Η πολιτική πτυχή
«Τι θα γίνει, για παράδειγμα, εάν μια τράπεζα είναι σε οριακή κατάσταση; Θα δεχθεί ο επόπτης ένα πλάνο κεφαλαιακής ενίσχυσης που θα εκτείνεται σε ένα εύλογο βάθος χρόνου τουλάχιστον ενός έτους ή θα ζητήσει την άμεση επίλυση του προβλήματος;» αναρωτιέται η ίδια πηγή.
Τρεις γύροι
1. Η βάση εκκίνησης.Αυτόν τον μήνα οι τράπεζες θα στείλουν στον επόπτη μεταξύ άλλων τα δεδομένα που σχετίζονται με την επίπτωση των νέων λογιστικών προτύπων (IFRS9) στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας που θα χρησιμοποιηθούν στην έναρξη των ασκήσεων. Οσο πιο υψηλοί αυτοί οι δείκτες, τόσο πιο μεγάλο θα είναι και το περιθώριο για ζημιές στο πλαίσιο της άσκησης.
Οι παραδοχές
Ποιος θα πάρει τη ζημιά
Το μεγάλο ερωτηματικό για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα στην παρούσα φάση είναι η αξία των στοιχείων του ενεργητικού του.
Και αν οι πρώτες πωλήσεις «σκοτωμένων» δανείων καταναλωτικής πίστης και μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι σχετικά εύκολες, δεν ισχύει το ίδιο και με τα υπόλοιπα σε στεγαστική και επιχειρηματική πίστη.
«Κάποιος πρέπει να πάρει τη ζημιά. Είτε οι αγοραστές πληρώνοντας ακριβότερα τα προς πώληση δάνεια είτε οι τράπεζες, δεχόμενες τιμές χαμηλότερες αυτών που εμφανίζονται στους ισολογισμούς τους» υπογραμμίζει αναλυτής που παρακολουθεί τον κλάδο.
Στο πλαίσιο αυτό, θεωρεί ότι από το 2019 οι εκδόσεις μετοχών θα βρίσκονται στην κορυφή της… ημερήσιας τραπεζικής ατζέντας.
Η επόμενη ημέρα μετά τις ασκήσεις
Χωρίς αναταράξεις για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα θα ολοκληρωθούν, σύμφωνα με ανώτατη κοινοτική πηγή, ταstresstests. Οπως επισημαίνει μιλώντας στο «Βήμα», οι όποιες ανάγκες προκύψουν, θα είναι διαχειρίσιμες και θα καλύπτονται όπου χρειαστεί από κινήσεις εσωτερικής δημιουργίας κεφαλαίου.
Αυτές θα περιλαμβάνουν μείωση του σταθμισμένου ενεργητικού και νέες περικοπές στο κόστος λειτουργίας, με στόχο να περιοριστεί το ρίσκο και να ενισχυθεί η κερδοφορία τους. Ωστόσο, ο ίδιος αξιωματούχος που έχει συχνές επαφές με τον διοικητή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ)Μάριο Ντράγκι προσθέτει ότι αυτό δεν σημαίνει ότι οι τράπεζες έχουν λύσει όλα τα προβλήματά τους και ότι δεν έχουν πια ανάγκη από μια νέα κεφαλαιακή ενίσχυση.
Απλά, σημειώνει χαρακτηριστικά, σε αυτή τη φάση οι εποπτικές αρχές δεν θέλουν να δημιουργήσουν μια νέα εστία ρίσκου για τον ευρωπαϊκό τραπεζικό κλάδο. Οπως εξηγεί, «όσο το πρόβλημα με τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στην Ιταλία παραμένει ανοιχτό και καθώς η Ελλάδα δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει ακόμη πλήρη πρόσβαση στις αγορές, ενδεχόμενη νέα ανακεφαλαιοποίηση του εγχώριου συστήματος σε αυτή τη φάση θα έθετε σε κίνδυνο τη χρηματοπιστωτική ευστάθεια στην ευρωζώνη».
