Μια διατροφή πλούσια σε αλάτι δεν χρειάζεται να ανεβάζει την αρτηριακή πίεση για να θεωρείται επιβλαβής. Αμερικανική μελέτη δείχνει ότι το πολύ αλάτι κάνει κακό στον εγκέφαλο, επηρεάζοντας αρνητικά τις πνευματικές μας επιδόσεις.
Σύμφωνα με άρθρο που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Nature Neuroscience, επιστημονική ομάδα του Πανεπιστημίου Weill Cornell στη Νέα Υόρκη σίτισε ομάδα ποντικιών με διατροφή με αυξημένη περιεκτικότητα σε αλάτι και παρατήρησε ότι αυτό συντέλεσε σε μείωση της αιματικής κυκλοφορίας στον εγκέφαλο, η ακεραιότητα των αιμοφόρων αγγείων του εγκεφάλου επηρεάστηκε και η επίδοση στα τεστ γνωστικής λειτουργίας μειώθηκε.
Ωστόσο, αυτό που διαπίστωσαν οι ερευνητές ήταν οι συγκεκριμένες μεταβολές δεν αποδίδονται, όπως αναμενόταν, στην αύξηση της αρτηριακής πίεσης. Αντίθετα, ήταν αποτέλεσμα σημάτων που έστελνε το γαστρεντερικό σύστημα στο εγκέφαλο μέσω του ανοσοποιητικού συστήματος.
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι πολύ πριν η χρόνια διατροφή με πολύ αλάτι προκαλέσει αύξηση της αρτηριακής πίεσης, η υγεία των λεπτών αγγείων του εγκεφάλου τίθεται σε κίνδυνο, καθώς το γαστρεντερικό σύστημα στέλνει ανεξάρτητα σήματα που δημιουργούν τη βάση για διάβρωση.
Στο λεπτό έντερο των πειραματόζωων οι ερευνητές παρατήρησαν ότι η διατροφή που περιείχε πολύ αλάτι προκαλούσε ανοσολογική αντίδραση που ενίσχυετα τα κυκλοφοφορούντα επίπεδα της ιντερλευκίνης-17. Τα αυξημένα επίπεδα αυτής της φλεγμονώδους ουσίας πυροδοτούσαν μια σειρά χημικών αντιδράσεων εντός των ευαίσθητων εσωτερικών τοιχωμάτων των αιμοφόρων αγγείων του εγκεφάλου. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να επιβραδύνεται σημαντικά η παροχή του αίματος σε δύο σημαντικές εγκεφαλικές περιοχές, το φλοιό και τον ιππόκαμπο, για την μάθηση και τη μνήμη.
Συγκριτικά με τα τρωκτικά που έτρωγαν λιγότερο αλάτι, εκείνα που έτρωγαν πολύ είχαν μειωμένες πνευματικές επιδόσεις. Δηλαδή στη δοκιμασία λαβυρίνθου έκαναν λάθη και απέτυχαν να ανταποκριθούν φυσιολογικά σε κάποιον ερεθιστικό παράγοντας ή ένα νέο αντικείμενο στον χώρο τους.
Μάλιστα, αυτές οι επιπτώσεις στην γνωστική εξασθένηση ήταν εμφανείς ακόμα και εν τη απουσία της υπέρτασης.
Πάντως, τα καλά νέα είναι ότι, όταν τα πειραματόζωα σταμάτησαν να καταναλώνουν πολύ αλάτι ή όταν το ανοσοποιητικό τους σταμάτησε να στέλνει μηνύματα στον εγκέφαλο, με φαρμακευτική παρέμβαση, οι γνωστικές τους επιδόσεις αποκαταστάθηκαν.
Δεν είναι η πρώτη φορά που παρατηρείται ανταλλαγή σημάτων μεταξύ γαστεντερικού και εγκεφάλου, καθώς συμβαίνει και στην περίπτωση της πολλαπλής σκλήρυνσης, της ρευματοειδούς αρθρίτιδας, της ψωρίασης και της φλεγμονώδους νόσου του εντέρου, διαταραχές που όλες σχετίζονται με την κακή λειτουργία των εγκεφαλικών αιμοφόρων αγγείων.
Οι ερευνητές εικάζουν ότι αν ένα φάρμακο ή μια θεραπεία μπορεί να διαταράξει τα φλεγμονώδη σήματα προς τον εγκέφαλο, τότε ο κίνδυνος καρδιακής νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου που συνεπάγονται αυτά μπορεί να μειωθεί.