Ηρθαν φίλοι από την Αμερική και αποφάσισα να τους κάνω μια κυριακάτικη βόλτα. Να τους πάω στα αρχαία. Το πρόγραμμα είχε ως εξής: Αναχώρηση από την Αθήνα το πρωί, μετάβαση διά της παλαιάς Εθνικής οδού (για να δουν το τοπίο και τη θάλασσα) στον Ισθμό (για να θαυμάσουν τη διώρυγα), από εκεί στάση στην αρχαία Νεμέα, δεύτερη στάση στην αρχαία Κόρινθο, φαγητό στο Λουτράκι, μετάβαση στο Ηραίο της λίμνης Βουλιαγμένης και επιστροφή στην Αθήνα από τη νέα Εθνική με μία ακόμη στάση (αν προφταίναμε) στον αρχαιολογικό χώρο της Ελευσίνας. Φιλόδοξη η διαδρομή, μεγάλες οι προσδοκίες, ανώμαλη η προσγείωση όταν φθάνοντας στη Νεμέα βρήκαμε τον αρχαιολογικό χώρο και το μουσείο κλειστά «λόγω ελλείψεως προσωπικού». Ηταν η ημέρα που γινόταν το πανεθνικό συλλαλητήριο στη Θεσσαλονίκη: «Η Μακεδονία είναι ελληνική». Η Νεμέα;
Με τη λύπη και την ντροπή να διαδέχονται τη χαρά και τον ενθουσιασμό μου, αποχωρήσαμε. Είχαμε ήδη πληρώσει δυόμισι ευρώ στα διόδια Σπαθοβουνίου για να κάνουμε τα δέκα χιλιόμετρα έως τη Νεμέα, πληρώσαμε άλλα δυόμισι ευρώ για να ξαναπεράσουμε από τα ίδια διόδια με κατεύθυνση πίσω στην Κόρινθο. Πέντε ευρώ χασούρα μέσα σε 10 λεπτά, χωρίς να έχουμε κάνει τη δουλειά μας. Τουλάχιστον η Αρχαία Κόρινθος ήταν πιο φιλόξενη. Είχαν και οι εκεί υπάλληλοι διάφορα μικρά και μεγαλύτερα θέματα να αντιμετωπίσουν, όπως κατάλαβα από κάτι κουβέντες που ανταλλάξαμε, τουλάχιστον όμως ο χώρος λειτουργούσε. Οι φίλοι μου ενθουσιάστηκαν, για να εντυπωσιαστούν στη συνέχεια και από το Ηραίο, εκφράζοντας όμως την εύλογη απορία: Πώς είναι δυνατόν ένας αρχαιολογικός χώρος όπως αυτός να είναι εντελώς αφύλακτος; «Δηλαδή μπορεί καθένας μας να βάλει στην τσέπη του το μαρμαράκι που του αρέσει και να φύγει;», ρώτησαν. Ναι, μπορεί! Γιατί εμείς στην Ελλάδα έχουμε περίσσευμα μαρμάρων.
Ξεκινήσαμε την επιστροφή προς την Αθήνα, βγάζοντας την Ελευσίνα από το πρόγραμμα. Είχα ξεχάσει πως με το χειμερινό ωράριο ο αρχαιολογικός χώρος έκλεινε στις 3 το μεσημέρι. Γιατί να μη μένει ανοιχτός έως τη δύση του ηλίου; Πού ζω, όμως, για να έχω τέτοιες απαιτήσεις; Εδώ λέμε «πάλι καλά» όταν ένα μουσείο έστω υπολειτουργεί. Γιατί μπορεί και να έχει την τύχη του μουσείου της Νεμέας, μια φωτογραφία του οποίου (δηλαδή της ταμπέλας που επιβεβαίωνε το λουκέτο) ανέβασα στο Facebook. Τα σχόλια από κάτω ήταν ενδεικτικά της κατάστασης: «Εδώ είναι κλειστές οι μισές αίθουσες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου της Αθήνας, για τη Νεμέα θα ήταν καλύτερα; Σου θυμίζω ότι πριν από έναν μήνα και ο Ναός του Απόλλωνα στις Βάσσες ήταν αφύλακτος, με την πύλη ορθάνοιχτη!»,

«Παντού τα ίδια, προ ολίγου ήμουν στο αρχαιολογικό μουσείο Ηρακλείου και η αίθουσα των αγαλμάτων ήταν κλειστή χωρίς κάποιον εμφανή λόγο», «Πήγα στο Βυζαντινό. Οι αίθουσες με τα καλύτερα εκθέματα κλειστές για τον ίδιο λόγο», «Τα ίδια αντιμετώπισα και τέλος Ιουνίου στα αρχαιολογικά μουσεία Αστυπάλαιας και Αμοργού, που έχουν όπως έμαθα πολύ αξιόλογα εκθέματα», «Και στο μικρό μουσείο της Ελευσίνας που ήταν όλα κατασκότεινα, μας είπαν ότι δεν έχει εγκριθεί το κονδύλι για να αγοράσουν λάμπες», «Εδώ και έναν χρόνο είναι κλειστές πολλές πτέρυγες του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου», «Ονειρεύομαι τη στιγμή που θα καταφέρω να ανέβω στο κάστρο του Ραμνούντα! Είναι κλειστό 11 μήνες τον χρόνο!».

Προσθέτοντας σε όλα αυτά τις δικές μου δυσάρεστες εμπειρίες (δεν είναι μόνο η Νεμέα κλειδωμένη, δεν είναι μόνο το Ηραίο αφύλακτο) αναρωτιέμαι γιατί τόσα ψέματα. Γιατί οι κυβερνήσεις (οι παλαιότερες και η σημερινή) εξακολουθούν να παρουσιάζουν αυτή την ψεύτικη εικόνα της φιλόξενης Ελλάδας τη στιγμή που η χώρα είναι στην πραγματικότητα αφιλόξενη για εκείνον που θέλει κάτι περισσότερο από ένα σουβλάκι με μπόλικο τζατζίκι; Πώς με θράσος εξακολουθούν να στηρίζουν την υπεροχή μας (τι γελοίο!) σε ένα ιστορικό παρελθόν το οποίο οι ίδιες οι κυβερνήσεις μας όχι απλώς απαξιώνουν, αλλά εξαφανίζουν; Είναι μεγάλη εθνική ντροπή αυτό που συμβαίνει, όλοι οι παρατημένοι, κλειδωμένοι, αφύλακτοι, ανεκμετάλλευτοι αρχαιολογικοί χώροι. Την ώρα που θλιβεροί και μίζεροι, μην έχοντας επίγνωση του ξεπεσμού μας ή νομίζοντας πως μπορούμε να τον κρύψουμε, περιφέρουμε την κουρελιασμένη έπαρσή μας.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 4 Φεβρουαρίου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