Από τεχνικές παραμέτρους, οι οποίες δεν έχουν γίνει ακόμη γνωστές και θα αποκαλύπτονται σταδιακά από τις ευρωπαϊκές εποπτικές αρχές, σε κάθε τράπεζα χωριστά έως και τον ερχόμενο Απρίλιο, θα εξαρτηθεί το αποτέλεσμα τωνstresstestsστα οποία θα υποβληθούνAlphaBank,Eurobank, Εθνική και Πειραιώς. Οπως επισημαίνει μιλώντας στο «Βήμα»CFOσυστημικού ομίλου, οι μακροοικονομικές παραδοχές που ανακοινώθηκαν την περασμένη εβδομάδα ήταν σε γενικές γραμμές οι αναμενόμενες, «έως και οριακά πιο αισιόδοξες από τις εκτιμήσεις μας».
Με αυτό το δεδομένο, σημειώνει ο ίδιος, εάν η μεθοδολογία βάσει της οποίας θα «στρεσαριστούν» τα στοιχεία ενεργητικού των τραπεζών, συνάδει με τις υποθέσεις που υιοθετούνται για τις γενικότερες εξελίξεις στην οικονομία, το τραπεζικό σύστημα θα περάσει με επιτυχία τη συγκεκριμένη δοκιμασία. Οπου η επιτυχία μεταφράζεται σε μηδενικές κεφαλαιακές ανάγκες ή σε έλλειμμα που να καλύπτεται με κινήσεις εσωτερικής δημιουργίας κεφαλαίου και όχι με άμεσες νέες εκδόσεις μετοχών, η υλοποίηση των οποίων στην παρούσα συγκυρία με κάλυψη από ιδιώτες θεωρείται εξαιρετικά αμφίβολη.

Η πολιτική πτυχή

Σύμφωνα με διευθύνοντα σύμβουλο συστημικού ομίλου, το αποτέλεσμα των ασκήσεων θα εξαρτηθεί κατά ¾ από τις τεχνικές τις οποίες θα χρησιμοποιήσει ο επόπτης για την εκτίμηση της κεφαλαιακής ισχύος των τραπεζών και κατά το ¼ από την πολιτική του απόφαση.
Η τελευταία διάσταση σχετίζεται κυρίως με την ανάγνωση των αποτελεσμάτων από τον Ενιαίο Εποπτικό Μηχανισμό (SSM) σε περιπτώσεις τραπεζών με κεφαλαιακό έλλειμμα και κατ’ επέκταση με την ταχύτητα και το είδος των κινήσεων που θα επιβάλλει να γίνουν για να καλυφθεί το «κενό».

«Τι θα γίνει, για παράδειγμα, εάν μια τράπεζα είναι σε οριακή κατάσταση; Θα δεχθεί ο επόπτης ένα πλάνο κεφαλαιακής ενίσχυσης που θα εκτείνεται σε ένα εύλογο βάθος χρόνου τουλάχιστον ενός έτους ή θα ζητήσει την άμεση επίλυση του προβλήματος;»
αναρωτιέται η ίδια πηγή.
Οπως εξηγεί, η θεώρηση τουSSMγια τα στοιχεία που θα προκύψουν από το τεχνικό κομμάτι της άσκησης είναι μια παράμετρος κατά βάση πολιτική, που μπορεί να οδηγήσει τα πράγματα προς τη μία ή την άλλη κατεύθυνση.
Και προσθέτει πως η επικεφαλής τουΝτανιέλ Νουίείναι πολύ φειδωλή στην αποκάλυψη των προθέσεών της στις επαφές που έχει ως σήμερα με τα στελέχη των ελληνικών τραπεζών.

Τρεις γύροι

Σημειώνεται ότι θα υπάρξουν τρεις γύροι υποβολής στοιχείων από τα πιστωτικά ιδρύματα, αρχής γενομένης από το τελευταίο δεκαήμερο του Φεβρουαρίου. Θα ακολουθήσουν ο δεύτερος γύρος την τρίτη εβδομάδα του Μαρτίου και ο τρίτος στις αρχές Απριλίου. Οσο εξελίσσεται αυτή η διαδικασία, τόσο περισσότερη πληροφόρηση θα λαμβάνουν οι τραπεζικές διοικήσεις και άρα θα είναι σε θέση να διατυπώνουν ασφαλέστερες εκτιμήσεις. Οι πληροφορίες αυτές σχετίζονται κυρίως με τα εξής:

1. Η βάση εκκίνησης.
Αυτόν τον μήνα οι τράπεζες θα στείλουν στον επόπτη μεταξύ άλλων τα δεδομένα που σχετίζονται με την επίπτωση των νέων λογιστικών προτύπων (IFRS9) στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας που θα χρησιμοποιηθούν στην έναρξη των ασκήσεων. Οσο πιο υψηλοί αυτοί οι δείκτες, τόσο πιο μεγάλο θα είναι και το περιθώριο για ζημιές στο πλαίσιο της άσκησης.
2. Ελάχιστο όριο κεφαλαιακής ισχύος.Σε αυτές τις ασκήσεις, σε αντίθεση με τις προηγούμενες του 2015, δεν υπάρχει κάποιο ελάχιστο όριο στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας που πρέπει να περάσουν οι τράπεζες. Και αυτό διότι το αποτέλεσμά τους δεν θα έχει τη μορφή «επιτυχία –αποτυχία». Ωστόσο, εάν ο επόπτης κρίνει ότι κάποια τράπεζα δεν διαθέτει τους απαιτούμενους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας για να αντέξει μια ενδεχόμενη κρίση, μπορεί να επιβάλει ακόμη και άμεσες αυξήσεις κεφαλαίου. Το ελάχιστο ύψος ωστόσο των συγκεκριμένων δεικτών που θα τελικώς αποδεχθεί οSSM θα φανεί στην πορεία…
3. Αξία ακινήτων.Σύμφωνα με τις παραδοχές της άσκησης που έγιναν γνωστές, τα ακίνητα θα υποτιμηθούν κατά 16,60% την τριετία 2018-2020. Η ζημιά από το «στρεσάρισμα» των τραπεζικών ισολογισμών θα εξαρτηθεί από το ύψος της έκπτωσης επί των μειωμένων τιμών που θα χρησιμοποιήσει ο επόπτης για τον προσδιορισμό της τελικής αξίας ανάκτησης που μπορεί να επιτύχει κάθε πιστωτικό ίδρυμα. Οσο πιο μεγάλη είναι η απόκλισή της από τις τιμές που εμφανίζονται στα βιβλία των τραπεζών τόσο μεγαλύτερη θα είναι η επιβάρυνση.
4. Επιχειρησιακά πλάνα.Στο πλαίσιο της άσκησης, ο επόπτης θα εκτιμήσει την πορεία των οργανικών αποτελεσμάτων των τραπεζών για την επόμενη τριετία. Στη βάση αυτής της εκτίμησης θα μετρηθεί η αντοχή τους. Αρα όσο πιο μεγάλη η κερδοφορία των ελληνικών ομίλων και όσο πιο αισιόδοξη είναι η πρόβλεψη για την πορεία των «κόκκινων» δανείων τόσο πιο μικρός θα είναι ο τελικός λογαριασμός τωνstresstests.

Οι παραδοχές

Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Αρχής (ΕΤΑ) την περασμένη Τετάρτη, η ελληνική οικονομία στο βασικό σενάριο τωνstresstestsθα αναπτυχθεί με μέσο ετήσιο ρυθμό λίγο πάνω από το 2,40% την τριετία 2018-2020, ενώ στο αρνητικό σενάριο προβλέπεται σωρευτική ύφεση 3,30%. Στην ακραία υπόθεση για τις μακροοικονομικές εξελίξεις, προβλέπονται για την ίδια περίοδο η σωρευτική πτώση των τιμών, τόσο των εμπορικών όσο και των οικιστικών ακινήτων κατά 16,60% και η μικρή μείωση της ανεργίας στο 19,1% στο τέλος του 2020. Τέλος, υιοθετείται η υποχώρηση του Χρηματιστηρίου κατά 30,9% το 2018, 28,2% το 2019 και 22,20% το 2020.

Ποιος θα πάρει τη ζημιά

Το μεγάλο ερωτηματικό για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα στην παρούσα φάση είναι η αξία των στοιχείων του ενεργητικού του.

Και αν οι πρώτες πωλήσεις «σκοτωμένων» δανείων καταναλωτικής πίστης και μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι σχετικά εύκολες, δεν ισχύει το ίδιο και με τα υπόλοιπα σε στεγαστική και επιχειρηματική πίστη.
«Κάποιος πρέπει να πάρει τη ζημιά. Είτε οι αγοραστές πληρώνοντας ακριβότερα τα προς πώληση δάνεια είτε οι τράπεζες, δεχόμενες τιμές χαμηλότερες αυτών που εμφανίζονται στους ισολογισμούς τους» υπογραμμίζει αναλυτής που παρακολουθεί τον κλάδο.

Στο πλαίσιο αυτό, θεωρεί ότι από το 2019 οι εκδόσεις μετοχών θα βρίσκονται στην κορυφή της… ημερήσιας τραπεζικής ατζέντας.

Η επόμενη ημέρα μετά τις ασκήσεις

Χωρίς αναταράξεις για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα θα ολοκληρωθούν, σύμφωνα με ανώτατη κοινοτική πηγή, ταstresstests. Οπως επισημαίνει μιλώντας στο «Βήμα», οι όποιες ανάγκες προκύψουν, θα είναι διαχειρίσιμες και θα καλύπτονται όπου χρειαστεί από κινήσεις εσωτερικής δημιουργίας κεφαλαίου.

