Στις 25 Ιανουαρίου 2015 ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδιζαν τις εκλογές και ξεκινούσαν μια πορεία την εξέλιξη της οποίας λίγοι μπορούσαν να φανταστούν εκείνη την περίοδο. Εχοντας υποσχεθεί σκισίματα μνημονίων, εκδίωξη της τρόικας, αυξήσεις σε συντάξεις και μισθούς και με το περιβόητο πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης ως Ευαγγέλιο, εκφωνούσε εκείνο το βράδυ στα Προπύλαια μια ομιλία την οποία κάποιοι έσπευδαν να χαρακτηρίσουν ιστορική.
Τρία χρόνια αργότερα κάποιες από τις φράσεις εκείνες του Αλέξη Τσίπρα έχουν πράγματι ιστορική αξία. Κυρίως, επειδή φανερώνουν σήμερα το μέγεθος της πολιτικής αναξιοπιστίας και τη διάψευση όλων εκείνων των προσδοκιών όσων είχαν πιστέψει τον ΣΥΡΙΖΑ και τις εξαγγελίες του.
«Ούτε ρήξη ούτε υποταγή»
«Η νέα ελληνική κυβέρνηση θα είναι έτοιμη να συνεργαστεί και να διαπραγματευθεί για πρώτη φορά με τους εταίρους μας μια δίκαιη, αμοιβαία επωφελή και βιώσιμη λύση» έλεγε μεταξύ των άλλων ο Πρωθυπουργός εκείνο το βράδυ και διαβεβαίωνε: «Σε αυτόν τον ειλικρινή διάλογο, σε αυτή την ουσιαστική διαπραγμάτευση, η Ελλάδα, θέλω να σας διαβεβαιώσω, θα προσέλθει με τις δικές της τεκμηριωμένες προτάσεις, με το δικό της εθνικό σχέδιο μεταρρυθμίσεων και ριζικών αλλαγών. Με το δικό της τετραετές σχέδιο δημοσιονομικής πολιτικής, χωρίς νέα ελλείμματα αλλά και χωρίς εξωπραγματικά, ανέφικτα πλεονάσματα». Καθώς επίσης ότι: «Ούτε αμοιβαία καταστροφική ρήξη θα υπάρξει, ούτε όμως συνέχιση της υποταγής θα γίνει ανεκτή».
Παρά τη δέσμευσή του εκείνη περί μη υποταγής, ο κ. Τσίπρας είναι πλέον αυτός που «έκανε τα πάντα ευκολότερα», όπως δήλωσε ο Γερούν Ντάισελμπλουμ και ουδέποτε διαψεύστηκε. Οσο για τα «εξωφρενικά, ανέφικτα πλεονάσματα» έχουν γίνει το κυρίαρχο μέσο άσκησης της ταξικής, όπως ο ίδιος ο Πρωθυπουργός επιμένει, πολιτικής της κυβέρνησης. Η σταχυολόγηση των διαψεύσεων και όλων εκείνων των ανακολουθιών στις οποίες έχει υποπέσει ο κ. Τσίπρας είναι για πολλούς πλέον κουραστική. Αλλωστε, διεθνώς ο έλληνας πρωθυπουργός έχει γίνει σημείο αναφοράς ως ο πρωτομάστορας της… kolotoumbas.
Το βέβαιο είναι ότι κατά την τριετή διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ η χώρα έχει αλλάξει. Αν κρίνει όμως κανείς από τις διαθέσεις, οι οποίες καταγράφονται σε εγχώριες και διεθνείς έρευνες, η αλλαγή δεν είναι προς το καλύτερο. Σε πρόσφατη έρευνα της Gallup οι Ελληνες αναδεικνύονται οι πλέον απαισιόδοξοι στον κόσμο, περισσότερο και από τους Βορειοκορεάτες. Τα ποσοστά απαισιοδοξίας στις ελληνικές δημοσκοπήσεις ξεπερνούν το 80%. Υπό αυτές τις συνθήκες, η τριετία του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να παρομοιαστεί με τη σταδιακή καταβύθιση της χώρας ή ενός μεγάλου τμήματός της στην απαισιοδοξία και στη θλίψη. Ως γνωστόν, η ψυχική αυτή κατάσταση χαρακτηρίζεται, κατά κάποιες θεωρίες ανάλυσης του πένθους, από πέντε στάδια…
Και από αυτά φαίνεται ότι περνούν όλοι τα τελευταία χρόνια, είτε είναι πολιτικοί αντίπαλοι είτε οπαδοί του Αλέξη Τσίπρα.
