Μακρύς και δύσβατος παραμένει ο δρόμος για την επιστροφή των καταθέσεων που διέρρευσαν από το τραπεζικό σύστημα μετά το ξέσπασμα της κρίσης, μειώνοντας τη ρευστότητα που αντλούν τα πιστωτικά ιδρύματα από τους πελάτες τους κατά 50%.
Η άνοδος των μεγεθών τη διετία 2013 – 2014 αποδείχθηκε πρόσκαιρη, καθώς η αβεβαιότητα που προκάλεσε η πολιτική αλλαγή του 2015 όχι μόνο …διέγραψε μέσα σε επτά περίπου μήνες την πρόοδο που είχε σημειωθεί, αλλά οδήγησε τα υπόλοιπα σε ακόμη πιο χαμηλά επίπεδα.
Και έκτοτε, τα περισσότερα χρήματα που διέρρευσαν κυρίως μέσω εμβασμάτων σε λογαριασμούς στο εξωτερικό, με αγορές τίτλων με θεματοφυλακή εκτός Ελλάδος και με αποθησαυρισμό τραπεζογραμματιών, απλά …αγνοούνται.
Η Τράπεζα της Ελλάδος επισημαίνει ότι η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης είναι η μόνη ικανή για να διασφαλίσει μεγάλης κλίμακας επιστροφή καταθέσεων, τόσο από το εσωτερικό (θυρίδες, άλλες προσωπικές κρυψώνες), όσο και από το εξωτερικό.
Όπως επισημαίνει η κεντρική τράπεζα σε ειδικό κεφάλαιο της έκθεσης, είναι εύλογο να αναμένεται ότι η επιστροφή των τραπεζογραμματίων, που έχουν αποθησαυριστεί από τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά λόγω της κλιμάκωσης της αβεβαιότητας κατά τα προηγούμενα έτη, θα επιτευχθεί ταχύτερα σε ένα περιβάλλον χωρίς περιορισμούς στο τραπεζικό σύστημα, εφόσον όμως έχει ανεπιστρεπτί ξεπεραστεί η ψυχολογία της κρίσης και έχει εξασφαλιστεί απαλλαγή από τους έντονους κλονισμούς της οικονομικής εμπιστοσύνης σε σχέση με θεμελιώδεις παραμέτρους, όπως το μέλλον της χώρας ως μέλους της ζώνης του ευρώ και η σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος.
Σε περιορισμό της ζήτησης τραπεζογραμματίων και σε αυξημένη υποκατάστασή τους με καταθέσεις επίσης θα συνέβαλλε η εξάλειψη των περιθωρίων για φοροδιαφυγή με τη χρήση φυσικού μέσου πληρωμών.
Οι τρεις πηγές του …κακού
Τα στοιχεία που δημοσιεύει η Τράπεζα της Ελλάδος στην Έκθεση του Διοικητή είναι ενδεικτικά του πλήγματος που έχει δεχθεί ο κλάδος τα τελευταία χρόνια.
Αναλυτικότερα:
Αναλήψεις μετρητών
Η επιβολή των περιορισμών στις αναλήψεις μετρητών από τραπεζικές καταθέσεις αναχαίτισε τις μεγάλες και συνεχείς εκροές τραπεζογραμματίων από τις τράπεζες που υποκινούσε η ζήτηση εκ μέρους του κοινού με σκοπό τον αποθησαυρισμό και οι οποίες χαρακτήρισαν την ελληνική κρίση από το 2010 και κορυφώθηκαν το α’ εξάμηνο του 2015.
Σε αυτό το διάστημα, από τα τέλη Δεκεμβρίου του 2014, μέχρι και την επιβολή των capital controls, η μέση μηνιαία εκροή έφτασε τα 3 δισ. ευρώ, με το τραπεζικό σύστημα να χάνει το 20% – 25% της καταθετικής του βάσης.
Από τον Ιούλιο του 2015, μετά την εισαγωγή του πλέγματος περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, εκτός από σχεδόν εξάλειψη των εκροών, παρατηρήθηκε επίσης σημαντικός περιορισμός των κατά μήνα εισροών τραπεζογραμματίων.
Μάλιστα, οι μεγαλύτερες εισροές τραπεζογραμματίων κατά το 2016 και το 2017 καταγράφηκαν την περίοδο Μαΐου-Σεπτεμβρίου.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, οι εισροές αυτές μάλλον δεν προκύπτουν από επανακατάθεση, εκ μέρους κατοίκων, τραπεζογραμματίων που είχαν αποθησαυριστεί πολύ πριν (π.χ. κατά τις πρώιμες φάσεις της ελληνικής κρίσης), αλλά σε σημαντική έκταση συνδέονται με τραπεζογραμμάτια που χρησιμοποίησαν ξένοι επισκέπτες για πραγματοποίηση δαπανών στη διάρκεια των διακοπών τους στη χώρα μας.
Μάλιστα, κατά τους μήνες που σημειώθηκαν εισροές τραπεζογραμματίων αυτές έφθαναν, κατά μέσο όρο την περίοδο από τον Οκτώβριο 2009 μέχρι και το α’ εξάμηνο του 2015, τα 0,9 δισεκ. ευρώ, σε σύγκριση με μέση εισροή 0,7 δισεκ. ευρώ, κατά τους μήνες που καταγράφηκαν εισροές στο τραπεζικό σύστημα, την περίοδο από το β’ εξάμηνο του 2015 μέχρι το τέλος του 2017.
Ωστόσο, ο περιορισμός των εκροών κατά τα τελευταία έτη ήταν δραστικότερος από τον προαναφερθέντα περιορισμό των εισροών. Ως αποτέλεσμα, το 2016 οι καθαρές εισροές μετρητών ανήλθαν σε περίπου 5 δισεκ. ευρώ, ενώ το 2017 έφτασαν τα 7,3 δισεκ. ευρώ.
