Εχουμε επιστρέψει στον Ψυχρό Πόλεμο; Η ερώτηση ακούγεται και πάλι μετά τη δημοσιοποίηση του νέου, επιθετικού στρατηγικού δόγματος των ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ, αλλά ο «νέος Ψυχρός Πόλεμος» δεν είναι μια φράση που εφευρέθηκε το 2017. Εχει αποτελέσει αντικείμενο συζήτησης εδώ και μια δεκαετία, επιστρέφοντας στο προσκήνιο με κάθε νέο γύρο προκλήσεων και αντιπαράθεσης μεταξύ Ρωσίας και Δύσης. Αν ψάξει κανείς τη φράση στη μηχανή αναζήτησης της Google θα δει περίπου 260 εκατομμύρια αποτελέσματα, και ο «Β’ Ψυχρός Πόλεμος» έχει το δικό του λήμμα στη Wikipedia.
Η θεωρία, που τη συμμερίζονται αρκετοί σοβαροί δυτικοί αναλυτές, είναι ότι ο Πούτιν νιώθει πλέον αρκετά ισχυρός και θέλει να «επιστρέψει στις καλές παλιές μέρες» της ψυχροπολεμικής σύγκρουσης. Στα πρώτα του χρόνια στην εξουσία ο Πούτιν είχε επικεντρωθεί στην αποκατάσταση του ρωσικού κράτους μέσα στα σύνορά του, αλλά τα τελευταία χρόνια ο πρώην πράκτορας της KGB, ο οποίος είναι πλέον ο μακροβιότερος ηγέτης της Ρωσίας από την εποχή του Στάλιν, αποφάσισε να επεκταθεί εκτός αυτών των συνόρων, επιδιώκοντας να αποκαταστήσει τη θέση της Ρωσίας ως αδιαφιλονίκητης υπερδύναμης στη διεθνή σκηνή. Μετέτρεψε για άλλη μια φορά το ΝΑΤΟ σε νέμεση της Ρωσίας, παρουσιάζοντας τη διεύρυνσή του στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, όπως η Πολωνία και τα κράτη της Βαλτικής, ως την απόλυτη προσβολή.
Από την Ουκρανία ως τις αμερικανικές εκλογές
Εχει χρησιμοποιήσει ήδη πυροβόλα όπλα και τανκς στη Γεωργία και στην Ουκρανία (όπου συνεχίζονται και σήμερα οι μάχες στα ανατολικά) και κάποιον συνδυασμό πολιτικής αποσταθεροποίησης, δωροδοκίας, προπαγάνδας, κυβερνοεπιθέσεων και οικονομικής πίεσης σε όλες τις χώρες που ήταν μέρος της Σοβιετικής Ενωσης ή υπό τον έλεγχό της στο Σύμφωνο της Βαρσοβίας. Εχει παρέμβει ευκαιριακά ακόμη και σε χώρες του ΝΑΤΟ –συμπεριλαμβανομένων των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ.
Στη Μέση Ανατολή, η Ρωσία έκανε στρατιωτική επέμβαση στη Συρία, πολεμώντας στο πλευρό του συμμάχου και πελάτη της Μπασάρ αλ Ασαντ.
Σύμφωνα με την επίσημη Στρατηγική Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ του Ντόναλντ Τραμπ, η Ρωσία και η Κίνα είναι «ρεβιζιονιστικές» δυνάμεις, γνήσιοι γεωπολιτικοί αντίπαλοι για τις Ηνωμένες Πολιτείες που «προκαλούν την αμερικανική ισχύ, την επιρροή και τα συμφέροντα των ΗΠΑ», ενώ «προσπαθούν να υποβαθμίσουν την αμερικανική ασφάλεια και ευημερία». Από την πλευρά του, ο Πούτιν απέρριψε αμέσως το νέο αμερικανικό στρατηγικό δόγμα ως ένα «ιμπεριαλιστικό» λείψανο «μιας παραληρηματικής υπερδύναμης» που εξακολουθεί να ενεργεί μονομερώς στην παγκόσμια σκηνή.
Τέτοιες φραστικές επιθέσεις επανέφεραν τη συζήτηση για νέο Ψυχρό Πόλεμο, αλλά ακόμη και αυτοί που προωθούν την ιδέα έχουν συνήθως την άποψη ότι ο σημερινός Ψυχρός Πόλεμος είναι λιγότερο επικίνδυνος από τον πρωτότυπο, διότι δεν θα μπορούσε ποτέ να οδηγήσει σε πραγματική, στρατιωτική, πόσω μάλλον πυρηνική, σύγκρουση.
