Η διάσπαση του ΚΚΕ, την οποία αυτό ακόμη και σήμερα δεν αναγνωρίζει ως τέτοια, πραγματοποιήθηκε στη 12η Ολομέλεια (5-15 Φεβρουαρίου 1968) και οδήγησε στη δημιουργία του ΚΚΕ εσ. Αυτό στη συνέχεια εντάχθηκε στο ευρωκομμουνιστικό ρεύμα. Δεν ήταν όμως καθαρά τα πράγματα από την αρχή. Και μόνο το γεγονός ότι τα σχέδια των κατά το ΚΚΕ «αναθεωρητών» διευκόλυναν σε υπέρτατο βαθμό το πιο στυγνό καθεστώς του «υπαρκτού σοσιαλισμού», αυτό του Τσαουσέσκου, πρέπει να μας κάνει περισσότερο προσεκτικούς. Οι ευρωκομμουνιστικές αναζητήσεις δεν αποτελούσαν από την αρχή κοινό τόπο για τους ηγέτες του ανανεωτικού τμήματος που ξέκοψε από το ΚΚΕ.
Αλλά και ο ευρωκομμουνισμός δεν ήταν από την αρχή (Διάσκεψη Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων –1969) αυτό που έγινε μετά το ’73 στην Ιταλία κυρίως και στην Ισπανία δευτερευόντως. Αρχικά αυτός εμφανίζεται ως μια προσπάθεια διατήρησης του οράματος του σοσιαλισμού ως ξεχωριστού συστήματος από τον καπιταλισμό, μόνο που στο εξής αυτός θα πραγματοποιούνταν με κοινοβουλευτικά μέσα. Αυτός όμως «ο σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο» και με δημοκρατία θα εξακολουθούσε να στηρίζεται στην κρατικοποίηση των μέσων παραγωγής και στον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος με παράλληλη αναγνώριση του πλουραλιστικού χαρακτήρα των δυτικών κοινωνιών. Αλλά και ο «υπαρκτός σοσιαλισμός» το 1946-1949 ξεκίνησε υπό την ίδια λογική, για να καταλήξει στον ολοκληρωτισμό.
Η μεγάλη στροφή γίνεται με τον Μπερλινγκουέρ μετά το 1973. Αυτός δεν μίλησε μόνο για την εξάντληση των δυνατοτήτων προόδου του σοβιετικού μοντέλου. Πρώτος συνέλαβε τον σοσιαλισμό ως στοιχείο υπό τη φιλελεύθερη αστική δημοκρατία και όχι σαν ξεχωριστό κοινωνικό σύστημα. Αυτό που πλέον διαχώριζε τον Μπερλινγκουέρ από τον σοβιετικό κομμουνισμό δεν ήταν ο λεγόμενος δημοκρατικός δρόμος προς τον σοσιαλισμό, που κρατούσε όμως τους δύο πυλώνες του σοβιετισμού: κρατικοποίηση και καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος. Η πλουραλιστική κοινωνία συνύπαρξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα ήταν ο «σκοπός». Ο ιστορικός συμβιβασμός ήταν το μέσον και δεν αφορούσε μόνο τη συνύπαρξη κομμουνιστών και καθολικών στην Ιταλία, όπως τον ήθελε μια εσφαλμένη ανάγνωση. Ηταν ένα σοσιαλδημοκρατικό κοινωνικό συμβόλαιο μεταξύ εργασίας, κεφαλαίου και κράτους. Επισημαίνω απλώς ότι ο Μπερλινγκουέρ πρώτος εισήγαγε, το 1977, τον όρο «δίκαιη λιτότητα».
Το 1968 ως το 1975 ο ελληνικός ευρωκομμουνισμός βρισκόταν ακόμη πολύ μακριά από αυτές τις επεξεργασίες. Μόνο ο Μπάμπης Δρακόπουλος μετά το 1973 και στη συνέχεια στο 1ο Συνέδριο του ΚΚΕ εσ. το 1976 κατέθεσε επεξεργασίες και θέσεις που ξεπερνούσαν κατά πολύ αυτές των ανανεωτικών ηγετών του 1968 Μήτσου Παρτσαλίδη και Πάνου Δημητρίου, αλλά και αυτές του Λεωνίδα Κύρκου της Μεταπολίτευσης. Ο «υποτιμημένος» Δρακόπουλος όσον αφορά την κριτική στον κομμουνισμό πήγε πολύ πιο μακριά από όλους αυτούς. Δεν υπερέβη όμως το ανύπαρκτο, ιστορικά, μοντέλο του «σοσιαλισμού με δημοκρατία» για να φτάσει στη σοσιαλδημοκρατία.
