Σε ένα θερμό πολιτικά σκηνικό και με τα βλέμματα στο αποτέλεσμα των καταλανικών εκλογών, δεν περνά απαρατήρητη η ιστορία της Νάγια που, έχοντας βιώσει τον ρατσισμό, παλεύει για μια θέση στο Κοινοβούλιο. «Είναι λυπηρό να ανοίγεις την τηλεόραση και να μην βλέπεις ούτε έναν μαύρο» δηλώνει η 36χρονη Νάγια Ντριουέχ, που εάν καταφέρει να συγκεντρώσει τις απαραίτητες ψήφους θα είναι η πρώτη γυναίκα μουσουλμάνα που θα διαβεί την πόρτα του καταλανικού κοινοβουλίου.
Συνηθισμένη να τραβά τα βλέμματα, αφού και ως μαθήτρια ήταν η πρώτη από την κοινότητάς της που κέρδισε λογοτεχνικό βραβείο και κατάφερε να εισαχθεί στο πανεπιστήμιο.
«Δεν θέλω τα παιδιά μου να περάσουν ό,τι πέρασαν οι παπούδες τους ή στο ένα τέταρτο από αυτά που υπέφερα εγώ. Θέλω να γνωρίσουν μια κοινωνία ανοιχτή στην ισότητα και τη διαφορετικότητα» δηλώνει η Ντρουέχ στο BBC.
Έφυγε, το 1990, σε ηλικία εννέα ετών από το Μαρόκο για να φτάσει στην Καταλονία. Εργάστηκε για 17 χρόνια για το τοπικό συμβούλιο της πόλης Μασνού, που βρίσκεται έξω από την Βαρκελώνη.
Την πολιτική και κοινωνική της δράση συνεχίζει και εν μέσω μιας από τις σημαντικότερες κρίσεις που έχει γνωρίσει η Ισπανία.
Παρόλο που η 36χρονη δεν ήταν ανήκε σε κανένα πολιτικό κόμμα, δέχτηκε να ενταχθεί στη λίστα της Ρεπουμπλικανικής Αριστεράς της Καταλονίας (ERC), για να στείλει το δικό της μήνυμα κατά των διακρίσεων.
Στο στρατόπεδρο των αυτονομιστικών κομμάτων βρίσκεται το ERC που ελπίζει να κατακτήσει την πλειοψηφία των εδρών μαζί με άλλα κόμματα της ίδιας γραμμής ώστε να τεθεί εκ νέου το θέμα της απόσχισης της Καταλονίας.
Πάνω από 500.00 μουσουλμάνοι ζουν στην Καταλονία, συνθέτοντας το 6.8% του πληθυσμού. Η κ. Ντριουέχ έχοντας βιώσει τον ρατσισμό τόσο στις κοινωνικές συναναστροφές όσο και στην πολιτική ζωή, δίνει τον δικό της αγώνα.
Μεγάλη συζήτηση έχει ανοίξει στην Καταλονία για την μουσουλμανική κοινότητα, με τον Χαβιέ Γκαρθία Αλμπιόλ να δέχεται πυρά, μετά την επιθετική φράση «να καθαρίσουμε την Μπαδαλόνα» την οποία εκστόμισε ως δήμαρχος.
Ο υποψήφιος με το κόμμα του Μαριάνο Ραχόι έγινε αποδέκτης σφοδρής κριτικής.
«Όταν είσαι παιδί και μιλά με άνεση καταλανικά και ισπανικά, οι περισσότεροι σου λένε πόσο γλυκιά είσαι. Όταν όμως μεγαλώνεις και εκφράζεις την άποψή σου για ζητήματα τότε αλλάζουν τα δεδομένα. Μοιάζεις με αντίπαλος. Τι μένει λοιπόν να κάνουμε; Να λειτουργήσαμε σαν την πρώτη γενιά που ήρθε εδώ μόνο για να καθαρίζει ή σαν εκείνους που παλεύουν για τις ίδιες θέσεις με τους ντόπιους;», είναι το ρητορικό ερώτημα που θέτει η υποψήφια βουλευτής σε μια χώρα που τα κρούσματα ρατσισμού δεν μπορούν να περάσουν απαρατήρητα.