Αρχισα να νιώθω αυτή την ανάγκη πριν από περίπου έναν χρόνο και ομολογώ ότι αρχικά ανησύχησα. Ποια ήταν η ανάγκη; Να λέω καλά λόγια στους γνωστούς και στους φίλους μου, επικροτώντας ό,τι, κατά τη γνώμη μου, καλό κάνουν. Είναι ανθρώπινο, θα πει κάποιος. Μπορεί. Αλλά είχα για χρόνια ξεχάσει να το κάνω.
Μακάρι αυτό το προτέρημα να το έχετε και να θεωρείτε υπερβολική την εξομολόγησή μου, αν όμως δεν το έχετε, βάλτε το στο μυαλό σας: το να ευχαριστείς κάποιον για τη χαρά που σου προσφέρει, να τον ενθαρρύνεις να συνεχίσει ό,τι κάνει δηλώνοντάς του την εκτίμησή σου και το να του σφίγγεις το χέρι λέγοντάς του «μπράβο» σε βοηθά να αναπνέεις καλύτερα. Ειδικά αν όλα αυτά τα έχεις ξεχάσει.
Οι άνθρωποι δυσκολεύονται να λένε καλά λόγια στους δικούς τους ανθρώπους –συνήθως δεν έχουν κανένα πρόβλημα να πουν πολλά «μπράβο» σε όσους δεν γνωρίζουν προσωπικά. Οταν είναι νέοι, προτιμούν να είναι δύσπιστοι –κυρίως με αυτούς που μπορεί κάποτε να θαυμάζουν, γονείς, μεγάλους αδελφούς, δασκάλους, καθηγητές κ.λπ. Μετά τη δυσπιστία, που σκοτώνει τη διάθεση για καλά λόγια, ακολουθεί ως απόδειξη ωριμότητας η κριτική σε όλους και σε όλα. Για να δείξουμε την καλλιέργειά μας ή την αντισυμβατικότητά μας ή απλώς την εξυπνάδα μας, κριτικάρουμε τους γνωστούς μας, θεωρούμε όσα έχουν πετύχει «λογικά πράγματα» ή «λίγα», μικραίνουμε το μέγεθος μιας πιθανής επιτυχίας τους για να μη νιώθουμε ότι μας ξεπέρασαν. Κυρίως, όσο καλύτερα τους γνωρίζουμε τόσο περισσότερο υποβαθμίζουμε την όποια ικανότητα ή εξαιρετικότητά τους. Είμαστε πάντα πρόθυμοι να εξηγήσουμε σε όσους δεν τους γνωρίζουν εξίσου καλά γιατί δεν χρειάζεται να τους θαυμάζουν ή και να τους παίρνουν στα σοβαρά.
Το ξέρω ότι είναι δύσκολο για κάποιον να παραδεχθεί πως αυτή η συμπεριφορά δεν είναι υγιής: όλοι μας έχουμε μάθει να θεωρούμε φυσιολογική την αποδόμηση και σχεδόν άχρηστη την έκφραση του όποιου θαυμασμού μας. Μόνο που αυτό το ασταμάτητο επικριτικό κατακρεούργημα όσων παραδεχόμαστε πως, κατά τα άλλα, αγαπάμε οδηγεί σε ύπνωση τα δικά μας ανθρώπινα συναισθήματα: αν δεν μοιράζεσαι τη χαρά σου με αυτόν που σου την προσφέρει, έχεις πρόβλημα.
Οταν το συνειδητοποίησα αυτό, διαπίστωσα πως έχω ένα σωρό ανθρώπους στους οποίους χρωστάω κάμποσα καλά λόγια. Ξαφνικά κατάλαβα ότι χρωστάω πολλά σε πολλούς. Χρωστάω μερικά «μπράβο» σε όσους ξέρουν να μαγειρεύουν και με τάισαν εξαιρετικά, χρωστάω μερικά «ευχαριστώ» σε όσους με διασκέδασαν, χρωστάω μερικά «συγχαρητήρια» σε όσους γράφουν ωραία, τραγουδάνε υπέροχα, είναι εξαιρετικοί στη δουλειά τους και την ίδια στιγμή συμβαίνει να είναι και φίλοι μου. Εκτοτε, εδώ και κάνα χρόνο, δεν χάνω ευκαιρία να καμαρώνω δημόσια για δαύτους, να τους λέω τα καλύτερα κάθε φορά που κάτι δικό τους μου φτιάχνει τη μέρα, να τους υπενθυμίζω πόσο τυχερός αισθάνομαι που τους ανακάλυψα. Δεν ξέρω πώς το βλέπουν εκείνοι –ίσως να νιώθουν και έκπληξη. Αλλά εγώ τα έχω καλύτερα με τον εαυτό μου γιατί δεν κρύβομαι από τις αγάπες μου.
Ο άνθρωπος δεν είναι αδύναµος όταν εκφράζει την ευχαρίστησή του για όσα χάρη σε έναν φίλο του απόλαυσε και δεν είναι δυνατός όταν είναι έτοιμος να αναλύσει άκαρδα τα πάντα για να φθάσει σε ένα συμπέρασμα: και στη μία και στην άλλη περίπτωση είναι απλώς άνθρωπος. Αν μπαίνει στη διαδικασία να κρύβει τη χαρά του για την επιτυχία ή την ικανότητα των δικών του ανθρώπων, χάνει κάτι σπουδαίο: τη συμμετοχή στη δική τους ζωή. Αν απλώς παρακολουθείς τα πάντα από απόσταση, μπορεί να είσαι ικανότατος στο να δώσεις συμβουλές, έτοιμος να εξηγήσεις στον άλλο τα λάθη του, σπουδαίος στο να προτείνεις λύσεις, αλλά στον εαυτό σου δεν έχεις δώσει τίποτα: ούτε καν τη μικρή χαρά της συνειδητοποίησης ότι φίλους έχεις διαλέξει σωστά και ότι την αγάπη σου δεν τη σπατάλησες.
Πες στον φίλο σου ένα «μπράβο» για να σ’ το πει κι αυτός. Και να μη σ’ το πει, θα δεις λίγη λάμψη στα μάτια του. Αξίζει.
* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2018.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