Antony Trollope
Ο επίτροπος
Μετάφραση Σάντυ Παπαϊωάννου. Eισαγωγή David Skilton
Εκδόσεις Gutenberg/Orbis Literae, 2017
σελ. 331, τιμή 14 ευρώ
Antony Trollope
Οι πύργοι του Μπάρτσεστερ
Μετάφραση Ισμήνη Καπάνταη. Εισαγωγή John Sutherland
Εκδόσεις Gutenberg/Orbis Literae, 2017
σελ. 797, τιμή 28 ευρώ
Δεν υπάρχει λόγος να απορεί κανείς που ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς της βικτωριανής εποχής, ο Αντονι Τρόλοπ, ήταν ως σήμερα παντελώς άγνωστος στη χώρα μας. Ο Τρόλοπ, εξαιρετικά δημοφιλής στην εποχή του, απαξιώθηκε στη Βρετανία για μεγάλο διάστημα, παρότι δεν έπαψε να διαβάζεται από το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. «Φρόντισε» άλλωστε και ο ίδιος γι’ αυτό, όταν στην Αυτοβιογραφία του έλεγε αλήθειες που ήταν δύσκολο να τις καταπιεί το λογοτεχνικό κατεστημένο της εποχής, δεδομένου μάλιστα ότι ήταν ο μόνος συγγραφέας αυτής της περιόδου που έγραψε αυτοβιογραφία, η οποία σήμερα θεωρείται από τις σημαντικότερες του είδους. Δεν πρέπει να παραγνωρίζονται και η στάση και η πολεμική των μοντερνιστών, που ήθελαν να απαλλαγούν από το βικτωριανό μυθιστόρημα ή, σύμφωνα με τον Γουίνταμ Λιούις, τον «βικτωριανό βρικόλακα». Εχει όμως ο καιρός γυρίσματα.
Πριν από δύο χρόνια γιορτάστηκαν στη Βρετανία τα 200 χρόνια από τη γέννηση του Τρόλοπ και τα όσα γράφτηκαν επιβεβαίωναν το αυτονόητο: ότι αυτός ο αφοσιωμένος και χαλκέντερος συγγραφέας με την απίστευτη παραγωγικότητα (στα 67 χρόνια που έζησε πρόλαβε να γράψει 47 μυθιστορήματα και πλήθος άλλα κείμενα) ανήκει στους κορυφαίους βρετανούς συγγραφείς της εποχής του μαζί με τον Ντίκενς, την Τζορτζ Ελιοτ, τις αδελφές Μπροντέ και τον Γουίλιαμ Θάκερι. Ισως δεν είναι περιττό να τονιστεί ότι το κορυφαίο μυθιστόρημα της Τζορτζ Ελιοτ, το Μίντλμαρτς, είναι εμφανέστατα επηρεασμένο από τον Τρόλοπ. Οπως είχε πει και η ίδια, δεν θα το έγραφε αν δεν τον είχε διαβάσει.
Η έκδοση δύο μυθιστορημάτων του στη σειρά Orbis Literae των εκδόσεων Gutenberg είναι σημαντικό γεγονός για πολλούς λόγους. Οχι μόνον επειδή ο Τρόλοπ μεταφράζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά αλλά και γιατί η επιλογή των μυθιστορημάτων του Ο επίτροπος και Οι πύργοι του Μπάρτσεστερ ήταν η ιδεωδέστερη. Αποτελούν την καλύτερη, θα έλεγα, εισαγωγή στο έργο του, καθώς –μολονότι αυτόνομα –το πρώτο μάς εισάγει στο δεύτερο κι ακόμη: είναι ενδεχομένως και τα καλύτερά του –αν και κάτι τέτοιο δύσκολα μπορεί να το ισχυριστεί κανείς για έναν τόσο πληθωρικό συγγραφέα.