Αρνηση
Ακόμα και μεταξύ των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, η διάθεση αυτή κυριάρχησε λίγες ώρες μετά τους πανηγυρισμούς της νίκης τον Ιανουάριο του 2015. Οι περισσότεροι δυσκολεύονταν να πιστέψουν ότι ο Αλέξης Τσίπρας είχε συμφωνήσει τον σχηματισμό κυβέρνησης με τον Πάνο Καμμένο. Στην πραγματικότητα η συμφωνία αυτή είχε συναφθεί σχεδόν δύο χρόνια νωρίτερα. Πλην όμως σχεδόν κανένας δεν ήθελε να το πιστέψει. Το πίστεψαν όταν το ανακοίνωσε ο ίδιος ο κ. Καμμένος το πρωί της 26ης Ιανουαρίου έξω από τα γραφεία του ΣΥΡΙΖΑ: «Θέλω να σας ανακοινώσω ότι η χώρα έχει κυβέρνηση. Οι Ανεξάρτητοι Ελληνες δίνουμε ψήφο εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Δίνουμε ψήφο εμπιστοσύνης στον Αλέξη Τσίπρα».
Η άρνηση όσων είχαν επιφυλάξεις για τις προθέσεις του κ. Τσίπρα διαπιστώθηκε και σε ευρωπαϊκό επίπεδο από τις πρώτες ημέρες. Ηταν η 29η Ιανουαρίου 2015, όταν ο τότε πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς επισκεπτόταν την Αθήνα. Σκοπός της επίσκεψης ήταν να βολιδοσκοπήσει τον νέο Πρωθυπουργό ως προς τα σχέδιά του και τις αντιλήψεις του. Οι δημόσιες δηλώσεις ήταν ενδεικτικές: «Σας είμαι ευγνώμων για την ειλικρινή, κουραστική. επιτρέψτε μου, συζήτησή μας» είπε ο μετέπειτα επικεφαλής των Σοσιαλδημοκρατών, συμπληρώνοντας: «Ελπίζω η υπέροχη χώρα σας να παραμείνει στην ευρωπαϊκή πορεία που είχε ανέκαθεν. Εχετε υποχρέωση να συνεχίσετε στον δρόμο της συνεργασίας και της δημοκρατίας»… Το ίδιο βράδυ ο κ. Σουλτς είχε συνάντηση με στελέχη του σοσιαλδημοκρατικού χώρου στην Αθήνα. Και στην κατ’ ιδίαν συζήτηση μαζί τους είχε δηλώσει: «Με αυτόν τον τύπο την έχετε βάψει!».
Κάπως έτσι ξεκινούσε το περιπετειώδες εκείνο εξάμηνο της δήθεν διαπραγμάτευσης και με κατάληξη το διχαστικό δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015. Οταν προκηρύχθηκε, πολλοί ήταν εκείνοι που σκέφθηκαν «δεν μπορεί να συμβαίνει…». Κι όμως συνέβη.
Θυμός
Σε αυτό το στάδιο της θλίψης ή του πένθους, πολλοί στρέφονται συνήθως εναντίον προσώπων ή καταστάσεων που θεωρούν ότι φέρουν την ευθύνη για όσα τούς συμβαίνουν. Κάτι αντίστοιχο εκδηλώθηκε με την προκήρυξη του δημοψηφίσματος ή, λίγο αργότερα, όταν το «Οχι» του δημοψηφίσματος, το οποίο αιφνιδίασε και τον ίδιο τον κ. Τσίπρα, έγινε «Ναι» μέσα σε λίγες ώρες και το 62% των πολιτών αγνοήθηκε. Οι κατηγορίες άρχισαν να στρέφονται κατά της αριστερής πτέρυγας του ΣΥΡΙΖΑ, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης και η Ζωή Κωνσταντοπούλου χαρακτηρίστηκαν αποστάτες, οι επιθέσεις κατά προηγούμενων κυβερνήσεων, στελεχών τους και ψηφοφόρων έγιναν κανόνας, ο Παύλος Πολάκης ήλθε στο προσκήνιο έπειτα από τις διακοπές που έκανε παρέα με τον Πρωθυπουργό και έκτοτε δεσπόζει με το γνωστό ύφος του στις διαδικτυακές αντιπαραθέσεις.
