Στην έκπτωση επί των τιμών των οικιστικών και επαγγελματικών ακινήτων που θα εφαρμοστεί στα stress tests επικεντρώνεται το ενδιαφέρον των τραπεζικών διοικήσεων, μετά τη δημοσίευση του βασικού και του δυσμενούς σεναρίου τους από την Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή (ΕΤΑ).
Οι τραπεζίτες θεωρούν ότι από αυτήν την παράμετρο, η οποία δεν έγινε γνωστή, θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό το αποτέλεσμα των ασκήσεων.
Η πρώτη εικόνα πάντως από τις παραδοχές που θα χρησιμοποιηθούν για την αξιολόγηση της κεφαλαιακής ισχύς των τεσσάρων συστημικών ομίλων είναι ικανοποιητική.
Σύμφωνα με τραπεζική πηγή, η σωρευτική πτώση του ΑΕΠ κατά 3,30% δεν είχε σημαντική απόκκλιση σε σχέση με τις εκτιμήσεις της αγοράς, ενώ το βασικό σενάριο ήταν ελαφρώς καλύτερο του αναμενόμενου.
Ως εκ τούτου, θεωρεί ότι γενικά το σύστημα θα περάσει με επιτυχία αυτές τις ασκήσεις, χωρίς την ανάγκη άμεσων αυξήσεων κεφαλαίου.
Ωστόσο, προβληματισμό δημιουργεί η πολύ μεγάλη πτώση των τιμών των ακινήτων που προβλέπεται στις υποθέσεις που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΤΑ.
Ο υπολογισμός της ζημιάς
Σύμφωνα με αυτές, τα οικιστικά και εμπορικά ακίνητα θα υποτιμηθούν κατά 16,60% την τριετία 2018 – 2020. Η μείωση αυτή είναι υπερβολική, σύμφωνα με αναλυτές, με δεδομένο το ρυθμό πτώσης του ΑΕΠ που έχει υιοθετηθεί για την ίδια περίοδο.
Ενδεχομένως, σημειώνουν τραπεζικοί κύκλοι, η ΕΤΑ να εκτιμά ότι πίεση στις τιμές θα δημιουργηθούν από την προσφορά ακινήτων που θα υπάρξει μέσω των πλειστηριασμών, ο αριθμός των οποίων θα αυξηθεί σημαντικά την επόμενη τριετία.
Σε κάθε περίπτωση, η ζημιά που θα γράψουν οι τράπεζες από το «στρεσάρισμα» των χαρτοφυλακίων τους, θα εξαρτηθεί από το ύψος της έκπτωσης επί των μειωμένων τιμών που θα χρησιμοποιήσει ο επόπτης για τον προσδιορισμό της τελικής αξίας ανάκτησης που μπορεί να επιτύχει κάθε τράπεζα.
Υπενθυμίζεται ότι στις ασκήσεις προσομοίωσης του 2015 το σχετικό discount είχε διαμορφωθεί στο 30%. Η απόκλιση της θεωρητικής αξίας πώλησης των ενεχυριασμένων ακινήτων που θα χρησιμοποιηθεί, από τις τιμές στα βιβλία των τραπεζών, θα επιβαρύνει τον τελικό λογαριασμό των stress tests, λόγω των προβλέψεων που θα πρέπει να σχηματιστούν για να καλυφθεί το κενό.