Το 2018 προμηνύεται έτος των γυναικών. Ούτε δύο εβδομάδες δεν έχουν περάσει από την αρχή του χρόνου και οι προσπάθειες να μπει ένα τέλος στη σεξουαλική παρενόχληση των γυναικών αποτέλεσαν κορυφαίο άξονα της τελετής για τις Χρυσές Σφαίρες, ενώ ήδη συζητείται το όνομα μιας γυναίκας, της Οπρα Γουίνφρεϊ, για τον Λευκό Οίκο. Δεν είναι τυχαίο που το «τσουνάμι» ξεκίνησε από μερικές από τις πιο ισχυρές και προνομιούχους γυναίκες στον κόσμο, τις σταρ του Χόλιγουντ.
Το 2017 έκλεισε με το περιοδικό «Time» να ανακηρύσσει «Πρόσωπο της Χρονιάς» τις γυναίκες, κυρίως ηθοποιούς του Χόλιγουντ, που πρώτες μίλησαν και έστρεψαν την παγκόσμια προσοχή σε μια πρακτική που συγκαλυπτόταν επί δεκαετίες και στην ιδρύτρια του κινήματος #MeToo που ενθάρρυνε περισσότερες σταρ και απλές γυναίκες να μιλήσουν για την εμπειρία τους. Την 1η Ιανουαρίου, με ανακοίνωση στους «New York Times», ιδρύθηκε το κίνημα Time’s Up, το οποίο υποστηρίζουν μεταξύ άλλων οι ηθοποιοί Λόρα Ντερν, Σούζαν Σαράντον, Εμα Στόουν και Μέριλ Στριπ.
Το Time’s Up, που προσφέρει νομική υποστήριξη στις γυναίκες που δέχτηκαν σεξουαλική επίθεση ή παρενόχληση στον χώρο εργασίας τους, ιδρύθηκε ως απάντηση σε επιστολή που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό «Time», τον Νοέμβριο, από την Εθνική Ενωση Αγροτισσών και περιέγραφε την παρενόχληση που δέχονται οι αγρότισσες (περίπου 700.000 στις ΗΠΑ) στην εργασία τους.
Οι σταρ του Χόλιγουντ πήραν πάνω τους το Time’s Up, όπως έκαναν και με το #MeToo. Τα δύο αυτά κινήματα θεωρούνται πλέον ως το ισχυρότερο και αποτελεσματικότερο μέτωπο στον τομέα των δικαιωμάτων των γυναικών στην πρόσφατη ιστορία. Μετά την τελετή για τις Χρυσές Σφαίρες, οι σταρ του Χόλιγουντ προώθησαν μια νέα πρωτοβουλία –την Οπρα Γουίνφρεϊ για πρόεδρο το 2020 -, η οποία μέσα σε ελάχιστες ημέρες κέρδισε τεράστιο έδαφος στα μέσα ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης. Παράλληλα με την προώθηση της Οπρα για τον Λευκό Οίκο εκφράζονται και αντιρρήσεις –κυρίως για τον αν είναι κατάλληλη για το ανώτατο αξίωμα των ΗΠΑ μόνο και μόνο επειδή είναι διασημότητα -, αλλά το γεγονός παραμένει: οι γυναίκες σταρ του Χόλιγουντ στρώνουν το έδαφος για μια γυναίκα στον Λευκό Οίκο, είτε αυτή είναι η Οπρα είτε όχι, σε τρία χρόνια από σήμερα.
Μετά τη συγκινητική και εξόχως πολιτική ομιλία της Οπρα στις Χρυσές Σφαίρες, οι υποστηρικτές της την παρουσιάζουν ως την ιδανική υποψήφια απέναντι στον Ντόναλντ Τραμπ το 2020. «Το ερώτημα δεν είναι αν η Οπρα Γουίνφρεϊ θα βάλει υποψηφιότητα για πρόεδρος, αλλά πότε» έγραψαν οι «Los Angeles Times». Η Μέριλ Στριπ δήλωσε ότι η Οπρα «δεν έχει πλέον άλλη επιλογή» παρά να είναι υποψήφια το 2020.
Στον αντίποδα, το Daily Beast έγραψε: «Πολλοί ίσως πιστεύουν ότι η άνοδος του Τραμπ στην εξουσία σημαίνει πως η κούρσα για την προεδρία έχει αλλάξει αμετάκλητα: ο πιο φανταχτερός, ο πιο χαρισματικός, ο πιο αρεστός υποψήφιος θα κερδίζει πάντα. Ο καλύτερος τρόπος σήμερα για να γίνει κάποιος πρόεδρος είναι να είναι διασημότητα… Αν η Οπρα βάλει υποψηφιότητα και κερδίσει, τότε ίσως εισέλθουμε σε μια νέα δυστοπική εποχή όπου μόνο οι διασημότητες θα μπορούν να κερδίζουν προεδρικές εκλογές. Αλλά μέχρι τότε αρνούμαστε να δεχτούμε ότι ο Τραμπ έχει αλλάξει τη φύση της αμερικανικής πολιτικής σε σημείο που να μην μπορεί να διορθωθεί».
