Η Γερμανία βρίσκεται μπροστά σε μια νέα τετραετία συγκυβέρνησης της δεξιάς Χριστιανικής Ενωσης και των Σοσιαλδημοκρατών (Μεγάλος συνασπισμός, Grosse koalition, και εν συντομία GroKo). Η διαπραγμάτευση του κυβερνητικού προγράμματος μεταξύ CDU/CSU και SPD ολοκληρώθηκε μέσα σε μία εβδομάδα. Υπό την προϋπόθεση ότι το πρόγραμμα θα εγκριθεί στο εσωκομματικό δημοψήφισμα του SPD, θα ανοίξει οριστικά ο δρόμος για την επανεκλογή της Ανγκελα Μέρκελ για την τέταρτη θητεία της στην καγκελαρία.
Ο Μάρτιν Σουλτς έχει ακόμη δουλειά για να αποσπάσει το «Ναι» από την πλειοψηφία των 440.000 μελών του SPD και προβάλλει για αυτό τις βελτιώσεις που πέτυχε στη διαπραγμάτευση με τη Χριστιανική Ενωση. Είναι αρκετές σε επί μέρους θέματα –συντάξεις, εργασιακά, συνένωση οικογενειών προσφύγων, τα ευρωπαϊκά μπαίνουν ως προτεραιότητα -, αλλά λείπει ένα ελκυστικό σύνθημα για τη νέα διακυβέρνηση με τη Μέρκελ που κανείς στο SPD δεν ήθελε. Εχουν όμως οι αντίπαλοι του μεγάλου συνασπισμού. Με το σύνθημα «ΝοGroKo» η Νεολαία του SPD, «Γιούζος», δίνει τη μάχη και με μια εκστρατεία εγγραφής νέων μελών. Ο πρόεδρος των «Γιούζος» Κέβιν Κίνερτ απέρριψε τις βελτιώσεις που έφερε ο Σουλτς, κατά συνέπεια και τη νέα συγκυβέρνηση με τη Μέρκελ, θεωρώντας ότι θα είναι καταστροφική για τους Σοσιαλδημοκράτες.
Τα πραγματικά αίτια της κακοδαιμονίας του SPD έδειξε αυτή την εβδομάδα –χωρίς να είναι αυτός ο στόχος της –η σοσιαλδημοκράτης υπουργός Οικονομίας. Η Μπριγκίτε Τσίπρις παρουσίασε την ετήσια έκθεση για την πορεία της γερμανικής οικονομίας το 2018, με βασική πρόβλεψη την αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,4%. Το υψηλό αυτό ποσοστό για μια βιομηχανική χώρα, όπως η Γερμανία, αθροίζεται στην ανοδική πορεία της γερμανικής οικονομίας που συνεχίζεται σταθερά τα τελευταία εννέα χρόνια. Το 2017, που ήταν και εκλογική χρονιά, η απασχόληση σημείωσε νέο ρεκόρ και δημιουργήθηκαν 700.000 νέες θέσεις εργασίας με ασφαλιστικές εισφορές. Το τρέχον έτος αναμένεται να προστεθούν άλλοι 490.000 απασχολούμενοι. Η ανεργία την περασμένη χρονιά έπεσε στο 5,7%, το χαμηλότερο ποσοστό από την ενοποίηση της Γερμανίας, που αγγίζει σήμερα τα όρια της πλήρους απασχόλησης. Και την τετραετία 2013-2017 οι καθαροί μισθοί αυξήθηκαν ετησίως κατά 1,6%.
Αυτοί οι δείκτες, που πολλές χώρες θα ζήλευαν, είναι έργο και του SPD που συμμετείχε στην προηγούμενη κυβέρνηση της Μέρκελ, έχοντας νευραλγικά υπουργεία, όπως το Οικονομίας, επιφορτισμένο με την αναπτυξιακή πολιτική, και το Εργασίας με τις κοινωνικές ασφαλίσεις. Επιτυχία του SPD ήταν επίσης η θέσπιση του κατώτατου μισθού, που αποτέλεσε ορόσημο για τα γερμανικά δεδομένα, όπως επίσης και η πλήρης σύνταξη στα 63 υπό προϋποθέσεις, που διόρθωσε στρεβλώσεις των μεταρρυθμίσεων με την «Ατζέντα 2010» του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου Γκέρχαρτ Σρέντερ στο Ασφαλιστικό.

Τα λάθη τακτικής…

Aντί να εξαργυρώσει αυτές τις επιτυχίες του κόμματός του, ο σημερινός πρόεδρος του SPD, Μάρτιν Σουλτς, αναλώθηκε προεκλογικά σε μια μετωπική αντιπαράθεση για τα κακώς κείμενα της χώρας υπό κυβέρνηση στην οποία συμμετείχε το κόμμα του. Χάρισε στη Μέρκελ τις επιτυχίες του SPD και σύρθηκε στη συνθηματολογία της «Αριστεράς» που αντιπροσωπεύει το 10% του εκλογικού σώματος, αγνοώντας το υπόλοιπο 90% που περιμένει ένα συνολικό σχέδιο για το μέλλον της χώρας. Το ίδιο κινδυνεύει να συμβεί και τώρα, εν όψει του κρίσιμου εσωκομματικού δημοψηφίσματος για το κυβερνητικό πρόγραμμα του νέου «μεγάλου συνασπισμού».
Η εσωτερική αντιπαράθεση στο SPD, στην οποία βάζουν τη σφραγίδα τους η αριστερή πτέρυγα του κόμματος και η Νεολαία Γιούζος με τον νεαρό, χαρισματικό πρόεδρό τους Κέβιν Κίνερτ, κυριαρχείται από θέματα που έχουν μεν αριστερό πρόσημο, αλλά δεν αγγίζουν την πλειοψηφία των Γερμανών και τις αγωνίες τους.
Οσο σωστό από ανθρωπιστική άποψη είναι να επιτραπεί η συνένωση οικογενειών των προσφύγων, άλλο τόσο επιβεβλημένο είναι να δοθούν πειστικές απαντήσεις σε πιεστικά ερωτήματα που σχετίζονται με την ενσωμάτωση των προσφύγων και μεταναστών στις τοπικές κοινωνίες σε συνδυασμό με τα προβλήματα εσωτερικής ασφάλειας. Οσο αναγκαίο είναι να ανακοπεί η προϊούσα φτωχοποίηση των χαμηλοσυνταξιούχων, άλλο τόσο άμεσο για ευρεία στρώματα του πληθυσμού είναι το πρόβλημα της ασφυξίας των αστικών κέντρων, της πανάκριβης στέγης, η αγωνία για το μέλλον τους στην ψηφιακή εποχή και τις συνέπειες που θα έχει στη δουλειά και την καθημερινότητά τους.