Το «σοσιαλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο» δεν υπερέβη ούτε ο Λεωνίδας Κύρκος, όσο ήταν ενεργός πολιτικά. Εξάλλου και ο Ανδρέας Παπανδρέου την ίδια σημαία σήκωνε μέχρι το 1991. Στο ένα χέρι, γιατί στο άλλο κρατούσε αυτήν του αραβικού τριτοκοσμισμού. Υπ’ αυτές τις ελληνικές συνθήκες δεν είναι τυχαίο ότι με την ίδρυση της ΕΑΡ, υπό την προεδρία του Κύρκου, παραγκωνίστηκε για χάρη του Φώτη Κουβέλη το πιο φωτεινό μυαλό του χώρου, ο Γρηγόρης Γιάνναρος, μετά δε για χάρη του Αλαβάνου ο χώρος αρνήθηκε τον Μιχάλη Παπαγιαννάκη. Δύο στελέχη που νωρίς είχαν προσεγγίσει την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία και γνώριζαν ότι ιστορικά υπήρξε μόνο η σοσιαλδημοκρατία. «Σοσιαλισμός και δημοκρατία» δεν υπήρξε ποτέ.
Ο Γιάννης Μπαλαμπανίδης στο βιβλίο του Ευρωκομμουνισμός (Πόλις) αναγνωρίζει ότι αυτός έχει τελειώσει. Θεωρεί όμως ότι σημερινός κληρονόμος του είναι η ευρωπαϊκή ριζοσπαστική Αριστερά, με παράδειγμα τον ΣΥΡΙΖΑ. Αντιθέτως, ο Γιώργος Σωτηρέλης (Ποια Αριστερά; – Πόλις) βλέπει τη Νέα Αριστερά ως μια συνύπαρξη της απαλλαγμένης από τον μπλερισμό σοσιαλδημοκρατίας –κάποιοι εδώ χρησιμοποιούν τον καινοφανή όρο αριστερή σοσιαλδημοκρατία (sic) –με τον ευρωκομμουνισμό και την πολιτική οικολογία. Ουσιαστικά όμως ενώ ο γαλλικός ευρωκομμουνισμός μετατράπηκε σε ντροπαλό «ορθόδοξο κομμουνισμό», τροφοδότη στη συνέχεια της γαλλικής Ακροδεξιάς, ο ιταλικός μετατράπηκε σε μια «ντροπαλή σοσιαλδημοκρατία» τροφοδότη του σημερινού Δημοκρατικού Κόμματος. Σήμερα ο ευρωκομμουνισμός αλλά και η ελληνική εκδοχή της Ανανεωτικής Αριστεράς δεν υπάρχουν ως αυτόνομα πολιτικά ρεύματα. Ενώ η διάχυσή τους στη ριζοσπαστική Αριστερά είναι πόθος και όχι πραγματικότητα.
Γενικεύοντας θα έλεγα ότι υπάρχουν τέσσερις ιστορικοί δρόμοι που συνθέτουν τη σοσιαλδημοκρατία. Ο πρώτος ήταν η σύγκρουση του Μπερνστάιν με τη μετριότητα του Κάουτσκι. Εδώ ο σοσιαλισμός έπαψε να είναι σκοπός, ενώ η δημοκρατία έγινε αποδεκτή ως κίνηση για την προάσπιση των ιδεών της ισότητας και της ελευθερίας. Το Συνέδριο του SPD στο Μπαντ Γκόντεσμπεργκ ήταν ο δεύτερος δρόμος. Εκεί το 1959 έγινε η μεγάλη στροφή του γερμανικού σοσιαλδημοκρατικού κόμματος προς το κράτος παροχής υπηρεσιών, αρνούμενο το κράτος-βιομήχανο και τον σοσιαλισμό ως ξεχωριστό σύστημα. Το Επινέ του γαλλικού σοσιαλισμού ήταν μια οπισθοδρόμηση σε σχέση με τον δεύτερο γερμανικό δρόμο. Ο τρίτος δρόμος ήταν βρετανικός. Αυτός του Μπλερ. Δρόμος που ανέδειξε τη σημασία των άυλων αξιών, αλλά με την ταυτόχρονη ανάπτυξη των υπηρεσιών μείωσε τις ανισότητες, όσο κανείς άλλος πριν. Ο τέταρτος είναι αυτός του ιταλικού ευρωκομμουνισμού και της Ανανεωτικής Αριστεράς του ΚΚΕ εσ. Αυτός, ως μη αυτόνομο πολιτικό ρεύμα από το 1989 και ύστερα, επαναφέρει στη σοσιαλδημοκρατική συζήτηση το ζήτημα της μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων.
Εδώ βρισκόμαστε σήμερα και στην Ελλάδα; Μακάρι, αλλά…
Ο κ. Γιώργος Σιακαντάρης είναι δρ Κοινωνιολογίας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