Πρόκειται για ποσά σημαντικά μεγαλύτερα από την ετήσια καθαρή εισροή τραπεζογραμματίων που πραγματοποιήθηκε το 2012, το 2013 ή το 2014 (μέσος όρος των τριών αυτών ετήσιων καθαρών εισροών: 3 δισεκ. ευρώ).
Εξάλλου, ο μέσος αριθμός συναπτών μηνών με διαδοχικές εισροές τραπεζογραμματίων την περίοδο μετά τα μέσα του 2015 ήταν 7 μήνες, σε σύγκριση με 5 μήνες κατά το διάστημα Οκτωβρίου 2009-Ιουνίου 2015.
Κατά συνέπεια, το ποσοστό του χρήματος με την ευρεία έννοια το οποίο αντιπροσωπεύει η εκτιμώμενη εγχώρια νομισματική κυκλοφορία στην Ελλάδα υποχώρησε μεν κατά τα τελευταία δυόμισι έτη, αλλά διατηρείται ακόμη σημαντικά υψηλότερο (κατά 50%) από ό,τι την πενταετία 2010-2014 και κατά μείζονα λόγο έναντι της περιόδου πριν την εκδήλωση της ελληνικής κρίσης (μέσο ποσοστό 2003-2009: 7%, ζώνη του ευρώ: 7,5%, μέσο ποσοστό στην Ελλάδα το 2017: 22%, στη ζώνη του ευρώ: 10%).
Εμβάσματα σε ξένες τράπεζες
Σύμφωνα με στοιχεία που παρουσιάζει η Τράπεζα της Ελλάδος, από το β’ εξάμηνο του 2015 μέχρι σήμερα έχουν επιστρέψει κεφάλαια στη χώρα μας, τα οποία εκτιμάται ότι είχαν τοποθετήσει νοικοκυριά και επιχειρήσεις σε τράπεζες στο εξωτερικό, ύψους 5,1 δισεκ. ευρώ, τα οποία αντιστοιχούν περίπου στο 1/5 των κεφαλαίων που είχαν διαρρεύσει από την εκδήλωση της κρίσης τον Οκτώβριο του 2009.
Επισημαίνεται ότι κατά τους μήνες που σημειώθηκαν εισροές επαναπατρισμού καταθέσεων, στη διάρκεια της περιόδου από το β’ εξάμηνο του 2015 και μετά, το μέγεθός τους ήταν σημαντικά μικρότερο (μέση μηνιαία εισροή: 250 εκατ. ευρώ) σε σύγκριση με προηγούμενες υποπεριόδους πρόσκαιρης (όπως αποδείχθηκε εκ των υστέρων) αποκατάστασης της εμπιστοσύνης, στη διάρκεια της ελληνικής κρίσης (π.χ. μέση μηνιαία εισροή την περίοδο Ιουνίου 2012- Οκτωβρίου 2014: 360 εκατ. ευρώ).
Αγορές τίτλων του εξωτερικού
Από την άλλη πλευρά, η εξέλιξη των τοποθετήσεων των κατοίκων (μη τραπεζικών επιχειρήσεων και νοικοκυριών) σε τίτλους οι οποίοι έχουν εκδοθεί στο εξωτερικό χαρακτηρίσθηκε επίσης από επαναπατρισμό κεφαλαίων κατά το 2016 και το 2017, συνολικού ύψους 4,5 δισεκ. ευρώ, έναντι συνολικής καθαρής εκροής κεφαλαίων ύψους 11,5 δισεκ. ευρώ κατά τα προηγούμενα έτη της ελληνικής κρίσης.
Δηλαδή το εξεταζόμενο διάστημα επέστρεψε περίπου το 1/3 της σωρευτικής εκροής κεφαλαίων η οποία καταγράφηκε την περίοδο Οκτωβρίου 2009-Ιουνίου 2015.
Είναι αξιοσημείωτο ότι, σε αντίθεση με ό,τι παρατηρήθηκε με την επανακατάθεση αποθησαυρισμένων τραπεζογραμματίων και τον επαναπατρισμό καταθέσεων των κατοίκων από το εξωτερικό, το μέσο ύψος των μηνιαίων εισροών κεφαλαίων τη διετία 2016-2017 (210 εκατ. ευρώ) ήταν σημαντικά υψηλότερο από τις μηνιαίες εισροές κατά τις προηγηθείσες υποπεριόδους ηρεμίας στη διάρκεια του διαστήματος από τον Οκτώβριο 2009 μέχρι το τέλος του 2015 (π.χ. Σεπτέμβριος 2012-Οκτώβριος 2014: εισροή 100 εκατ. ευρώ ανά μήνα κατά μέσο όρο).
Σύμφωνα με τραπεζικές πηγές, αυτό συνδέεται με το γεγονός ότι υπήρξε μεγαλύτερη ζήτηση για τίτλους που έχουν εκδοθεί στο εξωτερικό, ιδιαίτερα για αμοιβαία κεφάλαια διαχείρισης διαθεσίμων ξένων οίκων, το διάστημα από το Δεκέμβριο του 2014 έως και τον Ιούνιο του 2015.
Με τη βελτίωση του κλίματος την τελευταία διετία, δεν είναι λίγοι οι καταθέτες που επέστρεψαν καταθέσεις στις ελληνικές τράπεζες για να εκμεταλλευτούν τις υψηλότερες αποδόσεις, έχοντας φυσικά τη δυνατότητα ανά πάσα στιγμή να εξάγουν εκ νέου τα χρήματά τους με τον ίδιο τρόπο στο εξωτερικό.