Αυτές θα περιλαμβάνουν μείωση του σταθμισμένου ενεργητικού και νέες περικοπές στο κόστος λειτουργίας, με στόχο να περιοριστεί το ρίσκο και να ενισχυθεί η κερδοφορία τους. Ωστόσο, ο ίδιος αξιωματούχος που έχει συχνές επαφές με τον διοικητή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)Μάριο Ντράγκι προσθέτει ότι αυτό δεν σημαίνει ότι οι τράπεζες έχουν λύσει όλα τα προβλήματά τους και ότι δεν έχουν πια ανάγκη από μια νέα κεφαλαιακή ενίσχυση.
Απλά, σημειώνει χαρακτηριστικά, σε αυτή τη φάση οι εποπτικές αρχές δεν θέλουν να δημιουργήσουν μια νέα εστία ρίσκου για τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο. Οπως εξηγεί, «όσο το πρόβλημα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην Ιταλία παραμένει ανοιχτό και καθώς η Ελλάδα δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει ακόμη πλήρη πρόσβαση στις αγορές, ενδεχόμενη νέα ανακεφαλαιοποίηση του εγχώριου συστήματος σε αυτή τη φάση θα έθετε σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική ευστάθεια στην ευρωζώνη».

Στις αγορές

Ωστόσο, προσθέτει ότι ανάλογα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας τους επόμενους 12 – 18 μήνες και τις επιδόσεις των τραπεζών στη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, κάποια στιγμή μέσα στο 2019, οι διοικήσεις τους είναι πολύ πιθανό να ενεργοποιήσουν σχέδια για άντληση κεφαλαίων από τις αγορές. Μάλιστα, πιστεύει ότι οι νέες εκδόσεις μετοχών θα διενεργηθούν σχεδόν αποκλειστικά για τη διαγραφή προβληματικών χαρτοφυλακίων.
Με βάση αυτό το σενάριο, τοstoryπου θα πουλήσουν οι ελληνικές διοικήσεις στους επενδυτές θα είναι το εξής: «Η Ελλάδα έχει επιστρέψει στην ανάπτυξη, οι τράπεζες έχουν βελτιώσει σημαντικά την οργανική τους κερδοφορία, ενώ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια βρίσκονται πλέον υπό έλεγχο. Επενδύστε στον ελληνικό κλάδο, για να εξυγιανθούν οριστικά οι ισολογισμοί των πιστωτικών ιδρυμάτων και θα ανταμειφθείτε από τη δυναμική ανάκαμψη της κερδοφορίας μας».

Τι θα γίνει με το waiver

Ενα άλλο θέμα που απασχολεί τις τραπεζικές διοικήσεις είναι η φυσιογνωμία της εξόδου από το πρόγραμμα τον ερχόμενο Αύγουστο, καθώς από αυτήν θα εξαρτηθεί ο βαθμός χρηματοδότησης των εγχώριων πιστωτικών ομίλων από τους μηχανισμούς του ευρωσυστήματος.

Μια καθαρή έξοδος, χωρίς προληπτική γραμμή στήριξης, συνεπάγεται άρση του waiver, το οποίο επιτρέπει σήμερα στους εγχώριους ομίλους να δανείζονται με μηδενικά επιτόκια απευθείας από τη Φρανκφούρτη, με δεδομένο ότι η πιστοληπτική αξιολόγηση των ελληνικών τίτλων χρέους βρίσκεται χαμηλότερα της επενδυτικής βαθμίδας.
Επιπλέον, το waiver αποτελεί διαβατήριο και για τη συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών στο QE, το οποίο σύμφωνα με αναλυτές θα μπορούσε να στηρίξει τη ρευστότητα του συστήματος τα επόμενα χρόνια. Από αυτή την άποψη λοιπόν το waiver… συμφέρει.

Ωστόσο, τελευταία διατυπώνονται και απόψεις υπέρ της «καθαρής» εξόδου. Το πλεονέκτημα σε αυτή την περίπτωση είναι ότι θα δοθεί το σήμα στις αγορές ότι η χώρα επιστρέφει στην κανονικότητα. «Ακόμη και μια πιο… light εποπτεία που συνεπάγεται η προληπτική γραμμή θα θεωρηθεί μνημόνιο από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα» σημειώνει τραπεζική πηγή.

Το μήνυμα σε αυτή την περίπτωση που θα περάσει προς τα έξω είναι ότι το πρόβλημα στην Ελλάδα παραμένει, γεγονός που θα λειτουργήσει ανασταλτικά στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων. Εξάλλου, ο δανεισμός των εγχώριων ομίλων από την ΕΚΤ, που κυμαίνεται στα επίπεδα των 4 – 5 δισ. ευρώ, θα μπορούσε εύκολα να αντικατασταθεί, με την κατάθεση στις εμπορικές τράπεζες από το Δημόσιο ρευστών διαθεσίμων που βρίσκονται σήμερα στην Τράπεζα της Ελλάδος.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