Είμαστε ότι σκεπτόμαστε. Οι σκέψεις μας γίνονται λόγια και τα λόγια πράξεις. Και οι πράξεις γίνονται συνήθειες που διαμορφώνουν χαρακτήρακαι νοοτροπία.Αυτά στον ιδιωτικό τομέα, ατομικά. Αντίστοιχα η Πολιτεία, με τους ιδεολογικούς μηχανισμούς, τους κανόνες δικαίου, σε συνδυασμό πάντα με τις πραγματικές συνθήκες, διαμορφώνει τα κοινωνικά και πολιτικά πρότυπα, τα οποία μας ακολουθούν όπως η σκιά μας.
Για να αλλάξουμε τα πρότυπα αυτά πρέπει να αλλάξουμε σκέψεις, λόγια και πράξεις. Η αλλαγή νοοτροπίας είναι μία δύσκολη υπόθεση. Τα κοινωνικά και πολιτικά πρότυπα που μας μεγάλωσαν είναι βαθιά ριζωμένα. Παρά το ότι είναι κοινωνικά κατασκευάσματα εισέρχονται στο DNA. Το πολιτισμικό αυτό πλαίσιο διαχρονικά μας συνοδεύει. Είναι χρήσιμο γι’ αυτό να κατανοήσουμε τις αξίες, τις αρχές και τις ανάγκες που διαμορφώνουν αυτά τα πρότυπα, τα οποία καθορίζουν τη ζωή μας στον ιδιωτικό και το δημόσιο βίο.
Η Πολιτεία έχει τον πρώτο λόγο στη διαμόρφωση αυτών των προτύπων. Ο δημόσιος λόγος (πολιτικός, επιστημονικός, μορφωτικός, δημοσιογραφικός, πολιτισμικός) είναι κυριαρχικό στοιχείο στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς της Πολιτείας στις βασικές της λειτουργίες (νομοθετική, εκτελεστική, δικαστική) και στη θεσμική συγκρότηση της Δημοκρατίας μας. Με βάση αυτά τα στοιχεία είναι χρήσιμο να εξετάσουμε πως εξελίσσονται τα πράγματα σήμερα. Να εξετάσουμε ποιο κυρίαρχο στοιχείο σημαδεύει διαχρονικά τη δημόσια και ιδιωτική μας ζωή.
Στον 21ο αιώνα, ιδιαίτερα τη μνημονιακή περίοδο, ο δημόσιος λόγος σημαδεύτηκε από το διαχρονικό πνεύμα της φυλής μας, τη διχόνοια. «Ηδιχόνοια που βαστάει ένα σκήπτρο ή δολερή καθενός χαμογελάει, παρ’ τολέγοντας και συ», όπως αναφέρει ο εθνικός μας ποιητής. Από την ίδρυση του Νεοελληνικού κράτους, η διχόνοια μας ακολουθεί.
Το πνεύμα αυτό δυστυχώς είναι και σήμερα κυριαρχικό στοιχείο του δημόσιου πολιτικού λόγου. Στη Βουλή και στα πάνελ των ΜΜΕ το ρεύμα αυτό διατρέχει όλο το κοινωνικό σώμα πάνω από τις ταξικές, κοινωνικές και οικονομικές αντιθέσεις. Από το καφενείο μέχρι τη Βουλή ότι δεν πάει καλά στη ζωή μας φταίνε οι άλλοι.
