Σταθεροποιητικές τάσεις με μικρή αύξηση στον κύκλο εργασιών εμφανίζουν οι ελληνικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με την ετήσια έρευνα της Grant-Thornton, στην οποία περιλαμβάνεται δείγμα από 4.000 περίπου εταιρείες με διαθέσιμες οικονομικές καταστάσεις για τη χρήση που έληξε 31.12.2016.
Η συνολική αύξηση του κύκλου εργασιών των εταιρειών του δείγματος από το 2015 στο 2016 αγγίζει το 1%, προερχομένη κυρίως από τους κλάδους των κατασκευών, των επαγγελματικών υπηρεσιών, των τηλεπικοινωνιών, της τεχνολογίας, των τυχερών παιχνιδιών και του τουρισμού. Οι κλάδοι των τροφίμων, των ποτών, της ενέργειας, των καταναλωτικών προϊόντων και των υπηρεσιών υγείας εμφανίζουν σχετική σταθεροποίηση, ενώ μείωση εμφανίζουν ο βιομηχανικός κλάδος, καθώς και ο κλάδος της ψυχαγωγίας και της ενημέρωσης.
Ιδιαίτερα ενθαρρυντικό είναι το γεγονός ότι περίπου το 55% των εταιρειών του δείγματος εμφανίζουν αύξηση του κύκλου εργασιών με την τάση για τις περισσότερες να είναι σταθεροποιητική.
Ακόμη πιο ενθαρρυντικά είναι τα συμπεράσματα αναφορικά με τη λειτουργική κερδοφορία (EBITDA) των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στο δείγμα, με την αύξηση να αγγίζει το 3,5% από το 2015 στο 2016. Μικρές είναι οι αυξήσεις στο περιθώριο λειτουργικής κερδοφορίας (EBITDA Margin), το οποίο σταθεροποιείται σε ένα επίπεδο λίγο κάτω από το 11%, με τις δυνατότητες για κοστολογικές προσαρμογές στις περισσότερες επιχειρήσεις να έχουν σχεδόν εξαντληθεί.
Ο συνολικός καθαρός δανεισμός των εταιρειών του δείγματος αγγίζει τα 30 δισ. το 2016 έναντι 32,7 δισ. το 2015, μειωμένος κατά 8% περίπου. Οι κλάδοι των κατασκευών και της ενημέρωσης και ψυχαγωγίας εμφανίζουν τη μεγαλύτερη δανειακή επιβάρυνση με τον συνολικό καθαρό δανεισμό των δύο κλάδων να αγγίζει τα 4,1 δισ. (3,4 δισ. για τις κατασκευές και 0,7 δισ. για τον κλάδο της ενημέρωσης και ψυχαγωγίας). Μία στις τέσσερις εταιρείες εμφανίζουν υψηλή δανειακή επιβάρυνση σε τέτοιο επίπεδο όπου η πρόσβασή τους σε νέο δανεισμό καθίσταται δυσχερής, με την όποια χρηματοδότηση από την πλευρά των τραπεζών να εξαντλείται στην αναχρηματοδότηση υφιστάμενου δανεισμού στερώντας, ιδιαίτερα σε κλάδους εντάσεως κεφαλαίου, την αναγκαία ρευστότητα για τη διενέργεια επενδύσεων.
Η αναλογία είναι ακόμη μεγαλύτερη στους κλάδους τροφίμων, ποτών, βιομηχανικών αγαθών, καταναλωτικών προϊόντων και ψυχαγωγίας και ενημέρωσης. Από τα 30 δισ. του συνολικού καθαρού δανεισμού για το 2016 τα 17,3 δισ. περίπου αφορούν εταιρείες με υψηλή δανειακή επιβάρυνση.
Μία σχεδόν στις τέσσερις εμφανίζουν αρνητικό κεφάλαιο κίνησης με το συνολικό έλλειμμα του κεφαλαίου κίνησης για τις εταιρείες αυτές να προσδιορίζεται στα 8,5 δισ. Οι συνολικές ανάγκες αναχρηματοδότησης για τις εταιρείες του δείγματος προσδιορίζονται πάνω από 20 δισ., με τα 17,3 δισ. να αφορούν τραπεζικό δανεισμό εταιρειών με υψηλή δανειακή επιβάρυνση και τα 2,7 έλλειμμα του κεφαλαίου κίνησης.
Η πλειονότητα των ελληνικών επιχειρήσεων βρίσκεται από τη μία σε φάση σταθεροποίησης των επιπέδων δραστηριότητας και κερδοφορίας με τις δυνατότητες περικοπής δαπανών να έχουν ουσιαστικά εξαντληθεί και από την άλλη σε κατάσταση αναμονής για τη σταδιακή αντιστροφή του γενικότερου οικονομικού κλίματος που θα τους επιτρέψει να αυξήσουν τα έσοδα και την κερδοφορία τους.
Η παροχή της αναγκαίας ρευστότητας, συνδυαζόμενη με την άμεση εφαρμογή σχεδίων εξυγίανσης και αναδιάρθρωσης επιχειρήσεων και κλάδων, με τον παράλληλο εκσυγχρονισμό σε επίπεδο κρατικών δομών και φορολογίας αποτελούν αναγκαίες συνθήκες για τη δυναμική επανάκαμψη των ελληνικών επιχειρήσεων.
Από την άλλη, η καθιέρωση αρχών εταιρικής διακυβέρνησης και η ανάπτυξη μιας εταιρικής κουλτούρας ανθρωποκεντρικής με κύρια χαρακτηριστικά την εξωστρέφεια, την τάση για καινοτομία και τη ροπή προς τις νέες τεχνολογίες αποτελούν το μεγάλο στοίχημα ώστε να μπορέσουν να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά και με προοπτικές στο διεθνοποιημένο οικονομικό περιβάλλον.
Ο κ. Βασίλης Καζάς είναι Managing Partner της Grant Thornton.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