Ένα τμήμα της κοινωνίας μπορεί να αγανακτεί από ιδεοληψίες, να παρασύρεται από άγνοια ή από το συναίσθημα, να οργίζεται από αυτό που θεωρεί ή νομίζει εθνική αδικία. Οι πολιτικοί ηγέτες όμως, αν θέλουν να είναι πραγματικοί ηγέτες, δεν μπορεί, δεν επιτρέπεται να ακολουθούν το εκάστοτε ρεύμα που διαμορφώνεται, να αγνοούν το ευρύτερο εθνικό συμφέρον και να πολιτεύονται με καιροσκοπικά μικροκομματικά κριτήρια.
Για μια φορά ακόμα δυστυχώς με ελάχιστες εξαιρέσεις οι πολιτικοί μας ηγέτες συμπεριφέρονται στο θέμα του Μακεδονικού προτάσσοντας αυτό που θεωρούν κομματικό συμφέρον. Ενώ γνωρίζουν πολύ καλά και τα ιστορικά και πολιτικά δεδομένα, ενώ γνωρίζουν και τις ευαισθησίες που καλώς ή κακώς έχουν διαμορφωθεί σε ένα σημαντικό τμήμα της κοινωνίας, επέλεξαν για μια φορά ακόμα,αντί να βγουν μπροστά και να προβάλλουν το συμφέρον της χώρας, να μεταφέρουν μια διχαστική αντιπαράθεση στην κοινωνία.
Με πρώτη την κυβέρνηση που αντί να διαμορφώσει ένα μίνιμουμ πλαίσιο εθνικής πολιτικής συνεννόησης, επέλεξε μια τακτική διχασμού της αντιπολίτευσης, αδιαφορώντας για τις συνέπειες, τις οποίες εισπράττει τώρα. Κι από την άλλη η αξιωματική αντιπολίτευση που έσπευσε να πέσει στην παγίδα και προκειμένου να μη διαταράξει τις εσωκομματικές της ισορροπίες υποτάχθηκε στις εθνικολαϊκές εξάρσεις και τις φοβίες του βαθέως ελληνικού συντηρητισμού.
Γνωρίζουν όλοι πολύ καλά ότι κανένα συλλαλητήριο, όσο ογκώδες κι αν είναι δεν πρόκειται να δώσει λύση σε κανένα εθνικό θέμα. Η Ελλάδα για το Μακεδονικό – και όχι μόνο – χρειάζεται ηγέτες που θα τολμούν να λένε την αλήθεια όσο αντιδημοφιλής κι αν είναι. Χρειάζεται ηγέτες που θα υποστηρίζουν το ευρύτερο συμφέρον της χώρας, ακόμα κι αν συγκρούεται προσωρινά με το συγκυριακό προσωπικό και κομματικό όφελος.