Υστερα από το καλοκαίρι του 2015 ο θυμός κυριάρχησε στην πολιτική αντιπαράθεση. Με τον ΣΥΡΙΖΑ να προχωρεί σε μια άνευ προηγουμένου μνημονιακή επέλαση, στην πολιτική ζωή κυριάρχησαν με πρωτοβουλία της κυβέρνησης, του κόμματος και του κυβερνητικού εταίρου ο διχασμός, η πόλωση, το κυνήγι μαγισσών, η ποινικοποίηση των πάντων και η επιστράτευση της Δικαιοσύνης στην υπηρεσία της πολιτικής σκοπιμότητας.
Το κύριο πεδίο εκδήλωσης του θυμού ήταν κατά την περίοδο αυτή τα ΜΜΕ. Η κυβέρνηση με πρωτοφανείς μεθοδεύσεις και επιθέσεις επιχείρησε να ελέγξει τον χώρο του Τύπου, με επιθέσεις κατά προσώπων και επιχειρήσεων, και με στόχο τη διαμόρφωση ενός απολύτως ελεγχόμενου περιβάλλοντος. Στην προσπάθεια αυτή αναλώθηκε το πρωθυπουργικό επιτελείο σχεδόν καθ’ όλη τη διάρκεια του 2016 και του 2017, και ενώ επιβεβαιωμένα πλέον (σύμφωνα και με τις πρόσφατες δηλώσεις του Τόμας Βίζερ) έπαιζε καθυστέρηση στο πεδίο της οικονομίας και της αξιολόγησης. Παράλληλα στα κοινωνικά δίκτυα κυβερνητικά και κομματικά στελέχη έδωσαν τον καλύτερο εαυτό τους.
Διαπραγμάτευση
Το στάδιο αυτό κυριαρχείται από την τάση αναθεώρησης, μια διάθεση που περιγράφεται από το «μακάρι να είχα σκεφθεί και πράξει διαφορετικά». Αφορά αυτό πολλούς από όσους ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ: είτε επειδή δεν είδαν ούτε μία από τις υποσχέσεις του Αλέξη Τσίπρα να υλοποιείται, είτε επειδή διαψεύστηκαν στην πορεία με την ανατροπή του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος, είτε επειδή είχαν επιδείξει ανοχή στο πρώτο στάδιο της διακυβέρνησης και βλέπουν σήμερα εισοδήματα, συντάξεις, μισθούς και περιουσίες να μειώνονται, να δεσμεύονται, να κατάσχονται ή να γίνονται αντικείμενα πλειστηριασμού.
Εκδηλώνεται η διάθεση αυτή και στις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις κατά την περίοδο της τριετίας. Μία ένδειξη είναι η αναθεωρητική τάση στο ΠαΣοΚ και στη ΔΗΣΥ, όπου η συνεργασία με τη ΝΔ κατά την περίοδο 2012-2015 θεωρείται πλέον αμάρτημα και εξορκίζεται με κάθε τρόπο. Η αμηχανία αυτή είναι εμφανής και στο νεότευκτο Κίνημα Αλλαγής, το οποίο αδυνατεί προς το παρόν να αυτοπροσδιοριστεί και εγκλωβίζεται στο επίπλαστο και άκαιρο δίλημμα για την επόμενη ημέρα των εκλογών.
