Είκοσι χρόνια… φαγούρας έχουν περάσει από το 1998, όταν άρχισε η πρώτη σοβαρή προσπάθεια αναζήτησης λύσεων για την αντιμετώπιση του λαθρεμπορίου, και έξι χρόνια έχουν παρέλθει από την ψήφιση του πιο αυστηρού νόμου για την καταπολέμησή του, το 2012.
Στο διάστημα αυτό χρειάστηκαν δώδεκα χρόνια (1998 -2009) για την εκπόνηση τριών μελετών και την υποβολή προτάσεων στο υπουργείο Οικονομικών, που τέθηκαν στο αρχείο, και επτά χρόνια (2009 -2016) για νομοθετικές ρυθμίσεις και έκδοση υπουργικών αποφάσεων.
Απειρες ανθροποώρες, ημίμετρα, και εκατομμύρια ευρώ σε κοινοτικά κονδύλια, έχουν δαπανηθεί για την αντιμετώπιση του φαινομένου, χωρίς τίποτα να προχωρήσει, αφού οι κυβερνήσεις είναι απρόθυμες να το χτυπήσουν. Αρκεί να σκεφτεί κανείς ότι μόνο την τελευταία εξαετία συγκροτήθηκαν βάσει υπουργικών αποφάσεων τέσσερα διαφορετικά συντονιστικά όργανα και επιχειρησιακά κέντρα για την καταπολέμησή του, χωρίς κανένα απτό αποτέλεσμα.
Από τον Φεβρουάριο του 2012 όταν ψηφίστηκε ο εφαρμοστικός νόμος 4093, έως και σήμερα, η ελληνική πολιτεία δεν έχει καταφέρει να θεσπίσει ούτε ένα ολοκληρωμένο μέτρο για την πάταξη του λαθρεμπορίου στην αγορά καυσίμων. Αποφάσεις υπουργών που εκδόθηκαν αλλά δεν εφαρμόστηκαν ποτέ, άλλες που δεν έχουν ακόμη εκδοθεί και τροποποιήσεις του νόμου για τη λειτουργία της αγοράς πετρελαιοειδών που ανατρέπουν αποφάσεις που έχουν εκδοθεί στο πλαίσιο του προηγούμενου νόμου, συνθέτουν ένα μωσαικό φιλικό προς τα κυκλώματα.
Κάπως έτσι η καταπολέμηση του λαθρεμπορίου καυσίμων, έγινε το πιο σύντομο ανέκδοτο, πριν ακόμη η κυβέρνηση αυτή υποσχεθεί ότι θα έφερνε έσοδα 1 δισ ευρώ.
Το μεγαλύτερο «σκάνδαλο» ονομάζεται σύστημα εισροών – εκροών. Εχει εγκατασταθεί από το 2014 σε όλα τα πρατήρια της χώρας, δαπανήθηκαν γι’ αυτό 100 εκατ. ευρώ (δημόσιων και ιδιωτικών πόρων), αλλά συνεχίζει να μην λειτουργεί. Τα στοιχεία αποστέλλονται στη Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων δίχως να αξιοποιούνται, στην ουσία επομένως είναι άχρηστα.
Ο λόγος ; Οτι ύστερα από τόσα χρόνια εκκρεμεί ακόμη η κοινή υπουργική απόφαση (ΚΥΑ) για τον τρόπο, τον χρόνο, το είδος και τη συχνότητα αποστολής των δεδομένων του συστήματος εισροών – εκροών προς τη Γενική Γραμματεία Πληροφορικών Συστημάτων. Ούτε επίσης έχει αποφασιστεί πώς θα πιστοποιούνται τα συστήματα που έχουν ήδη εγκατασταθεί στα πρατήρια. Αυτός είναι και ο λόγος που το επιχειρησιακό σχέδιο της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων προβλέπει ότι η ανάλυση και αξιοποίηση των δεδομένων του συστήματος εισροών – εκροών δεν θα έχει ολοκληρωθεί πριν από τις 31 Δεκεμβρίου 2018.