Η ίδια η Οπρα, που κακοποιήθηκε σεξουαλικά ως παιδί και στη συνέχεια εξελίχθηκε στην πιο ισχυρή Αφροαμερικανίδα, δεν έχει παραδεχθεί, ούτε αρνηθεί, αν θα διεκδικήσει το χρίσμα των Δημοκρατικών για την προεδρία. Το πιθανότερο είναι ότι το σκέφτεται. Εχει χρόνο μπροστά της. Η κούρσα για το χρίσμα θα ξεκινήσει επισήμως μετά τις εκλογές του μέσου της προεδρικής θητείας, τον Νοέμβριο του 2018, αν και οι επίδοξοι διεκδικητές ήδη επισκέπτονται την Αϊοβα, την πολιτεία που ψηφίζει πρώτη στις προκριματικές εκλογές και συχνά αναδεικνύει αουτσάιντερ.
Η 64χρονη Οπρα, κορυφαία τηλεοπτική παρουσιάστρια επί 35 και πλέον χρόνια, ηθοποιός και επιχειρηματίας, υποστήριξε θερμά τον Μπαράκ Ομπάμα –έκανε μάλιστα διακοπές με το ζεύγος Ομπάμα στην Ταϊτή την περασμένη άνοιξη.
Η εκτόξευση του #OprahForPresident οφείλεται και στην έλλειψη ενός υποψηφίου από το Δημοκρατικό Κόμμα κατάλληλου να αντιμετωπίσει τον Τραμπ. Η ένδεια είναι τόσο μεγάλη, που ακούγονται τα ονόματα του πρώην αντιπροέδρου Τζο Μπάιντεν και του γερουσιαστή του Βερμόντ, Μπέρνι Σάντερς, που θα είναι 78 και 76 ετών αντίστοιχα το 2020.
«Σύνελθε, κόσμε. Η Οπρα δεν πρέπει να βάλει υποψηφιότητα για πρόεδρος» έγραψε αρθρογράφος της «Washington Post». Συνάδελφός του στην ίδια εφημερίδα αναρωτήθηκε: «Φθάσαμε άραγε στο σημείο να πιστεύουμε ότι η διασημότητα αποτελεί προϋπόθεση για να κερδίσει κάποιος τις εκλογές;».
Ενδεχομένως όχι. Με βάση την πρόσφατη ιστορία των ΗΠΑ, ο κάθε πρόεδρος είναι πολύ διαφορετικός από τον προκάτοχό του. Γι’ αυτό ίσως ο καταλληλότερος αντίπαλος του μισογύνη Τραμπ θα ήταν μια γυναίκα υποψήφια.
Το φλερτ α λα γαλλικά ξαναζωντάνεψε το φεμινιστικό κίνημα
Μεγάλη πολεμική προκάλεσε η ανοιχτή επιστολή που δημοσιεύτηκε στον «Monde» αυτή την εβδομάδα, υπογεγραμμένη από 100 γαλλίδες συγγραφείς και καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων η Κατρίν Ντενέβ, εναντίον τού #MeToo. Οι υπογράφουσες κατηγορούν το κίνημα εναντίον της σεξουαλικής παρενόχλησης για επιστροφή στον πουριτανισμό και θρίαμβο της πολιτικής ορθότητας επί του φλερτ. Παραβλέποντας βεβαίως το γεγονός ότι το να βγει μια γυναίκα και να καταγγείλει έναν ισχυρό άντρα αντί να συνεχίσει να σιωπά δεν έχει τίποτε το πουριτανικό.
Οι «100» μιλούν για «κυνήγι μαγισσών», για φεμινισμό που παίρνει τη μορφή «μίσους προς τους άντρες» και για άντρες-θύματα που έχασαν τη δουλειά τους «επειδή έπιασαν ένα γόνατο». Ενδιαφέρον θα είχε να μαθαίναμε την άποψη της Ντενέβ αν κατηγορούμενοι στο «τσουνάμι Γουάινστιν» ήταν όχι ισχυροί λευκοί άντρες της τέχνης και της πολιτικής αλλά οι άραβες μετανάστες που παρενόχλησαν γυναίκες την παραμονή της Πρωτοχρονιάς του 2016 στην Κολωνία.
