό τους υπόβαθρο. Για παράδειγμα, αν ένας γονιός ξέρει ότι το παιδί του έχει προτίμηση στα γλυκά λόγω των γονιδίων του, θα μπορούσε να περιορίσει την πρόσβαση του παιδιού σε τέτοιες τροφές εντός του σπιτιού» καταλήγει ο κ. Σαμούν.
HeliosPlus