Αναζητάμε πάντα εχθρούς μέσα και έξω από τη χώρα. Και σαν μένουμε από εχθρούς αναρωτιόμαστε σαν τον ποιητή: « Τώρα τι θα κάνουμε χωρίς βαρβάρους;» Κοινή είναι η διαπίστωση ότι η μνημονιακή περίοδος δημιούργησε μοναδικό κλίμα για να ανακαλυφθούν εχθροί. Να φύγουν οι ευθύνες από πάνω μας. Και βρήκαμε τους εχθρούς:Οι «δανειστές», η «Τρόικα», τα παλιά κόμματα, το σύστημα, η συμβιβασμένη πολιτική ηγεσία, η «5η φάλαγγα», αποτέλεσαν το μέτωπο των «εχθρών» της κοινωνίας που έφεραν στη χώρα την κρίση. Στη βάση αυτής της αντιπαράθεσης οικοδομήθηκανκόμματα και παρατάξεις που σήμερα κυβερνάνε. Το ρεύμα της διχόνοιας πέραν από τους εχθρούς που πρέπει να ανακαλύψεικάθε φορά για να έχει υπόσταση, έχει και ένα άλλο χαρακτηριστικό αυτό της «απόλυτης» αλήθειας. Τα αντίπαλα μέτωπα συγκρούονται ανελέητα διακηρύσσοντας το καθένα για λογαριασμό του ότι κατέχει την απόλυτη αλήθεια.Οι πάντες αναγνωρίζουν ότι η ΣΥΡΙΖΟ-ΑΝΕΛ διακυβέρνηση είναι καρπός του δίπολου: «μνημονιακές» και «αντιμνημονιακές» δυνάμεις. Σ’ αυτό το δίπολο κτίστηκαν πολλές πολιτικές αυταπάτες και μέτωπα.Η νυν διακυβέρνηση ως αντιπολίτευση έπεισε πολλούς ότι κατέχει τις «απόλυτες» αλήθειες και «πας μη μεθ΄ημών βάρβαρος». Έτσι και σήμερα η συμπεριφορά των κυβερνόντων είναι απολύτως συγκρουσιακή. Όποιος δεν συμφωνεί και δεν συμπλέει με την «πρώτη φορά αριστερά», είναι το ελάχιστο εχθρός, δολοπλόκος που θέλει να ρίξει την κυβέρνηση.
Το ρεύμα αυτό στο δημόσιο λόγο πολλοί το βάπτισαν λαϊκισμό αριστερο-δεξιό. Οι πολίτες που πείσθηκαν από το «σκήπτρο» της διχόνοιας, άνοιξαν μέτωπα εχθρικά μεταξύ τους από την κορυφή μέχρι τη βάση. Κυρίαρχα τα μέτωπα:το «μνημονιακό» και το «αντιμνημονιακό», σημάδεψαν τον κομματικό και πολιτικό λόγο πάνω από τις ταξικές και οικονομικές σχέσεις. Σήμερα, που το μέτωπο αυτής της αντιπαράθεσης κατάρρευσε εκ των πραγμάτων και οι κακοί δανειστές έγιναν φίλοι, αναδεικνύεται ένα άλλο μέτωπο αντιπαράθεσης. Αυτό τηςκατοχής της «απόλυτης» αλήθειαςαπό τη νυν πολιτική εξουσία.Απέναντι στην «πρώτη φορά αριστερά», βρίσκονται οι εχθροί του παλιούσυστήματος που ευθύνονται για τα πάντα.
Αυτό το διχαστικό «εμφυλιακό ρεύμα», εμπλουτισμένο με πολύ λαϊκισμό (εμπόριο ελπίδας), σε συνδυασμό με τις «απόλυτες» αλήθειες της εξουσίας βλάπτει βασανιστικά τη χώρα και τη Δημοκρατία μας.
Οφείλουμε, το 2018 και πέραν, να προσπαθήσουμε να αλλάξουμε αυτή τη νοοτροπία που δεν θέλουμε να την αποχωριστούμε από τη στιγμή που κατέχουμε την εξουσία. Ο δημόσιος πολιτικός λόγος, πρέπει να σταματήσει να πολιτεύεται με τη διχόνοια και τις «απόλυτες» αλήθειες. Ο διχασμός από το 1821 μέχρι τις μέρες μας, έχει σημαδέψει την πορεία του έθνους και της κοινωνίας. Είχαμε παλιά το «κράτος της δεξιάς», που αποτελούσε την ενσάρκωση της αλήθειας για το δημόσιο συμφέρον. Με το γκρέμισμα του κράτους της δεξιάς, κυριάρχησε η Πασοκική σοσιαλδημοκρατία. Με σεβασμό όμως στη διαφορετικότητα και στο δικαίωμα της αμφισβήτησης της πολιτικής εξουσίας.