Η θρησκευτική ως κοσμική εξουσία

Η υπόθεση του Επιτρόπου, του πρώτου από τα έξι μυθιστορήματα της σειράς Τα χρονικά του Μπάρτσιστερ, εκτυλίσσεται σε μια φανταστική πόλη. «Ας την ονομάσουμε εδώ Μπάρτσεστερ» λέει ο Τρόλοπ στην πρώτη παράγραφο του βιβλίου, για να συμπληρώσει πονηρά: «Αν αναφέραμε συγκεκριμένα το Γουέλς ή το Σάλσμπερι, το Εξετερ, το Χέρεφοντ ή το Γκλόστερ, πιθανόν να μας καταλόγιζε κανείς προσωπική σκοπιμότητα». Που σημαίνει ότι όντως τα όσα εξιστορεί θα μπορούσαν να έχουν συμβεί σε οποιαδήποτε από τις παραπάνω πόλεις.
Κύριος χαρακτήρας είναι ένας ηλικιωμένος κληρικός, ο αιδεσιμώτατος Σέπτιμος Χάρντινγκ, αμειβόμενος επίτροπος στο γηροκομείο Χάιραμ του Μπάρτσεστερ, το οποίο ανήκει στην εκκλησία. Στο γηροκομείο εργάζονται δώδεκα άνθρωποι αλλά η αμοιβή για την εργασία τους είναι το ένα δέκατο της αντίστοιχης του επιτρόπου. Ομως για αυτό δεν είναι υπεύθυνος ο Σέπτιμος Χάρντινγκ. Ετσι είχε διαμορφωθεί το καθεστώς από πολύ παλιά. Και ως τότε, στα μέσα του 19ου αιώνα, η εκκλησία στην Αγγλία ήταν παντοδύναμη, προέκταση στην πραγματικότητα της κοσμικής εξουσίας. Την ίδια εποχή ωστόσο η χώρα σαρώνεται από ένα μεταρρυθμιστικό κύμα που στοχεύει στην αποκατάσταση των αδικιών και στον περιορισμό της εκκλησιαστικής εξουσίας.
Ενας από τους μεταρρυθμιστές πάει την υπόθεση στα δικαστήρια και το ζήτημα παίρνει διαστάσεις εξαιτίας της μεγάλης δημοσιότητας που αποκτά μέσω της εφημερίδας «Jupiter» (Ζευς), όνομα που παραπέμπει αλληγορικά στους «Times» του Λονδίνου. Ο αιδεσιμότατος Χάρντινγκ είναι άνθρωπος ήπιων τόνων. Δεν του αρέσουν οι διαμάχες και θέλει να περάσει ήρεμα τα γεράματά του. Το μόνο που τον ενδιαφέρει είναι να ψάλλει στην εκκλησία (έχει πολύ ωραία φωνή) και να παίζει το βιολοντσέλο του. Συχνά, ακόμη κι αν δεν παίζει το όργανο, το χέρι του κάνει ασυναίσθητα τις ίδιες κινήσεις.

Ρεαλισμός και απόλυτη αλήθεια

Η κωμική πλευρά του Σέπτιμου Χάρντινγκ που με μεγάλη μαεστρία την περιγράφει ο Τρόλοπ σημαίνει ότι ο επίτροπος είναι αθώος για όσα τον κατηγορούν –αφού δεν είναι ο ίδιος υπεύθυνος. Αντιπροσωπεύει τον δίκαιο άνθρωπο που «εμπλέκεται σ’ ένα άδικο σύστημα». Γι’ αυτό και μόνον όταν τα δημόσια σχόλια έχουν φτάσει στο σημείο να αμαυρωθεί το όνομά του αποφασίζει να αντιδράσει προκειμένου να αποκαταστήσει το ηθικό του κύρος. Το πώς, θα το ανακαλύψει ο αναγνώστης στο τέλος, μολονότι το υπαινίσσεται ο Ντέιβιντ Σκίλτον στην εισαγωγή του, η οποία βεβαίως απευθύνεται στο αγγλόφωνο κοινό που είναι εξοικειωμένο με το έργο του Τρόλοπ. Εκεί θα βρει και το ιστορικό πλαίσιο του μυθιστορήματος όπου καταχωρίζονται τα πραγματικά γεγονότα που ενέπνευσαν τον συγγραφέα.
Πάντως, δεν είναι περιττό να πούμε ότι το τέλος αυτό είναι απολύτως συμβατό με τον χαρακτήρα του Χάρντινγκ, ο οποίος, όπως και όλα τα πρόσωπα που παρελαύνουν στα μυθιστορήματα του Τρόλοπ, δεν είναι μονοσήμαντος, αλλά προκύπτει από το νόημα που δίνει ο συγγραφέας ακόμη και στα πιο ασήμαντα γεγονότα. Ο ρεαλισμός του Τρόλοπ και εδώ δεν είναι ανεξάρτητος από την ηθική του: πως τα πράγματα περιέχουν από μόνα τους την αλήθεια και πως χρέος του συγγραφέα είναι να την παρουσιάσει στην απόλυτη μορφή της απαλλάσσοντάς την από τις όποιες υπερβολές.