Η διαδικασία καθόρισε και τις διαθέσεις στη ΝΔ κατά την περίοδο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Η μαζική προσέλευση των πολιτών στις εσωκομματικές εκλογές του 2016 και η ανάδειξη του Κυριάκου Μητσοτάκη στην ηγεσία ήταν ένα κομβικό σημείο. Παρά ταύτα, η σημερινή αξιωματική αντιπολίτευση αδυνατεί για προφανείς λόγους να πάρει δημοσίως και επισήμως αποστάσεις από επιλογές του παρελθόντος, όπως η στείρα αντιμνημονιακή στάση της περιόδου 2009-2011, η ανατροπή της κυβέρνησης Παπαδήμου το 2012 ή η ανακοπή του μεταρρυθμιστικού ρυθμού μετά τις ευρωεκλογές του 2014.
Παράλληλα, νέες πολιτικές δυνάμεις έχουν δημιουργηθεί στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, διαμορφώνοντας και τον μοναδικό πόλο αντίδρασης στην πολιτική της κυβέρνησης.
Κατάθλιψη
Είναι μια διάθεση κυρίαρχη με τη συμπλήρωση της τριετίας του ΣΥΡΙΖΑ στη διακυβέρνηση. Κυρίαρχη αιτία είναι ο οικονομικός στραγγαλισμός επιχειρήσεων, επαγγελματιών, συνταξιούχων και μισθωτών μέσω του οποίου έχει διαμορφωθεί ένα εντελώς διαφορετικό κοινωνικό περιβάλλον.
Είναι φανερή η αδυναμία ή απροθυμία κοινωνικής αντίδρασης στην πολιτική που ακολουθείται, ενώ όλοι θυμούνται τι συνέβαινε στη χώρα κατά τα πρώτα χρόνια εφαρμογής των μνημονίων, τα οποία σήμερα μοιάζουν με ευχάριστο περίπατο.
Η στάση είναι εμφανής και στο πολιτικό πεδίο. Από τη μία ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρεί με συνεχείς αναφορές του να περιγράψει μια προοπτική και μια ελπίδα, την οποία δεν φαίνεται να βλέπουν οι πολίτες. Από την άλλη, ο Κυριάκος Μητσοτάκης αποφεύγει επιμελώς να μοιράσει υποσχέσεις, καθώς τα δημοσιονομικά περιθώρια ελιγμών είναι περιορισμένα και δεδομένα. Ο ενδιάμεσος χώρος αναζητεί μια ελπίδα μέσω του επαναπατρισμού κάποιων ψηφοφόρων, οι οποίοι είχαν προστρέξει στον ΣΥΡΙΖΑ και απογοητεύθηκαν μαζικά. Διέξοδο από τη φάση αυτή της κατάθλιψης φαίνεται να διεκδικεί με πιο οργανωμένο τρόπο το ΚΚΕ, το οποίο έχει αναλάβει την πρωτοκαθεδρία στις αντιδράσεις κατά της κυβερνητικής πολιτικής.
Αποδοχή
Το στάδιο αυτό είναι και το κρισιμότερο για την επούλωση των πολιτικών και κοινωνικών τραυμάτων της περιόδου της ελληνικής κρίσης. Υστερα από οκτώ χρόνια μνημονίων, τα χρόνια της διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ θα είναι ίσως τα κρισιμότερα για την αποδοχή κάποιων δεδομένων κατά την επόμενη πολιτική φάση.
Πολλά στοιχεία έχουν ήδη αφομοιωθεί. Είτε πρόκειται για την ψήφιση νόμου από την Αριστερά με τον οποίο παρεμποδίζει την προκήρυξη απεργίας, είτε για το γεγονός ότι ο αριστερός και κατά δήλωσή του άθεος πρωθυπουργός είναι προνομιακός συνομιλητής του Αρχιεπισκόπου, είτε για το ότι ο κ. Τσίπρας εκφράζεται εγκωμιαστικά για τον Ντόναλντ Τραμπ, είτε για την εκχώρηση της δημόσιας περιουσίας, κ.ά.
Το ζήτημα είναι ποια επίπτωση θα έχουν όλα αυτά.
Ως και πριν από λίγα χρόνια θεωρούνταν αδιανόητη μια κυβερνητική συνεργασία της ΝΔ με το ΠαΣοΚ, όμως κάτι τέτοιο όχι απλώς συνέβη, αλλά σήμερα εξακολουθεί να αποτελεί αντικείμενο συζήτησης για την επόμενη ημέρα των εκλογών.
