H αναδιάρθρωση του τραπεζικού τομέα συνεχίστηκε το 2017, τροφοδοτούμενη κυρίως από τις βελτιωμένες μακροοικονομικές συνθήκες της ελληνικής οικονομίας. Στις σημαντικότερες εξελίξεις του 2017 περιλαμβάνεται η συνεχιζόμενη απομείωση των στοιχείων ενεργητικού, η βελτίωση της ρευστότητας, η περαιτέρω χαλάρωση των capital controls, η εξυγίανση του δανειακού χαρτοφυλακίου και η βελτίωση των οικονομικών αποτελεσμάτων. Στις θετικές εξελίξεις θα πρέπει να προσθέσουμε και την αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης και βιωσιμότητας των συστημικών τραπεζών από διεθνείς οίκους αξιολόγησης, αντανακλώντας κυρίως το βελτιωμένο λειτουργικό περιβάλλον στην Ελλάδα και τις προοπτικές για περαιτέρω βελτίωση στα χρηματοοικονομικά θεμελιώδη των τραπεζών. Τη θετική αυτή εξέλιξη επισφράγισαν οι επιτυχημένες εκδόσεις ομολόγων από τις τρεις εκ των τεσσάρων συστημικές τράπεζες.
Η βελτίωση της ρευστότητας συνδέεται με την αύξηση των καταθέσεων, τη μείωση του δανεισμού από το ευρωσύστημα και την αυξανόμενη πρόσβαση στη διατραπεζική αγορά. Συγκεκριμένα με βάση στοιχεία του Οκτωβρίου, οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά 4,6%, ενώ η εξάρτηση από το ευρωσύστημα μειώθηκε κατά 48% σε ετήσια βάση, φτάνοντας τα €37,3 δισ.
Η Τράπεζα Πειραιώς ανέλαβε εντατικές δράσεις τους προηγούμενους μήνες και κατόρθωσε να βελτιώσει δραστικά το προφίλ της ρευστότητάς της, προσελκύοντας νέες καταθέσεις άνω των €2 δισ. και μειώνοντας τη χρηματοδότηση από τον έκτακτο μηχανισμό ELA περισσότερο από €7 δισ. σε ετήσια βάση. Παράλληλα, η τράπεζα εξέδωσε τον Οκτώβριο 5ετείς καλυμμένες ομολογίες ύψους €500 εκατ. μέσω ιδιωτικής τοποθέτησης, η οποία καλύφθηκε κυρίως από πολυεθνικούς οργανισμούς. Η προσπάθεια απομόχλευσης της τράπεζας αποτυπώνεται τόσο στον δείκτη ELA προς ενεργητικό όσο και στον δείκτη δανείων προς καταθέσεις στην Ελλάδα, οι οποίοι είναι οι δεύτεροι καλύτεροι στην ελληνική αγορά. Για το επόμενο έτος η τράπεζα προσβλέπει σε περαιτέρω βελτίωση της ρευστότητας, με μηδενισμό της χρηματοδότησης από τον ELA μέχρι το τέλος του 2018.
Παράλληλα, η Τράπεζα Πειραιώς, πραγματοποιώντας τη δέσμευση για στήριξη των ΜμΕ, θα διαθέσει στη διάρκεια του 2018 περίπου €1 δισ. νέας χρηματοδότησης για ελληνικές ΜμΕ από όλους τους τομείς της οικονομίας.
Οι σημαντικότερες προκλήσεις για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα παραμένουν η αντιμετώπιση του μεγάλου όγκου των Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) και το πρόβλημα των στρατηγικών κακοπληρωτών που εμποδίζουν το τραπεζικό σύστημα να χρηματοδοτήσει την οικονομική ανάπτυξη. Σύμφωνα με τα στοιχεία Σεπτεμβρίου 2017, το ύψος των ΜΕΑ μειώθηκε κατά 5,5% συγκριτικά με το τέλος του Δεκεμβρίου 2016, φτάνοντας τα €100,4 δισ. Οι παρεμβάσεις σε θεσμικό επίπεδο, σε συνδυασμό με τη στοχευμένη στρατηγική των τραπεζών, αναμένεται να διευκολύνουν την προσπάθεια μείωσης των ΜΕΑ στα επίπεδα των €64,6 δισ. στο τέλος του 2019, όπως αποτυπώνεται στους επιχειρησιακούς στόχους που έχουν τεθεί.
Σημαντική πρόοδο στον τομέα των ΜΕΑ καταγράφει η τράπεζα, η οποία πέτυχε τον στόχο που είχε υποβάλει στον SSM για 5ο συνεχόμενο τρίμηνο, επιτυγχάνοντας καλύτερες επιδόσεις σε σχέση με τις τάσεις της αγοράς. Από τα υψηλά του Σεπτεμβρίου 2015 η Τράπεζα Πειραιώς έχει μειώσει τα ΜΕΑ κατά €3,9 δισ. Σημαντική συνεισφορά στην επίτευξη των στόχων έχει φέρει ο διαχωρισμός του Ομίλου σε δύο λειτουργικούς πυλώνες. Στους έξι μήνες που βρίσκεται σε λειτουργία το νέο λειτουργικό μοντέλο, ο πυλώνας Piraeus Legacy Unit μειώνει σταθερά τον ισολογισμό του, επιταχύνοντας τον ρυθμό αποεπένδυσης μη βασικών στοιχείων ενεργητικού.
Το 2018 οι προοπτικές του τραπεζικού τομέα είναι ευνοϊκές, υπό την προϋπόθεση ότι η ελληνική οικονομία θα διατηρήσει τη θετική δυναμική της και η εφαρμογή του προγράμματος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας θα συνεχιστεί απρόσκοπτα. Το τραπεζικό σύστημα αναμένεται να επιταχύνει τη μείωση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων, να περιορίσει τη χρηματοδότηση από τον μηχανισμό παροχής έκτακτης ρευστότητας (ELA) και την απομόχλευση στο δανειακό χαρτοφυλάκιο. Ταυτόχρονα, οι ελληνικές τράπεζες έχουν να αντιμετωπίσουν μια σειρά από νέες προκλήσεις το 2018, που σχετίζονται με τη συμμετοχή τους στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, την εφαρμογή του λογιστικού προτύπου IFRS 9 και την υιοθέτηση της οδηγίας της ΕΚΤ σχετικά με τα ελάχιστα επίπεδα προληπτικών προβλέψεων για νέα μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Ωστόσο, όλες οι τράπεζες έχουν ικανό κεφαλαιακό απόθεμα για να καλύψουν σημαντικά ποσά νέων προβλέψεων. Αυτό προκύπτει επειδή οι ελληνικές τράπεζες έχουν κεφαλαιακή επάρκεια πολύ υψηλότερη από αυτή που οριοθετεί ο επόπτης και από τις υψηλότερες στην Ευρώπη. Ειδικότερα, στις 30 Ιουνίου 2017 ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας (CET1) διαμορφώθηκε στο 17,2% έναντι 14,3% του μέσου όρου των χωρών της Ε.Ε. (πηγή: ΕΒΑ). Αναφορικά με την Τράπεζα Πειραιώς, στα τέλη Σεπτεμβρίου 2017, ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας CET1 διαμορφώθηκε στο 17,0%, βελτιωμένος σε τριμηνιαία βάση για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο.
Ο κ. Χρήστος Μεγάλου είναι διευθύνων σύμβουλος της Τράπεζας Πειραιώς.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