Κλείνοντας το μάτι στον αναγνώστη

Στο δεύτερο μυθιστόρημα των Χρονικών του Μπάρτσεστερ βρισκόμαστε στην ίδια πόλη, μερικά χρόνια αργότερα. Οι συζητήσεις τώρα περιστρέφονται και σε άλλες υποθέσεις σχετικά με την εκκλησία και τις μεταρρυθμίσεις. Αλλά εδώ η πλοκή, όπως και η ατμόσφαιρα, είναι πολύ πιο περίπλοκη. Εχουμε ένα κλασικό βικτωριανό μυθιστόρημα: μεγάλης έκτασης (η ελληνική έκδοση φτάνει σχεδόν τις 800 σελίδες), με πολλούς χαρακτήρες, με έναν κόσμο που φαντάζει μεγαλύτερος από τον πραγματικό και μια πλοκή που στοχεύει στο να βιάζεται ο αναγνώστης να γυρίσει σελίδα για να δει τι θα συμβεί παρακάτω. Αλλά πρόκειται για απλή εντύπωση. Η καταιγιστική δράση δεν ανήκει στα συγγραφικά γνωρίσματα του Τρόλοπ, ούτε εδώ ούτε στα άλλα βιβλία του. Γι’ αυτό και όχι μόνο παρακολουθεί τους χαρακτήρες του στην παραμικρότερη λεπτομέρεια αλλά και τους σχολιάζει κλείνοντας το μάτι στον αναγνώστη και προετοιμάζοντάς τον για το τι θα διαβάσει παρακάτω. Ενα τέτοιο παιχνίδι θα μπορούσε να καταστήσει επίπεδη ή ακόμη και να καταστρέψει την αφήγηση –όχι όμως όταν το αξιοποιεί ένας συγγραφέας σαν τον Τρόλοπ με τη λεπτότητα και το εύρος των αποχρώσεων που χρησιμοποιεί. Και το κάνει και για να αναπτύξει αφηγηματικά μια στενή σχέση ανάμεσα στον ίδιο και τους χαρακτήρες του αλλά κι ανάμεσα σε εκείνον και τους αναγνώστες του.
Ο Τρόλοπ, όπως και όλοι οι επιτυχημένοι συγγραφείς της εποχής του, δεν έγραφαν για τον εαυτό τους αλλά για το αναγνωστικό κοινό, ήταν δηλαδή «βουτηγμένοι ως τον λαιμό» στην εποχή τους. Το κοινό απαιτούσε τότε σε ένα έργο αυτής της έκτασης και μια ρομαντική νότα. Ετσι, η κόρη του Σέπτιμου Χάρντινγκ, η οποία είχε παντρευτεί τον μεταρρυθμιστή Μπολντ που συναντήσαμε στον «Επίτροπο», είναι πλέον χήρα με ένα μικρό αγόρι και έχει κληρονομήσει τεράστια περιουσία. Πολύφερνη νύφη τώρα, πολιορκείται από διάφορους μνηστήρες.
Εχουμε παράλληλα και τον αδυσώπητο αγώνα για εξουσία ανάμεσα στους εκκλησιαστικούς κύκλους. Σε κανέναν άλλον συγγραφέα της εποχής τα πρόσωπα της εκκλησίας δεν παρουσιάζονται με τέτοια αδρότητα αλλά και χιούμορ και ειρωνεία. Ο Τρόλοπ αναδεικνύοντας αυτή την πλευρά δεν τα παρουσιάζει ως καρικατούρες αλλά ως όντα κοσμικά –ο καλύτερος τρόπος να το επιτύχει είναι να μας δώσει την κωμική πλευρά τους.
Ο αναγνώστης τρέφει, όπως και ο συγγραφέας, συμπάθεια για τους χαρακτήρες του Τρόλοπ, όπως άλλωστε και ο ίδιος. Και δεν τους ξεχνά: τον Σλόουπ, ένα από τα εκπληκτικότερα πρόσωπα του μυθιστορήματος, υποψήφιο γαμπρό για την Ελινορ Μπολντ, φιλόδοξο σε βαθμό κακουργήματος. Την Ελινορ Μπολντ. Τον νέο επίσκοπο Πράουντι. Αλλά και την κυρία Πράουντι, έναν απολύτως αντιπαθητικό χαρακτήρα που ωστόσο δεν προκαλεί την αντιπάθεια του αναγνώστη. Και πλήθος άλλους.
Οπως συμβαίνει στα περισσότερα μυθιστορήματα του κλασικού ρεαλισμού, ο συγγραφέας παρακολουθεί τη ζωή και την τύχη των χαρακτήρων του ως το τέλος. Το τέλος εδώ μοιάζει ήρεμο. Η ζωή συνεχίζεται, καθώς λέει ο κοινός τόπος, η Ελινορ Μπολντ ξαναπαντρεύεται (τον Μπολντ) έπειτα από δύο χρόνια χηρείας και ο καθένας τραβάει τον δρόμο του, με τις μικρές ή μεγάλες προσωπικές νίκες και ήττες του. Ο ιδιοφυής Τρόλοπ κατάφερε οι αναγνώστες του ακόμη και σήμερα να γελούν ή τουλάχιστον να χαμογελούν με τη σκοτεινή πλευρά της ζωής, που κάνει να μοιάζουν αστείες οι φιλοδοξίες, η δίψα για εξουσία και οι συναφείς ματαιότητες.
«Το τέλος ενός μυθιστορήματος, όπως και το τέλος ενός παιδικού πάρτι, πρέπει να είναι όλο φτιαγμένο με μέλι και ζαχαρωτά». Ετσι αρχίζει το τελευταίο κεφάλαιο του μυθιστορήματός του ο Τρόλοπ. Η φράση βεβαίως ακούγεται ειρωνική. Ο συγγραφέας κολακεύει φαινομενικά τον αναγνώστη, αλλά στην πραγματικότητα του βγάζει τη γλώσσα. Πέραν τούτου, αν το βιβλίο του αυτό είναι ένα ζαχαρωτό, αφήνει στο τέλος και μιαν ελαφρώς πικρή γεύση.