Στις αγορές
Ωστόσο, προσθέτει ότι ανάλογα με την πορεία της ελληνικής οικονομίας τους επόμενους 12 – 18 μήνες και τις επιδόσεις των τραπεζών στη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων, κάποια στιγμή μέσα στο 2019, οι διοικήσεις τους είναι πολύ πιθανό να ενεργοποιήσουν σχέδια για άντληση κεφαλαίων από τις αγορές. Μάλιστα, πιστεύει ότι οι νέες εκδόσεις μετοχών θα διενεργηθούν σχεδόν αποκλειστικά για τη διαγραφή προβληματικών χαρτοφυλακίων.
Με βάση αυτό το σενάριο, τοstoryπου θα πουλήσουν οι ελληνικές διοικήσεις στους επενδυτές θα είναι το εξής: «Η Ελλάδα έχει επιστρέψει στην ανάπτυξη, οι τράπεζες έχουν βελτιώσει σημαντικά την οργανική τους κερδοφορία, ενώ τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια βρίσκονται πλέον υπό έλεγχο. Επενδύστε στον ελληνικό κλάδο, για να εξυγιανθούν οριστικά οι ισολογισμοί των πιστωτικών ιδρυμάτων και θα ανταμειφθείτε από τη δυναμική ανάκαμψη της κερδοφορίας μας».
Τι θα γίνει με το waiver
Ενα άλλο θέμα που απασχολεί τις τραπεζικές διοικήσεις είναι η φυσιογνωμία της εξόδου από το πρόγραμμα τον ερχόμενο Αύγουστο, καθώς από αυτήν θα εξαρτηθεί ο βαθμός χρηματοδότησης των εγχώριων πιστωτικών ομίλων από τους μηχανισμούς του ευρωσυστήματος.
Μια καθαρή έξοδος, χωρίς προληπτική γραμμή στήριξης, συνεπάγεται άρση του waiver, το οποίο επιτρέπει σήμερα στους εγχώριους ομίλους να δανείζονται με μηδενικά επιτόκια απευθείας από τη Φρανκφούρτη, με δεδομένο ότι η πιστοληπτική αξιολόγηση των ελληνικών τίτλων χρέους βρίσκεται χαμηλότερα της επενδυτικής βαθμίδας.
Επιπλέον, το waiver αποτελεί διαβατήριο και για τη συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών στο QE, το οποίο σύμφωνα με αναλυτές θα μπορούσε να στηρίξει τη ρευστότητα του συστήματος τα επόμενα χρόνια. Από αυτή την άποψη λοιπόν το waiver… συμφέρει.
Ωστόσο, τελευταία διατυπώνονται και απόψεις υπέρ της «καθαρής» εξόδου. Το πλεονέκτημα σε αυτή την περίπτωση είναι ότι θα δοθεί το σήμα στις αγορές ότι η χώρα επιστρέφει στην κανονικότητα. «Ακόμη και μια πιο… light εποπτεία που συνεπάγεται η προληπτική γραμμή θα θεωρηθεί μνημόνιο από τη διεθνή επενδυτική κοινότητα» σημειώνει τραπεζική πηγή.
Το μήνυμα σε αυτή την περίπτωση που θα περάσει προς τα έξω είναι ότι το πρόβλημα στην Ελλάδα παραμένει, γεγονός που θα λειτουργήσει ανασταλτικά στην προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων. Εξάλλου, ο δανεισμός των εγχώριων ομίλων από την ΕΚΤ, που κυμαίνεται στα επίπεδα των 4 – 5 δισ. ευρώ, θα μπορούσε εύκολα να αντικατασταθεί, με την κατάθεση στις εμπορικές τράπεζες από το Δημόσιο ρευστών διαθεσίμων που βρίσκονται σήμερα στην Τράπεζα της Ελλάδος.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