Ο πολιτικός επιστήμονας Ολιβιέ Ρουά τόνισε το εξής παράδοξο σε άρθρο του στον «Monde»: οι μεγαλύτεροι πολέμιοι του #MeToo «είναι οι παραδοσιακοί συντηρητικοί, ιδίως οι χριστιανοί». Φέρνει το παράδειγμα της Κριστίν Μπουτέν, «από το Χριστιανικό Κόμμα της Γαλλίας, η ηγερία της επιστροφής της Βίβλου!» που εμφανίζεται σήμερα ως απολογητής του «φλερτ α λα γαλλικά».
Το κίνημα #MeToo ξεκίνησε στις ΗΠΑ και εξαπλώθηκε σε πολλές χώρες με το ίδιο ή άλλο όνομα, από το #balanceTonPorc στη Γαλλία, το #QuellaVoltaChe στην Ιταλία και τα αντίστοιχα #MeToo στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες ως την Κίνα (όπου σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη το 80% των γυναικών έχει παρενοχληθεί), τη Ρωσία και την Ινδία. Η Ελλάδα λάμπει διά της απουσίας της, αν και η ανακούφιση που η Ντενέβ βγήκε επιτέλους και «έβαλε τα πράγματα στη θέση τους» ήταν μεγάλη στα σόσιαλ μίντια.
Η αλήθεια είναι ότι η διαφορά κουλτούρας μεταξύ Βορρά και Νότου ή αγγλοσαξόνων και μη γίνεται ιδιαιτέρως εμφανής γύρω από τη σεξουαλική παρενόχληση. Στη Σουηδία ετοιμάζεται σχέδιο νόμου που θα επιβάλλει την απερίφραστη συναίνεση της παρτενέρ σε κάθε στάδιο της σεξουαλικής πράξης. Σε αμερικανικά πανεπιστήμια θεσμοθετούνται υποχρεωτικά μαθήματα στα οποία ο άντρας μαθαίνει να ρωτάει τη γυναίκα: «Μπορώ να ακουμπήσω το χέρι μου στον ώμο σου;» προτού το κάνει. Στην Ιταλία, η ηθοποιός Αζια Αρτζέντο, που μίλησε για το πώς παρενοχλήθηκε σεξουαλικά από τον Χάρβεϊ Γουάινστιν, δέχτηκε λάσπη. Αμφότερου τύπου προσεγγίσεις είναι προβληματικές.
Ο άντρας-κυνηγός
Η συγγραφέας Μπελιντά Κανόν υποστηρίζει ότι το κίνημα κατά της παρενόχλησης των γυναικών θα αλλάξει για πάντα τις σχέσεις ανάμεσα στα φύλα: «Κανένας άντρας δεν θα μπορεί πλέον να παριστάνει ότι αγνοεί τη βία που εμπεριέχεται σε συμπεριφορές που μέχρι πρότινος περνούσαν ως αποδεκτές και καμία γυναίκα δεν θα κατηγορείται ότι υπερβάλλει όταν υποφέρει από τη βία αυτή». Αλλά η πραγματική ισότητα μεταξύ αντρών και γυναικών θα έρθει όταν ξεφύγουμε από το στερεότυπο του άντρα-κυνηγού, όταν «οι γυναίκες αισθανθούν πραγματικά ότι έχουν την άδεια να εκφράζουν την επιθυμία τους, όταν η “επιχείρηση γοητεία” θα μοιράζεται πραγματικά ανάμεσα στα δύο φύλα και η γυναίκα δεν θα είναι ούτε θα θεωρεί εαυτόν θήραμα».
«Ολος ο κόσμος θα κέρδιζε από μια πραγματική ισότητα στον ερωτισμό, ισότητα που περνά από τη λήψη πρωτοβουλίας και ρίσκου και όχι από απίθανα “συμβόλαια”, πολύ απομακρυσμένα από αυτό που παίζεται στην επιθυμία», καταλήγει η Κανόν. «Εν ολίγοις, δεν πρέπει να σκεφτόμαστε μόνο τη συναίνεση, έννοια που παραπέμπει κατά κάποιον τρόπο σε μια παθητική στάση, αλλά τη βαθιά μετάλλαξη των συμπεριφορών και των ρόλων».