Σήμερα, έχουμε τη ΣΥΡΙΖΟ-ΑΝΕΛ διακυβέρνηση να ισχυρίζεται ότι το δημόσιο συμφέρον ταυτίζεται με τις «απόλυτες» αλήθειες, που οι ίδιοι πρεσβεύουν. Μάλιστα, συχνά – πυκνά να καταγγέλλεται η μεταπολιτευτική περίοδος, διότι οδήγησε τη χώρα στην κρίση. Αρνούνται να αναγνωρίσουν ότι η μεταπολιτευτική περίοδος είναι η μακρότερη περίοδος ευημερίας, κοινωνικής συνοχής και ισχυρής Δημοκρατίας με θεσμούς σύγκλησης και συναίνεσης. Η εθνική συμφιλίωση και η ενότητα του λαού, κερδήθηκε και πιστέψαμε ότι η «διχόνοια» είχε μπει στο χρονοντούλαπο. Πιστέψαμε, όπως μας διδάσκει η ιστορία, ότι δεν υπάρχουν «απόλυτες» αλήθειες και ιδιαίτερα κατά την άσκηση της εξουσίας. Ιδρύθηκαν θεσμοί κοινωνικού διαλόγου, ανεξάρτητες αρχές, ως κύτταρα «αντι – εξουσίας» και πεδία σύγκλησης και συνεννόησης για ειρηνική κοινωνική συμβίωση.
Ο δημόσιος αυτός λόγος μη αναγνωρίζοντας τις μέχρι εχθές αυταπάτες, αποκαλύπτεται γυμνός. Το πρόβλημα όμως είναι ότι συνεχίζονται οι αυταπάτες με τη λογική ότι η εξουσία κατέχει την «απόλυτη» αλήθεια.
Η Δημοκρατία μας, τα χρόνια της μεταπολίτευσης, αναγνώριζε τις ταξικές, κοινωνικές και οικονομικές αντιθέσεις και προσπαθούσε μέσα από αυτούς τους θεσμούς να ενισχύσει την κοινωνική Δημοκρατία.
Σήμερα, οι θεσμοί συναίνεσης και σύγκλησης έχουν ατονήσει και η Δημοκρατία γίνεται όλο και φτωχότερη. Ο δημόσιος λόγος της εκτελεστικής εξουσίας είναι διχαστικός και δυναστεύει τη νομοθετική και δικαστική εξουσία. Βέβαια, κυριαρχικά τα μνημόνια καθορίζουν σήμερα τους κανόνες της οικονομικής και κοινωνικής μας ζωής.
Η πολιτική διαμάχη, σίγουρα στον πυρήνα της έχει συγκρουσιακό χαρακτήρα, αλλά σε καμία περίπτωση απαξιωτικό και μηδενιστικό για τον πολιτικό αντίπαλο.
Χριστουγεννιάτικα στη Βουλή οι αρχηγοί των κομμάτων έδωσαν «ρεσιτάλ» διχαστικού και απαξιωτικού λόγου. Η λογική του «εμείς ή εσείς»,της εξόντωσης του αντιπάλου, των «απόλυτων» αληθειών κυριάρχησε κάνοντας φτωχότερη τη Δημοκρατία μας. Μεγαλώνει το έλλειμμα εμπιστοσύνης στο πολιτικό σύστημα.
Η νοοτροπία της διχαστικής και τυφλής αντιπαράθεσης, βλάπτει τη χώρα μας, που βασανίζεται από τις συνέπειες της κρίσης και αγωνίζεται για τη «Μετά – κρίση» εποχή. Ο δημόσιος λόγος της συναίνεσης για την κατάκτηση κοινών εθνικών στόχων όλο και γίνεται φθηνότερος.
Να ρίξουμε όμως ματιά στις ιστορικές εξελίξεις μετά τον πόλεμο. Στον ευρωπαϊκό χώρο οι δυτικές Δημοκρατίες προσπάθησαν να αφαιρέσουν από το δημόσιο λόγο τη διχόνοια και τις «απόλυτες» αλήθειες. Προσπάθησαν να θεμελιώσουν το σεβασμό στη διαφορετικότητα και την αμφισβήτηση της πολιτικής εξουσίας. Αυτά τα στοιχεία στο δημόσιο λόγο αποτελούν βασικά χαρακτηριστικά του δυτικο-ευρωπαϊκού πολιτισμού.Αυτά τα στοιχεία αντιπαρατέθηκαν με τις «απόλυτες» αλήθειες του λεγόμενου «υπαρκτού σοσιαλισμού». Η σοσιαλδημοκρατία μετά τον πόλεμο συνέβαλε αποφασιστικά στη θεσμική κατοχύρωση αυτών των αρχών και τη διαμόρφωση του «κοινωνικού μοντέλου» της Ευρώπης.
