Την ώρα που η Ελλάδα, μετά την έξοδο από τα μνημόνια τον ερχόμενο Αύγουστο, θα πρέπει να πείσει τις αγορές να εμπιστευτούν τα ομόλογά της αγοράζοντας ελληνικό χρέος με λογικό επιτόκιο, οι ομολογιακές αγορές αντέδρασαν αρνητικά τις τελευταίες ημέρες, καθώς ένα από τα «γεράκια» του σκληρού πυρήνα της ευρωζώνης, ο πρόεδρος της κραταιάς Bundesbank Γενς Βάιντμαν, εμφανίζεται ως το μεγάλο φαβορί να διαδεχθεί τον Μάριο Ντράγκι στην ηγεσία της ΕΚΤ.
Την ίδια στιγμή, οι αγορές είδαν μάλλον αδιάφορα την αναβάθμιση κατά δύο βαθμίδες της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας από τη Moody’s, καθώς η αξιολόγησή της υπολείπεται (παρά την αναβάθμιση) κατά μία βαθμίδα των άλλων δύο μεγάλων οίκων. Σήμερα τα ελληνικά ομόλογα αξιολογούνται στην κατηγορία «σκουπίδια» – «B3» από τη Moody’s και στην κατά μία βαθμίδα καλύτερη «σκουπίδια» – «B» από τη S&P και τη Fitch.
Για να βρεθούμε στην επενδυτική βαθμίδα-investment grade («Baa3» κατά Moody’s και «BΒΒ-» κατά S&P και Fitch), θα πρέπει είτε η Moody’s να μας αναβαθμίσει κατά έξι βαθμίδες είτε η S&P ή Fitch κατά πέντε βαθμίδες πριν από την έξοδο από το Μνημόνιο τον ερχόμενο Αύγουστο, κάτι που θα επέτρεπε στην ΕΚΤ να συνεχίσει τα δέχεται τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρα για τη χρηματοδότηση των τραπεζών.

Με… ομπρέλα

Αν οι τράπεζες χάσουν την πρόσβαση στην ΕΚΤ θα αναγκαστούν να δανείζονται από τον ακριβό ELA της Τραπέζης της Ελλάδος, ενώ και η χώρα δεν θα μπορέσει να συμμετάσχει στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, είτε στην κανονική του διάρκεια είτε επανεπενδύοντας σε νέους τίτλους μετά τη λήξη του.

«Οσο η πιστοληπτική της αξιολόγηση είναι κάτω από την επενδυτική βαθμίδα, η Ελλάδα θα πρέπει να παραμείνει κάτω από κάποιου είδους ομπρέλα»
εκτιμούσαν διαχειριστές κεφαλαίων, καθώς μετά τον Αύγουστο θα πρέπει να σχεδιαστεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να πείθει τις αγορές πως η χώρα θα μπορέσει να σταθεί μόνη της στα πόδια της.
Το αφήγημα της καθαρής εξόδου (χωρίς νέα κεφαλαία) βολεύει εξάλλου τόσο την κυβέρνηση όσο και τους δανειστές, που θέλουν να απεμπλακούν, όσο αυτό είναι δυνατόν, από την ελληνική υπόθεση.
Οπως εκτιμά και η Moody’s, «η χώρα θα ολοκληρώσει επιτυχώς το τρίτο πρόγραμμα στήριξης και θα επιστρέψει στις αγορές, από όπου θα μπορεί να χρηματοδοτείται μόνη της. Η καθαρή έξοδος της Ελλάδας θα στηριχθεί βραχυπρόθεσμα από το ουσιαστικό «μαξιλάρι» ρευστότητας και μεσοπρόθεσμα από την ισχυρή δέσμευση των πιστωτών της ευρωζώνης για πρόσθετη ελάφρυνση χρέους».