Είναι «μια σύγκρουση για το τίποτα»;
Αλλοι υποστηρίζουν ότι ο νέος Ψυχρός Πόλεμος δεν είναι όπως ο αρχικός Ψυχρός Πόλεμος, διότι στερείται ιδεολογικής διάστασης. Από αυτή την άποψη, η σημερινή ένταση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας είναι «μια σύγκρουση για το τίποτα»: ο Πούτιν δεν έχει ιδεολογικό στόχο πέρα από την ανύψωση του ρωσικού κράτους, που κυβερνάται από αυτόν και την κλίκα του. Ο Πούτιν δεν κηρύσσει την παγκόσμια επανάσταση, που ήταν ένα βασικό δογματικό στοιχείο του σοβιετικού κομμουνισμού.
Αλλά υπάρχει και μια άλλη σχολή σκέψης, σύμφωνα με την οποία ο σημερινός Ψυχρός Πόλεμος μπορεί να είναι ακόμη χειρότερος από τον πρωτότυπο. Αυτό δεν συμβαίνει τόσο επειδή θα μπορούσε να οδηγήσει στην πυρηνική καταστροφή, αλλά επειδή ο κόσμος στον οποίο ζούμε τώρα είναι πολύ πιο διασυνδεδεμένος, αυξάνοντας τους κινδύνους κρίσης μεταξύ των δύο δυνάμεων και πολλαπλασιάζοντας τους πιθανούς τομείς αντιπαράθεσης. Φέρνουν μάλιστα ως παράδειγμα τη διαβόητη ρωσική ανάμειξη στις αμερικανικές εκλογές.
Το μόνο βέβαιο; Ο Πούτιν και οι σύμβουλοί του στο Κρεμλίνο βλέπουν το σημερινό πολυπολικό πεδίο ως μια μεγάλη ευκαιρία να ανταγωνιστούν, να αψηφήσουν, να περιφρονήσουν και να ταπεινώσουν την αμερικανική υπερδύναμη. Μια γενιά μετά την ταπεινωτική ήττα του Ψυχρού Πολέμου, οι πουτινιστές έχουν βρει τις πολιτικές και γεωπολιτικές ευκαιρίες να ξεπεράσουν τον θυμό και τη δυσαρέσκειά τους. Και έχουν ανοίξει πολλά και διαφορετικά μέτωπα σε αυτόν τον νέο ανταγωνισμό, κυρίως το ψηφιακό-αντιδημοκρατικό μέτωπο, στο οποίο έχουν επιτεθεί στην ακεραιότητα της εκλογικής διαδικασίας σε διάφορες δυτικές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των ΗΠΑ.
Αυτή τη φορά ο ρωσικός στόχος φαίνεται να μην είναι η κυριαρχία, αλλά το χάος. Στόχος δεν είναι να καταστρέψουν τις ΗΠΑ, αλλά να τις εξασθενήσουν και να τις μπερδέψουν.
Επιστροφή στους ανταγωνισμούς του 19ου αιώνα
Πολλοί πιστεύουν, πάντως, ότι η ιστορική αναλογία που εμπνέει περισσότερο τον Πούτιν δεν είναι ο διπολικός κόσμος του Ψυχρού Πολέμου, αλλά ο αυτοκρατορικός ανταγωνισμός μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων του 19ου αιώνα. Καθ’ όλη τη διάρκεια της προεδρίας του, ο Πούτιν έχει επικαλεστεί τα σύμβολα του ρωσικού μεγαλείου από την τσαρική εποχή όσο και τη σοβιετική νοσταλγία, και έχει παρουσιάσει τον εαυτό του μάλλον σαν ισχυρό, ρεαλιστή ηγέτη που λέει την αλήθεια στη διεθνή σκηνή παρά σαν ιδεολόγο κατά το μπολσεβίκικο πρότυπο.
Αγαπημένο του ιδεώδες δεν είναι να γίνει η μετενσάρκωση του Στάλιν αλλά κάτι σαν το εκσυγχρονισμένο είδωλο των Ρομανόφ. Το έδειξε με το αυτοκρατορικό παλάτι στην Αγία Πετρούπολη που το ανακαίνισε νωρίς στη θητεία του και το διαιωνίζει με τις μυθικές αφηγήσεις του ρωσικού μεγαλείου που προσφέρει αδιαλείπτως στο κοινό του.
HeliosPlus