Βρετανικός ρεαλισμός

Η έκδοση δύο από τα πιο αντιπροσωπευτικά μυθιστορήματα του Τρόλοπ στα ελληνικά βοηθούν το αναγνωστικό κοινό να σχηματίσει πληρέστερη εικόνα για τη λογοτεχνία της βικτωριανής εποχής και για τον βρετανικό ρεαλισμό στο σύνολό του. Ας προσθέσω πως σε κανενός το έργο από τους αντιπροσωπευτικότερους συγγραφείς της εποχής δεν αποτυπώνεται με τέτοια πειστικότητα το βρετανικό φλέγμα και χιούμορ. Στον Ντίκενς, για παράδειγμα, η κοινωνική κριτική είναι ευθεία και αυτή κινεί τα νήματα της αφήγησης. Στον Τρόλοπ όμως λειτουργεί υπόγεια, κάτω από την καθημερινότητα των χαρακτήρων του.
Ο συγγραφέας αυτός δεν είναι πεζογράφος ηθών. Ο έλληνας αναγνώστης, αν δεν είναι προσεκτικός, ίσως να θεωρήσει ότι ο Τρόλοπ είναι πολύ Βρετανός και η κοινωνία που αποτυπώνεται στα βιβλία του ξένη στην ευαισθησία του. Για να απολαύσει κανείς τον Τρόλοπ πρέπει να τον διαβάσει αργά, να μπει στην εποχή, να αισθανθεί οικείος με το περιβάλλον και τα πρόσωπα. Η γνώση του ιστορικού πλαισίου θα τον βοηθήσει να καταλάβει καλύτερα την εποχή, γιατί φωτίζει τα κίνητρα του συγγραφέα και για έναν κλασικό δημιουργό αυτό είναι σχεδόν απαραίτητο.
Ο εκδότης φρόντισε να εφοδιάσει τα δύο μυθιστορήματα με τους διαφωτιστικούς προλόγους του Ντέιβιντ Σκίλτον και του Τζον Σάδερλαντ καθώς και με τα αναγκαία επίμετρα, ένα από τα οποία παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Τα κωμικά στοιχεία της αφήγησης δεν είναι ανεξάρτητα από τα κωμικά ονόματα που δίνει ο Τρόλοπ στους χαρακτήρες του, στους δευτερεύοντες κατεξοχήν. Το ίδιο έκανε και ένας άλλος μείζων πεζογράφος της εποχής, ο Θάκερι. Αυτό φυσικά δεν λειτουργεί στα ελληνικά, όμως ο αναγνώστης μπορεί να το διαπιστώσει στο δεύτερο επίμετρο που συνοδεύει τους Πύργους του Μπάρτσεστερ.
Στα μεταφρασμένα σημαντικά και δύσκολα βιβλία ο έπαινος ανήκει πριν από όλα στους μεταφραστές/μεταφράστριες. Η Σάντυ Παπαϊωάννου και η Ισμήνη Καπάνταη έκαναν εξαιρετική δουλειά. Εφεραν κοντά μας έναν σπουδαίο συγγραφέα. Δεν θα έλεγα αντίθετο αλλά παράλληλο του Ντίκενς. Και εξίσου γοητευτικό.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