Το άλλο σκάνδαλο φέρει την ονομασία «σύστημα γεωγραφικού εντοπισμού θέσης» (GPS) στα 1.300 βυτιοφόρα και στα περίπου 30 πλωτά μέσα της χώρας, τα λεγόμενα σλέπια. Και παρότι μόλις 30 τα σλέπια, η πολιτεία αδυνατεί να ελέγξει το ναυτιλιακό λαθρεμπόριο.
Χρειάστηκε να φτάσουμε στον Αύγουστο του 2017 για να εκδοθεί απόφαση που υπογράφουν οι υπουργοί Παπανάτσιου, Χαρίτσης, Κουρουμπλής και Σπίρτζης, ότι όλα τα πλωτά εφοδιαστικά και μεταφορικά μέσα υποχρεούνταν έως τις 31 Οκτωβρίου 2017 να έχουν εγκαταστήσει ηλεκτρονικό σύστημα εντοπισμού θέσης (GPS). Δεν είναι σαφές πόσα το έχουν εγκαταστήσει, όπως και τι έχει γίνει με τις προδιαγραφές των GPS, δηλαδή τα τεχνικά χαρακτηριστικά (software – hardware) που θα κάνουν συμβατές τις συσκευές με το σύστημα περισυλλογής των στοιχείων της ΓΓΠΣ και τη διαδικασία αποστολής τους.
Την ίδια ώρα ο ελεγκτικός μηχανισμός βρίσκεται σε κατάσταση αποσύνθεσης. Το προσωπικό δεν επαρκεί ενώ ακόμη και τα λίγα τεχνικά μέσα δίωξης που διαθέτουν οι τελωνειακές υπηρεσίες έχουν βγει ουσιαστικά εκτός λειτουργίας. Μέχρι πριν από λίγους μήνες δεν υπήρχε δυνατότητα έγκρισης δαπανών για την υποστήριξη των αυτοκινήτων και του συστήματος Χ-Ray που βρίσκεται στον Πειραιά και δεν λειτουργούσε από την αρχή του έτους. Και αυτό καθώς δεν υπήρχαν τα αναγκαία καύσιμα.
Σαν αποτέλεσμα των παραπάνω, οι μεγάλες εταιρείες του κλάδου, ΕΛΠΕ, και Μότορ Οιλ, ανακοίνωσαν ότι προτίθενται να πάρουν τη κατάσταση στα χέρια τους. Στην ετήσια γενική συνέλευση του κλάδου των εταιρειών εμπορίας πετρελαιοειδών, αποφασίστηκε η εναλλαγή στο «τιμόνι» των εκπροσώπων της ΕΚΟ, θυγατρικής των ΕΛΠΕ, και της AVIN, θυγατρικής της Μότορ Οιλ. Ενα εξάμηνο δηλαδή θα διοικεί τον σύνδεσμο εκπρόσωπος της μιας εταιρείας, και ένα εξάμηνο εκπρόσωπος της δεύτερης. Δεν έχει ξανασυμβεί κάτι παρόμοιο.
Στόχος της κίνησης είναι, όπως λένε οι ίδιες οι εταιρείες, η συντονισμένη καταπολέμηση της παραβατικότητας στην αγορά, με προτεραιότητα στην λειτουργία επιτέλους του συστήματος εισροών-εκροών, την καταπολέμηση της νοθείας στα καύσιμα, του λαθρεμπορίου, και κάθε μορφής παραεμπορίας, φαινόμενα που οδηγούν σε απώλειες κρατικών εσόδων της τάξεως των 300 εκατ. ευρώ ετησίως, τουλάχιστον.
Η βούληση είναι προφανής. Δεν είναι καθόλου προφανές πως η κίνηση αυτή από μόνη της θα βελτιώσει τις πενιχρές επιδόσεις των ελεγκτικών μηχανισμών, όταν απουσιάζουν όλα τα παραπάνω.