Η θωράκιση

Το θέμα είναι όμως εάν το επιδιωκόμενο «μαξιλάρι» των 18-20 δισ. ευρώ –από τα οποία τα 8-10 δισ. ευρώ θα προέρχονται από τον ESM (από το υπόλοιπο του παρόντος προγράμματος), καθορίζοντας έτσι και το πλαίσιο και τη μορφή των δεσμεύσεων της χώρας, και τα υπόλοιπα από τα κεφάλαια που θα αντλήσει (πέραν της πρόσφατης) από δύο ακόμη εκδόσεις ομολόγων 3ετούς και 10ετούς διάρκειας –επαρκεί να θωρακίσει την Ελλάδα από τις πιθανές διακυμάνσεις των αγορών για ένα ικανό διάστημα. Εξάλλου, παρά την αναβάθμιση της Moody’s, η απόδοση του νέου 7ετούς ομολόγου κινείται στο 4% υψηλότερα από την απόδοση κατά την έκδοσή του στο 3,5%.
Παράλληλα το 10ετές βρίσκεται στο 4,4% έναντι 0,70% του 10ετούς γερμανικού bund, δηλαδή το περίφημο spread (η διαφορά της απόδοσης) κινείται στις 370 μονάδες βάσης, την ώρα που πριν από την κρίση χρέους στην ευρωζώνη οι ξένοι επενδυτές δάνειζαν στην Ελλάδα με το spread να κινείται μόλις στις 30 μονάδες βάσης. Το κόστος δανεισμού δηλαδή της χώρας στη νέα μεταμνημονιακή εποχή θα είναι ούτως ή άλλως ακριβότερο.
Την ίδια ώρα, η ανοδική τάση στις αποδόσεις των ομολόγων παίρνει μια παγκόσμια διάσταση, καθώς μετά και τη δημοσιοποίηση των πρακτικών της Fed, που «δείχνουν» αυξημένη πιθανότητα ταχύτερης σύσφιγξης της αμερικανικής νομισματικής πολιτικής, οι αγορές δεν αποκλείουν σύντομα οι αποδόσεις των αμερικανικών ομολόγων να ξεπεράσουν το 3%.
Παράλληλα η κίνηση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης να επιλέξουν τον ισπανό υπουργό Οικονομικών Λουίς ντε Γκίντος για τη θέση του αντιπροέδρου της Κεντρικής Τράπεζας εν όψει της αποχώρησης του Πορτογάλου Βίτορ Κονστάνσιο τον Μάιο ενισχύει τις πιθανότητες να κερδίσει τη θέση τού Μάριο Ντράγκι κάποιος από τον σκληρό πυρήνα της ευρωζώνης, κάτι που εκτιμάται πως φέρνει τον γερμανό κεντρικό τραπεζίτη Γενς Βάιντμαν πιο κοντά στο τιμόνι της Ευρωτράπεζας. Σε σχετική έρευνα του Bloomberg, αλλά και συνολικά στην αγορά, ο πρόεδρος της Bundesbank εμφανίζεται ως το αδιαφιλονίκητο φαβορί.

Ο διάδοχος του Ντράγκι

Οπως λέγεται πάντως, η κληρονομιά του ιταλού κεντρικού τραπεζίτη είναι «βαριά», αφού ο Μάριο Ντράγκι κλήθηκε να λάβει κρίσιμες αποφάσεις σε μια δύσκολη περίοδο για το ευρώ και την ευρωπαϊκή οικονομία και ο διάδοχός του θα επιφορτιστεί με ένα ενδεχομένως εξίσου δύσκολο έργο, αφού θα πρέπει να διαχειριστεί τη σύσφιγξη της νομισματικής πολιτικής, το τέλος της ποσοτικής χαλάρωσης, αλλά και να «χτίσει» τα «μαξιλάρια» για την επόμενη κρίση.
Παράλληλα οι γερμανοί καταθέτες θα πανηγυρίσουν από την ταχύτερη άνοδο των επιτοκίων. Το ενδεχόμενο, ωστόσο, να αναλάβει τα ηνία της ΕΚΤ ένας σκληροπυρηνικός ως προς τη νομισματική πολιτική οικονομολόγος όπως ο Βάιντμαν προκαλεί ανησυχία στις χώρες του Νότου και κυρίως στη Ρώμη, όπου η χαλαρή νομισματική πολιτική του Μάριο Ντράγκι γίνεται δεκτή με ικανοποίηση.
Ο ιταλός υπουργός Οικονομίας Πιερ Κάρλο Πάντοαν δήλωσε μάλιστα ότι δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι θα είναι ο επόμενος πρόεδρος της ΕΚΤ, ενώ ανέφερε πως η χώρα του θα ήθελε να δει την πολιτική που αποδείχθηκε ότι είναι απαραίτητη για τη διάσωση του ενιαίου νομίσματος να συνεχίζεται. Η συμμαχία Ισπανών και Γερμανών πάντως, αν δεν αλλάξουν η συσχετισμοί στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, προϊδεάζει για το αντίθετο.

Τι κομίζει η αλλαγή φρουράς στην ΕΚΤ

Η UBS εκτίμησε ότι η Ισπανία αναμένεται να υποστηρίξει τον γερμανό υποψήφιο για την προεδρία της ΕΚΤ, μετά τη στήριξη του Βερολίνου στον Ντε Γκίντος. Οι δύο αυτές χώρες μάλιστα πληθυσμιακά αποτελούν το 38% της ευρωζώνης, και αυτό σημαίνει ότι μέσω του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου μπορούν να εμποδίσουν οποιαδήποτε εναλλακτική λύση. Στην εποχή Βάιντμαν θα έχουμε ταχύτερη επιστροφή των επιτοκίων στην κανονικότητα που θα στηρίξουν το ευρώ, αλλά θα ασκήσουν πιέσεις στις αποδόσεις των ομολόγων επηρεάζοντας το κόστος δανεισμού στις πιο ευάλωτες οικονομίες.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