Η εβραϊκή κοινότητα της συμπρωτεύουσας, με ρίζες βαθιές στην Ιστορία της πόλης, αριθμούσε πριν από τον πόλεμο περισσότερους από 50 χιλιάδες πολίτες, ενώ αυτοί που επέστρεψαν δεν έφταναν τις 2 χιλιάδες… «Ποιοι θρήνησαν το 1945 τους εξαφανισμένους γείτονές τους; –είπε μεταξύ άλλων –Ποια μνημεία στήθηκαν; Ποιες τελετές έγιναν; Μόνη η κοινότητα, καθημαγμένη και ρακένδυτη, πάλευε να ανασυστήσει την ύπαρξή της και να θρηνήσει τους νεκρούς της.
Η πόλη, η κοινωνία, η χώρα ολόκληρη αδιαφόρησαν. Εκαναν πως δεν ήξεραν τι συνέβη, ποιος το έκανε, ποιος βοήθησε, ποιος προστάτευσε όταν άλλοι γκρέμιζαν, έκαιγαν, έκλεβαν, καταλάμβαναν τα υπάρχοντα των πολλών απόντων και των λίγων παρόντων…». Ηταν η εκδήλωση για την Εθνική Ημέρα Μνήμης των Εβραίων Μαρτύρων του Ολοκαυτώματος και ο δήμαρχος επέλεξε να μην εξωραΐσει τα γεγονότα, με λόγο κοινότοπο, για τη θηριωδία των ναζί, για τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, για ήρωες και υπέροχες ιστορίες συμπολιτών του που με κίνδυνο της ζωής τους έκρυψαν και έσωσαν εβραϊκές οικογένειες από τη γενοκτονία. Δεν διηγήθηκε εξαιρέσεις, αλλά την πικρότατη αλήθεια για ό,τι ανατριχιαστικό συνετελέσθη. Για τον δεύτερο θάνατο των Εβραίων μίλησε, με την εξαφάνιση του ιστορικού τους αποτυπώματος από την πόλη. Για την εξαθλίωση των ελάχιστων επιζώντων με την καταλήστευση των περιουσιών τους.
Για το ξεθεμελίωμα των νεκροταφείων τους, για τις ταφόπλακες με τις οποίες στρώθηκαν προαύλια ναών και δρόμοι. Επέλεξε ο κ. Μπουτάρης να υπενθυμίσει ότι υπήρξαν πλήθη συμπολιτών μας έτοιμα, ποτισμένα από το δηλητήριο του φανατισμού και της μισαλλοδοξίας, πλήθη άπληστα, διδαγμένα στα κρυφά σχολειά του περιούσιου λαού και της υπέρτερης θρησκείας, που συναγωνίστηκαν σε θηριωδία τους Γερμανούς.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