Μία από τις υπογράφουσες την επιστολή των «100» είναι η Μπριζίτ Λαέ, πρώην πορνοστάρ και νυν παρουσιάστρια τοκ σόου, η οποία δήλωσε την Τετάρτη ότι μια γυναίκα «μπορεί να νιώσει ευχαρίστηση στη διάρκεια ενός βιασμού». Κάτι τέτοια ενίσχυσαν τη σφοδρότητα των αντιδράσεων στην περίφημη πλέον επιστολή. Η δημόσια συζήτηση έχει ανοίξει πλέον για τα καλά στη Γαλλία, και όχι μόνο.
«Είμαστε τόσο οργισμένες, όχι επειδή είμαστε “πουριτανές”, όπως υποστηρίζει η επιστολή, αλλά επειδή αναζητούμε ευχαρίστηση από τη σεξουαλική επαφή με τους δικούς μας όρους, όχι κακοποίηση ή εκμετάλλευση με τους όρους κάποιου άλλου» έγραψε βρετανή αρθρογράφος στον «Guardian» κατηγορώντας τις «100» ότι «δεν υπερασπίζονται την ελευθερία, πόσω μάλλον τη σεξουαλική έκφραση ή τη γυναικεία ταυτότητα αλλά εκείνους που βρίσκουν δικαιολογίες για να ρίξουν στην πυρά αδύναμες γυναίκες».
Το κυνήγι μαγισσών έρχεται και επανέρχεται. Το αμερικανικό υπερδεξιό «Federalist» έγραψε ότι «η ποινικοποίηση της σεξουαλικής παρενόχλησης φέρνει κυνήγι μαγισσών» ενώ ο Γούντι Αλεν, που έχει κατηγορηθεί για κακοποίηση ανηλίκου, εξέφρασε την ανησυχία ότι η υπόθεση Γουάινστιν θα οδηγήσει σε «ατμόσφαιρα κυνηγιού μαγισσών».
Ο Ντέιβιντ Πέρι παρατήρησε γράφοντας στο «Pacific Standard» ότι «το κίνημα #MeToo δεν είναι κυνήγι μαγισσών, ούτε όχλος που λιντσάρει. Δεν είναι σαν το Ολοκαύτωμα, τον Μακαρθισμό ή την Ιερά Εξέταση. Κάθε φορά που πλησιάζουμε στο να αναγκάσουμε ισχυρούς άντρες να αναλάβουν την ευθύνη των πράξεών τους, εμφανίζονται στο προσκήνιο κακοί ιστορικοί παραλληλισμοί… Οι άντρες που κατηγορούνται ότι παρενόχλησαν σεξουαλικά είναι ως επί το πλείστον ισχυροί λευκοί άντρες και όχι εβραίοι στη ναζιστική Γερμανία ή αιρετικοί και μάγισσες στο Σάλεμ ή στη μεσαιωνική Ισπανία. Κάθε φορά που η πλάστιγγα γέρνει λίγο προς την ισότητα, οι ισχυροί φωνάζουν “Βοήθεια, με καταπιέζουν!”».
Τριάντα γαλλίδες φεμινίστριες απάντησαν με δικό τους κείμενο στην επιστολή των «100», λέγοντας ότι «κάθε φορά που σημειώνεται η παραμικρή πρόοδος στην ισότητα ανάμεσα στα φύλα, καλοθελητές εμφανίζονται αμέσως για να μας προειδοποιήσουν ότι κινδυνεύουμε να πέσουμε στην υπερβολή. Η υπερβολή όμως είναι αυτό που ζούμε. Στη Γαλλία καθημερινά εκατοντάδες χιλιάδες γυναίκες είναι θύματα παρενόχλησης, δεκάδες χιλιάδες δέχονται σεξουαλική επίθεση, εκατοντάδες βιάζονται».
Ιδιαίτερες αντιδράσεις ξεσήκωσε η προτροπή των «100» προς τις γυναίκες «να μην αισθάνονται διά παντός τραυματισμένες όταν κάποιος τρίβεται πάνω τους στο μετρό, ακόμη και αν αυτό θεωρείται αδίκημα» – που στη Γαλλία τιμωρείται ως και με πενταετή φυλάκιση και πρόστιμο 75.000 ευρώ. Οι «100» συμβουλεύουν να το αντιμετωπίζουμε ως «έκφραση μεγάλης σεξουαλικής μιζέριας, ακόμη και ως μη γεγονός». Ενα «μη γεγονός» που τη διετία 2014-15 συνέβη τουλάχιστον 226.000 φορές στα γαλλικά μέσα συγκοινωνίας.
Η ιστορικός του φεμινισμού Κριστίν Μπαρντ υπενθυμίζει ότι σήμερα θαυμάζουμε τις βρετανίδες σουφραζέτες αλλά στην εποχή τους, οι περισσότερες γυναίκες τις αντιμετώπιζαν εχθρικά.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