Κύρια χαρακτηριστικά της σ’ αυτόν τον αγώνα:
α. Το μαζικό κόμμα, ως πολιτικό υποκείμενο και αντι – εξουσία στην εκάστοτε πολιτική εξουσία.
β. Η κοινωνικοποίηση κοινωφελών επιχειρήσεων του δημοσίου.
γ. Η συγκρότηση του κοινωνικού κράτους δικαίου.
Σήμερα, παρατηρούμε όλα αυτά να καταρρέουν σε όλον τον δυτικό κόσμο. Οι κομματικές δομές απαξιώνονται και καταρρέουν, καθώς και οι συλλογικές αξίες. Η «ενός ανδρός αρχή» κυριαρχεί (ΗΠΑ, Γαλλία, Ελλάδα κ.α.). Οι εκτεταμένες ιδιωτικοποιήσεις περιορίζουν δραστικά την παρουσία του κράτους. Το δε κοινωνικό κράτος θεωρείται «βαρίδι» για την οικονομική ανάπτυξη. Την πολιτική ατζέντα τη διαμορφώνει η αγορά.
Τους στόχους της παραδοσιακής σοσιαλδημοκρατίας, αν υπερασπίζονταν η σημερινή μας διακυβέρνηση, θα ήταν μία επανάσταση. Άλλα όμως γίνονται στην πράξη. Τα πάντα βρίσκονται προς ιδιωτικοποίηση. Το κοινωνικό κράτος αντικαθίσταται από τα «κοινωνικά μερίσματα» και τα σχολικά δίκτυα.
Οδηγούνται μεγάλα κοινωνικά στρώματα σε φτωχοποίηση. Από το 2016 μέχρι το 2019, σύμφωνα με στοιχεία του γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, αφαιρούνται από τον συνταξιουχικό κόσμο 18,5 δισ. ευρώ.
Επιστρέφονται τα 1,5 δισ. ως «κοινωνικό μέρισμα» και είναι υπερήφανη η κυβέρνηση ότι οικοδομεί το νέο κοινωνικό κράτος!!! Το αφορολόγητο μειώνεται στα 5.860 και τα χαμηλά εισοδήματα καλούνται να σηκώσουν νέα βάρη. Μας είχε υποσχεθεί ο κ. Τσακαλώτος ότι αν φθάναμε σ’ αυτό το επίπεδο, ο ίδιος θα είχε παραιτηθεί από ντροπή!! Ακόμη περιμένουμε την παραίτηση.
Ακούσαμε ότι η δυσβάσταχτη φορολογία θα μειωθεί όταν επιστέψει η ανάπτυξη!!! Αντί να προσγειωθεί η κυβέρνηση σ’ ένα διάλογο συναίνεσης και εθνικής ενότητας, προτιμάει τη γραμμή και το πνεύμα του διχασμού και της μη ανοχής στη διαφορετικότητα.
Όλα αυτά βέβαια στο εσωτερικό μέτωπο της χώρας μας. Στο διεθνή χώρο «συναγελάζεται» με τον κ. Τραμπ και όλους τους μέχρι εχθές εχθρούς. Άτιμη εξουσία με τα σκήπτρα σου!!
Είναι καιρός να αλλάξουμε νοοτροπία. Στάση ζωής. Ο δημόσιος λόγος να σταματήσει την παρακμή. Να αλλάξουμε και να βελτιώσουμε τα κοινωνικά και πολιτικά πρότυπα που μας κρατάνε αλυσοδεμένους με το πνεύμα της διχόνοιας και των «απόλυτων» αληθειών. Η χώρα μας για να κερδίσει το μέλλον, έχει ανάγκη όλους μας. Μπορούμε γι’ αυτό να αλλάξουμε τη νοοτροπία και τις πράξεις μας. Να φταίνε όλοι οι άλλοι εκτός από εμάς.
Αντί ο δημόσιος λόγος να κυριαρχείται από τη λογική της διχόνοιας και των απόλυτων αληθειών, θα είναι χρήσιμο να κυριαρχείται από πνεύμα ενότητας, σύγκλησης και συναίνεσης. Η διχόνοια είναι ο χειρότερος εχθρός της Δημοκρατίας.