Δέκα χρόνια από τον θάνατο του Δαμιανού Ζαρίφη (1946 – Μάιος 2007) και η έκθεση «Ο παλμός του σχεδίου» στο Ωδείο Αθηνών τιμά τη μνήμη του και ξαναζωντανεύει το έργο τού σκηνογράφου και ενδυματολόγου που άφησε το δικό του ίχνος στο ελληνικό θέατρο. Την επιμέλεια υπογράφει η θεατρολόγος Ελένη Βαροπούλου.
Με στόχο να αναδειχθεί η ευρεία σχεδιαστική του δραστηριότητα, η έκθεση περιλαμβάνει σχέδια και ζωγραφικές μακέτες για το θέατρο από το προσωπικό του αρχείο, αλλά και μια σειρά από κοστούμια (55 συνολικά), απομεινάρια παραστάσεων που «κατοικούν» μονίμως στα βεστιάρια του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, του Εθνικού Θεάτρου, του Θεάτρου Τέχνης. Και όχι μόνο: Προβολές, οπτικοακουστικό και φωτογραφικό υλικό και άλλα ντοκουμέντα από το θέατρο και τον κινηματογράφο θα εμπλουτίζουν την έκθεση, η οποία στοχεύει να συγκεντρώσει παλιούς συνεργάτες και φίλους από το θέατρο, τον κινηματογράφο και την όπερα. Ανάμεσά τους ο Βασίλης Παπαβασιλείου, ο Θεόδωρος Τερζόπουλος, η Ολια Λαζαρίδου, ο Μανόλης Παντελιδάκης και οι κινηματογραφιστές Βασίλης Βαφέας, Παντελής Βούλγαρης, Γιάννης Σμαραγδής.
Μοναδική συνέπεια
Ολα ξεκίνησαν το 1974, όταν ο Δαμιανός Ζαρίφης επέστρεψε από το Παρίσι, όπου είχε εγκατασταθεί επί μακρόν μετά τις σπουδές του στην Αθήνα (στη Σχολή Βακαλό). Η πρώτη του σκηνογραφική δουλειά ήταν (πού αλλού;) στο Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν». Ο συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης θυμάται:
«Γνώρισα τον Δαμιανό Ζαρίφη το 1974, όταν ανέβηκε στο Θέατρο Τέχνης το έργο του Μπρεχτ «Τρόμος και αγριότητα του Γ’ Ράιχ» σε δική μου μετάφραση. Επειδή ο Κουν, ακόμα και μετά το πέρας της παράδοσης της μετάφρασης, διατηρούσε επαφή με τον μεταφραστή, πήγαινα πολύ συχνά στις πρόβες. Ηταν και ο Μπρεχτ στη μέση, που χρειαζόταν κάποιες επεξηγήσεις. Και έτσι γνωριστήκαμε καλύτερα με τον Δαμιανό. «Αυτό είναι το πιο μπρεχτικό σκηνικό που έχω δει στην Ελλάδα», θυμάμαι να είπα τότε στον Κουν. Ηταν μεγάλη τύχη για τον Κουν να έχει σε αυτή την παράσταση τον Δαμιανό.
Εκείνο που μου έκανε πάντα εντύπωση ήταν μια πολύ μοναδική συνέπεια που είχε: Ηταν εξαιρετικά λιγομίλητος, συγκρατημένος στην ομιλία, στην άποψη, είχε ένα προφίλ ανθρώπου που κρατούσε τις αποστάσεις, με την έννοια όχι της ψυχρότητας αλλά του να μην υπερβεί τα όρια. Αυτή η διακριτικότητα υπήρχε και στη δουλειά του. Και αυτή ήταν η εξαιρετική συνοχή που είχε. Ηταν διακριτικός και συγκρατημένος ως άνθρωπος, εξίσου διακριτικός και συγκρατημένος ως καλλιτέχνης. Αυτό ήταν το καταπληκτικό. Ακόμα και με τον Κουν, που ήθελε περισσότερες εξηγήσεις, ο Δαμιανός έλεγε τα απαραίτητα. Αλλά και όταν μιλούσες μαζί του, πίνοντας καφέ, πάλι τα απαραίτητα έλεγε. Αυτή η διακριτικότητα, αυτό που είχε να πει περισσότερο το έλεγε ως υπονοούμενο, ως μια τάση του να καταλάβει ο άλλος διακριτικά αυτό που ήθελε να κάνει, και αυτό ήταν χαρακτηριστικό σε όλο του το έργο. Ποτέ δεν το εγκατέλειψε, γιατί ήταν ενδογενές του χαρακτήρα του.
Ομολογώ ότι θυμάμαι αμυδρά το σκηνικό εκείνης της παράστασης του Μπρεχτ. Θυμάμαι όμως ότι κάθε φορά που ο Κουν απαιτούσε κάτι πιο έντονο, ο Δαμιανός κατ’ αρχήν μαζευόταν και αναρωτιόταν σε τι χρειάζεται το παραπάνω. Και όταν ο Κουν επέμενε, ο Δαμιανός το έκανε, αλλά με μισή καρδιά.
