Κοιτάζω τη φωτογραφία στην τρίτη σελίδα των «ΝΕΩΝ» της Πέμπτης. Μια νεαρή γυναίκα με φωτεινό πρόσωπο και το κλασικό μαντίλι της μουσουλμάνας στο κεφάλι κρατά σφιχτά στο πλάι της, με το δεξί της χέρι στον ώμο του, ένα αγοράκι. Χαμογελαστό, ντυμένο αντράκι, με γραβάτα και πουκάμισο. Ισως στολή σχολείου περιωπής, μπορεί αμφίεση γιορτινή, ο μικρός φαίνεται να απολαμβάνει και το ντύσιμο – πρόβα ενηλικίωσης και την αγκαλιά. Η γυναίκα ονομάζεται Αϊσέ Αμπτουρεζάκ και ο εντεκάχρονος είναι το ένα από τα δύο αγοράκια – το μικρό τριών ετών – που απέκτησε με τον Ουγκούρ Αμπτουρεζάκ. Δασκάλα της τουρκικής γλώσσας η Αϊσέ, σπουδαγμένη σε ένα από τα καλύτερα πανεπιστήμια της Τουρκίας, καθηγητής Αγγλικών ο άντρας της, πιάστηκαν τα ξημερώματα της Τετάρτης στα δίχτυα του παγωμένου Εβρου, όταν η βάρκα με την οποία προσπαθούσαν να φτάσουν στην Ελλάδα ανετράπη. Ο άνδρας αγνοείται, ενώ η γυναίκα, που για ώρα απελπισμένα ζητούσε βοήθεια για τα παιδιά της, ανασύρθηκε μαζί τους νεκρή από τούρκους διασώστες.
Η ιστορία τους έχει κάνει ήδη τον γύρο του κόσμου. Ανθρωποι χωρίς πολιτική δράση είχαν την ατυχία να εργάζονται σε ιδιωτικό σχολείο που ανήκε στο δίκτυο του παλαιού σύμμαχου και σήμερα μισητού εχθρού του καθεστώτος Ερντογάν, Α. Γκιουλ. Απολύθηκαν και οι οι δύο, ενώ ο Ουγκούρ συνελήφθη και κρατήθηκε ένα διάστημα στις φυλακές. Δυο νέοι άνθρωποι, από φτωχές οικογένειες, που αγωνίστηκαν να αποκτήσουν επιστημονικά εφόδια, άρχισαν να φτιάχνουν τη ζωή τους – φίλοι τους που έχουν ζητήσει άσυλο στην Ελλάδα μαρτυρούν ότι ήταν άριστοι εκπαιδευτικοί. Τίποτα όμως δεν στάθηκε ικανό να τους σώσει. Ούτε τα καλοσυνάτα πρόσωπα που μαρτυρούν καλούς ανθρώπους, ούτε τα πτυχία και η επαγγελματική τους επάρκεια, ούτε τα νιάτα τους λυπήθηκε κανείς, ούτε τα παιδάκια τους. Διώχτηκαν, αποκλείστηκαν, οδηγήθηκαν στην απόγνωση και στον θάνατο.
Κανείς διεθνής οργανισμός, κανείς θεσμός ευρωπαϊκός η παγκόσμιος, καμία χώρα δύναμη παγκόσμια ή περιφερειακή, καμία οργάνωση από αυτές τις χιλιάδες που αγαθοεργούν παγκοσμίως δεν ενδιαφέρθηκε να τους υπερασπιστεί, να τους βοηθήσει να σωθούν. Μόνες τέσσερις ψυχές απέναντι σε μια αδυσώπητη εξουσία, προσπάθησαν να δραπετεύσουν και χάθηκαν. Αυτός είναι ο κόσμος μας, για την Αϊσέ και για εκατομμύρια πολίτες, ανηλίκους και ενηλίκους που ξεριζώνονται από τη γη πριν προλάβουν να καταλάβουν γιατί. Μπορεί η Αϊσέ και ο Ουγκούρ όσο ζούσαν να ήταν απέναντί μας στα θέματα του Αιγαίου και της Κύπρου, κάθε λαός ανατρέφεται με τα δικά του δίκια. Για αυτό έχει διπλή αξία εμείς που κάθε μέρα υποδεχόμαστε φυγάδες, εμείς που ξέρουμε από κατατρεγμούς και προσφυγιά, να βροντοφωνάξουμε όπου διεθνώς η φωνή μας ακούγεται ότι η Αϊσέ και ο Ουγκούρ είχαν δικαίωμα αναφαίρετο να διδάσκουν, να προκόβουν, να μεγαλώνουν τα παιδιά τους, να ζουν. Και ότι ο θάνατός τους είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.