…και το στρατηγικό αδιέξοδο

Ο Μάρτιν Σουλτς και οι Σοσιαλδημοκράτες άργησαν να συνειδητοποιήσουν ότι ένα κόμμα εξουσίας, όπως το SPD, με 150 χρόνια Ιστορίας, δεν μπορεί να αρνείται να κυβερνήσει γιατί θα αυτοκαταργηθεί. Ο Σουλτς οδηγήθηκε εκών-άκων στην «κωλοτούμπα» που του συνέστησε και ο άριστος γνώστης της τεχνικής, Αλέξης Τσίπρας, αλλά στην περίπτωσή του πρόκειται για ανώμαλη προσγείωση.
Η πορεία του SPD είναι σταθερά πτωτική, βρίσκεται στις δημοσκοπήσεις κάτω από το 20%, το ιστορικό αρνητικό ρεκόρ των εκλογών του περασμένου Σεπτεμβρίου. Αν συνεχιστεί αυτή η πορεία, ο χαρακτηρισμός «μεγάλος συνασπισμός» της συγκυβέρνησης με τη Χριστιανική Ενωση θα είναι πλέον καθαρός ευφημισμός.
Τα ποσοστά αυτά είναι έκφραση του στρατηγικού αδιεξόδου στο οποίο βρίσκεται το SPD. Tα παραδοσιακά εργατικά στρώματα στα οποία στηρίζονταν υποχωρούν ή μεταλλάσσονται. Και το SPD αντί να αναζητήσει απαντήσεις με βάση τα νέα δεδομένα, αναζητεί το χαμένο «κοινωνικό πρόσωπο» με όρους παρελθόντος. Και ένα τμήμα του, που αυτό το διάστημα φωνάζει και περισσότερο, κυνηγά τη χίμαιρα μιας αριστερής διακυβέρνησης. Αλλά για αυτήν, ούτε οι προγραμματικές προϋποθέσεις συμφωνίας με τη σημερινή «Αριστερά» υπάρχουν ούτε η κοινοβουλευτική πλειοψηφία στη βουλή, όπως τόνισε η κοινοβουλευτική ηγέτις Aνδρέα Νάλες στην ομιλία της στο τελευταίο συνέδριο του SPD.

Οι Σοσιαλδημοκράτες αφήνουν χώρο στους Πρασίνους

Στον πολιτικό χάρτη της Γερμανίας συντελούνται τεκτονικές αλλαγές, έκφραση των οποίων ήταν και το αποτέλεσμα των εκλογών του Σεπτεμβρίου. Η Χριστιανική Ενωση έχει στα δεξιά της μόνιμα πλέον ένα ακροδεξιό κόμμα, το AfD, που φιλοδοξεί να παίξει στη Γερμανία τον ρόλο των ομοϊδεατών τους του FPÖ στην Αυστρία, που συμμετέχουν ήδη στην κυβέρνηση του δεξιού καγκελάριου Σεμπάστιαν Κουρτς.

Στο κεντροαριστερό φάσμα η απίσχνανση του SPD αποκτά μόνιμα χαρακτηριστιστικά και αφήνει ζωτικό χώρο για τους Πρασίνους.

Το κόμμα των Οικολόγων έκανε τη δική του επανάσταση. Στο συνέδριο του προηγούμενου Σαββατοκύριακου εξέλεξε το νέο δίδυμο ηγεσίας, τον Ρόμπερτ Χάμπεκ και την Ανναλένα Μπέρμποκ, και οι δύο από την πτέρυγα των ρεαλιστών, ανατρέποντας την παράδοση δεκαετιών να προέρχεται ο ένας εκ των δύο από τους αριστερούς φονταμενταλιστές. Οι Πράσινοι στις δημοσκοπήσεις είναι γύρω στο 12%, πάνω από το ποσοστό των τελευταίων εκλογών, με ανοδική πορεία.

Στρατηγικός στόχος είναι να υποκαταστήσουν το SPD, όπως το έχουν κάνει ήδη στη Βάδη-Βυρτεμβέργη. Στο πλουσιότερο κρατίδιο της Γερμανίας κυβερνά από το 2011 ο Βίνφριντ Κρέτσμαν, ο πρώτος Πράσινος τοπικός πρωθυπουργός της Γερμανίας, την πρώτη τετραετία με μικρότερο κυβερνητικό εταίρο το SPD, σήμερα συνεργαζόμενος με τους Χριστιανοδημοκράτες. Κατά πάσα πιθανότητα δεν θα είναι ο τελευταίος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