Πιστεύω ότι αυτή η νοοτροπία του Ζαρίφη δεν περιορίστηκε στη σχέση του καλλιτέχνη με τον χαρακτήρα του, αλλά ουσιαστικά έβαλε μια γραμμή στην ελληνική σκηνογραφία. Τη γραμμή ουσιαστικά που λέει ότι η σκηνογραφία ενισχύει και βοηθάει να βγει η παράσταση, δεν καπελώνει την παράσταση. Και αυτό στην Ελλάδα είναι σπάνιο. Οι περισσότεροι επιζητούν την προβολή του έργου τους. Ο Δαμιανός ήξερε ότι η δουλειά του ήταν να υπηρετεί, να προβάλλει και να βοηθάει την παράσταση.
Ηταν ένας εξαιρετικός άνθρωπος, λεπτός στις σχέσεις του, διακριτικός, που λόγω χαρακτήρα ό,τι έλεγε ήταν επί της ουσίας. Ο ίδιος εξοβέλιζε τα περιττά.
Διατηρήσαμε για χρόνια τη σχέση μας. Πάντοτε εγώ, όταν έβλεπα παράσταση με την υπογραφή του Δαμιανού στα σκηνικά και στα κοστούμια, έλεγα ότι αυτό ήταν το κάτι άλλο. Ηταν τελείως διαφορετικός από τους άλλους. Στις πρόβες καθόταν σε μια άκρη, δεν μιλούσε, δεν σχολίαζε, δεν επενέβαινε, απαντούσε και έπαιρνε θέση μόνον όταν ο Κουν τού ζητούσε κάτι. Δεν ήταν όμως ο σκηνογράφος που, παρά το διακριτικό και συνεσταλμένο, θα έκρυβε τη γνώμη του για τη δουλειά του. Οταν διαφωνούσε, διαφωνούσε ξεκάθαρα. Ηταν ευτυχής με αυτό που έκανε. Ηταν ένας άνθρωπος βαθύτατα μελετηρός, σε εντυπωσίαζε. Η σχέση του με την παράσταση ήταν σχέση ενσωμάτωσης του έργου του στην παράσταση. Το ελληνικό θέατρο έπρεπε να έχει τιμήσει πολύ νωρίτερα τον Δαμιανό Ζαρίφη. Ηταν ιδιαίτερη περίπτωση. Ενας Ευρωπαίος με την ουσιαστική έννοια του όρου Ευρωπαίος».
Στοχαστική λιτότητα
Η Ελένη Βαροπούλου έχει να πει για τον σκηνογράφο:
«Ο Δαμιανός Ζαρίφης δεν επεδίωκε τις θεαματικές μηχανικές λύσεις και τα επιβλητικά, κατασκευασμένα σκηνικά. Αντιθέτως, προτιμούσε τις μεταμορφώσεις του γυμνού χώρου με χρήση του φωτός και με απλές οπτικές στρατηγικές, όπως, για παράδειγμα, τους τρόπους με τους οποίους κατανέμονται στη σκηνή οι πυκνές και αραιές επιφάνειες, οι φωτεινές και σκοτεινές περιοχές.
Πίστευε στον χώρο που προκύπτει από τα ίδια τα σώματα των ηθοποιών και τα κοστούμια, αφού η παρουσία και η απουσία, η κίνηση, οι μετατοπίσεις, ο ρυθμός δημιουργούν χωρικότητες και αρθρώνουν ένα εύπλαστο, ρευστό περιβάλλον, κατάλληλο για τη συνομιλία του αφηρημένου με το συγκεκριμένο και το χειροπιαστό. Ο άδειος χώρος, εξάλλου, είναι αυτός που εγγράφει πιο αποτελεσματικά την εμφάνιση και εγκατάσταση του ηθοποιού, τα γκρουπαρίσματα, τα αξεσουάρ και τα σκηνικά αντικείμενα.
Τα σκηνικά του Δαμιανού Ζαρίφη δίνουν την εντύπωση ότι οπισθοχωρούν, ότι αποτραβιούνται από το κέντρο της προσοχής του θεατή. Βεβαίως πρόκειται για μια φαινομενική οπισθοχώρηση, αφού η διακριτική στάση του σκηνογράφου, προγραμματική ως έναν βαθμό, κάνει τις σκηνογραφίες του, μέσα στη στοχαστική λιτότητά τους, πιο αξιοπρόσεκτες».
Εγκαίνια: Δευτέρα 8 Ιανουαρίου, στις 19.00.
Ωράριο έκθεσης: Δευτέρα – Παρασκευή 17.00-21.00 & Σάββατο 12.00-16.00 (είσοδος ελεύθερη).
Διάρκεια ως 20 Ιανουαρίου 2018.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