Κατ’ αντιστοιχία, η συνεργασία του ΣΥΡΙΖΑ με τους ΑΝΕΛ, όσο και αν σόκαρε κάποιους στην Αριστερά αρχικώς, αποτελεί πλέον μία από τις δεδομένες παραμέτρους του πολιτικού σκηνικού της τελευταίας τριετίας. Κατά κάποιους εξακολουθεί να συνιστά στρέβλωση, κατ’ άλλους πρόκειται για μια συνεργασία που βασίζεται σε πολιτισμικές συγγένειες.
Η περίοδος της αποδοχής της νέας πραγματικότητας της χώρας θα κρίνει κατά πολλούς και τις δυνατότητές της να πορευθεί τα επόμενα χρόνια με ευνοϊκότερους όρους.
Η άνοδος της Αριστεράς στη διακυβέρνηση, η διάψευση των προσδοκιών και η αποκάλυψη του δόγματος «όλα για την καρέκλα» αντιμετωπίζονται από πολιτικούς παράγοντες και αναλυτές ως ένα αναγκαίο όσο και επίπονο στάδιο εθνικής ωρίμασης.
Μετά τη διακυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και τη μετάλλαξή του, το μεγάλο ζητούμενο για όλες τις πολιτικές δυνάμεις είναι η στάση των πολιτών. Ως τις επόμενες εκλογές, θα παραμένει το κρίσιμο ερώτημα αν η… ολοκληρωμένη μνημονιακή εμπειρία μετά και τη διακυβέρνηση της Αριστεράς θα έχει οδηγήσει σε κάποια άλλη εκλογική και πολιτική συμπεριφορά ή αν η προσκόλληση στα πρότυπα του παρελθόντος, στις ψεύτικες υποσχέσεις και στις πελατειακές δομές θα εξακολουθεί να κατατρύχει τη χώρα και την ελληνική κοινωνία.
Δηλώσεις Τσίπρα που… μέτρησαν και έμειναν
«Κωλοτούμπες και υποχωρήσεις εξευτελισμού υπάρχουν άλλοι για να τις κάνουν».
«Οσο υπάρχει ΣΥΡΙΖΑ, πλειστηριασμός πρώτης κατοικίας δεν θα γίνει στην Ελλάδα, εκτός κι αν πάνε να τους κάνουν σε καμιά άλλη χώρα. Να δούμε πώς θα ‘ρθουν να τους εκτελέσουν».
«Ο ΣΥΡΙΖΑ δεσμεύεται πως θα κάνει ό,τι είναι δυνατό ώστε να επανέλθει η ΔΕΗ υπό δημόσιο έλεγχο ως 100% δημόσια επιχείρηση. Διότι για εμάς αυτό είναι αξίωμα. Η ενέργεια είναι δημόσιο κοινωνικό αγαθό».
«Δεν είμαι πρωθυπουργός παντός καιρού και δεν βρέθηκα σε αυτήν τη θέση επειδή αγάπησα την καρέκλα της εξουσίας».
«Δεν θα επιτρέψουμε η δημόσια περιουσία και οι υποδομές να περάσουν στα νύχια του ΤΑΙΠΕΔ και των ποικιλώνυμων συμφερόντων».
«Ο ΕΝΦΙΑ είναι ένας φόρος παράλογος. Δεν διορθώνεται, καταργείται».
«Ο κατώτατος μισθός θα επιστρέψει στα 751 ευρώ για όλους τους εργαζομένους, ανεξαρτήτως ηλικίας».
«Καμία μείωση στις συντάξεις δεν πρόκειται να αποφασιστεί, πρόκειται για κόκκινη γραμμή της κυβέρνησης».
«Δεν υπάρχει περίπτωση να νομοθετήσουμε ούτε ένα ευρώ επιπλέον μέτρα».
«Αλλο ανεξάρτητη Δικαιοσύνη και άλλο ανεξέλεγκτη Δικαιοσύνη. Ολες οι εξουσίες πηγάζουν από τον λαό και ελέγχονται από τον λαό».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