Ισως δεν το συνειδητοποιούμε, όμως υπάρχει γύρω μας ένας πλούτος τεράστιας αξίας ο οποίος δεν μπορεί να αποτιμηθεί με χρήματα. Αυτός είναι το φυσικό περιβάλλον, και στον συγκεκριμένο τομέα η χώρα μας είναι μία από τις πλουσιότερες στην Ευρώπη. Πετρώματα, φυτά, θηλαστικά, πτηνά, ψάρια, έντομα και κάθε άλλη μορφή ζωής που υπάρχει γύρω μας, όλα στηρίζουν στην ουσία τη δική μας ζωή και την ευημερία μας. Αυτός είναι ο λόγος που όλο και περισσότερο γίνεται πλέον εμφανές, σε κρατικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο, ότι αυτός ο πλούτος πρέπει να διαφυλαχθεί. Στην Ευρώπη ένας από τους θεματοφύλακές του είναι η CETAF (Consortium of European Taxonomic Facilities), ένας οργανισμός που συγκεντρώνει τα μεγαλύτερα μουσεία Φυσικής Ιστορίας της ηπείρου, εκ των οποίων ορισμένα συγκαταλέγονται στα μεγαλύτερα μουσεία του κόσμου.
Τ
α ιδρύματα που είναι μέλη της CETAF προέρχονται από 21 ευρωπαϊκές χώρες και έχουν συνολικά στην κατοχή τους ένα πολύ σημαντικό ποσοστό των συλλογών Φυσικής Ιστορίας όλου του πλανήτη: περίπου 1,5 δισεκατομμύρια δείγματα από πετρώματα, απολιθώματα, ζώα, φυτά και οτιδήποτε άλλο προέρχεται από το φυσικό περιβάλλον της Γης –συνολικά εκπροσωπούν περισσότερο από 80% των καταγεγραμμένων ειδών της. Ενας από τους βασικούς στόχους της κοινοπραξίας, πέραν της διαφύλαξης και σωστής διαχείρισης αυτού του πλούτου, είναι να προωθήσει την επιστημονική έρευνα και την εκπαίδευση. Για τον λόγο αυτόν έχει αναλάβει κατά κάποιον τρόπο τον ρόλο ενός διευρυμένου, «πανευρωπαϊκού» μουσείου Φυσικής Ιστορίας το οποίο μπορεί να προσφέρει απευθείας πρόσβαση στον τεράστιο όγκο δειγμάτων που διαθέτουν τα μέλη της. Εξαιτίας των διαφορών στα συστήματα καταλογογράφησης και ψηφιοποίησης του κάθε μουσείου αυτό δεν έχει επιτευχθεί ακόμη για όλα τα δεδομένα. Ωστόσο η πρόοδος που έχει σημειωθεί μέχρι τώρα καθιστά διαθέσιμο εύκολα και γρήγορα στους μελετητές ένα μεγάλο τμήμα των ευρωπαϊκών συλλογών Φυσικής Ιστορίας.

Αναντικατάσταστη κληρονομιά

Οσο και αν οι λέξεις «συλλογές Φυσικής Ιστορίας», «ταξινόμηση» ή «καταλογογράφηση» ακούγονται στεγνές και ανιαρές, αυτές είναι που μας προσφέρουν πολύτιμες γνώσεις για τον κόσμο στον οποίο ζούμε, για το παρελθόν και το παρόν αλλά και για το μέλλον μας. Γι’ αυτό και θεωρούνται τόσο σημαντικές. «Οι συλλογές Φυσικής Ιστορίας αποτελούν πολιτιστική κληρονομιά μας ενώ παράλληλα συνιστούν μια αναντικατάστατη πηγή πληροφοριών, ένα τεράστιο αρχείο στο οποίο στηρίζεται η ανθρωπότητα για πολλές επιστήμες» λέει στο «Βήμα» ο κ. Πέτρος Λυμπεράκης, έφορος σπονδυλωτών στο Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης, το οποίο εκπροσωπεί την Ελλάδα στη CETAF.
Οπως εξηγεί, παρ’ όλο που εκ πρώτης όψεως αυτό δεν φαίνεται, πολλές επιστήμες έχουν τη βάση τους –τη ραχοκοκαλιά ή το DNA τους, λέει χαρακτηριστικά –σε αυτές τις συλλογές: από τη Βιολογία και τη Γεωλογία, που βρίσκουν εδώ άμεση και από πρώτο χέρι πρόσβαση στα είδη και στα πετρώματα που μελετούν, ως τη Φαρμακευτική, την Ιατρική και πολλές ακόμη. «Σκεφθείτε ότι όλα τα φάρμακα που έχουμε, χωρίς καμία εξαίρεση, προέρχονται από μια φυσική πηγή, όπως επίσης και ό,τι τρώμε είναι από τη φύση, από κάποιου είδους φυτό ή από κάποιου είδους ζώο» επισημαίνει ο βιολόγος. «Οι βάσεις για όλα αυτά, από ποια είδη εξελίχθηκαν, ποιοι είναι οι συγγενείς τους, τι ιδιότητες έχουν, είναι απαντήσεις που μόνο σε συλλογές Φυσικής Ιστορίας μπορεί να βρεθούν. Μπορεί π.χ. να ξέρεις ότι μια δραστική ουσία προέρχεται από το τάδε είδος αλλά ποιο ακριβώς είναι, είναι αυτό της Κρήτης ή εκείνο της Τουρκίας; Και έχουν τα συγγενικά είδη τις ίδιες ιδιότητες; Δεν νοείται ανάπτυξη της Φαρμακευτικής χωρίς να ανατρέξει κάποιος στις συλλογές Φυσικής Ιστορίας».
Καθώς περιλαμβάνουν δείγματα από διάφορες χρονικές περιόδους, ξεκινώντας από το σήμερα και φθάνοντας στη βαθιά προϊστορία με τα παλαιοντολογικά ευρήματα, οι συλλογές Φυσικής Ιστορίας αποτελούν επίσης ένα πολύτιμο αρχείο αναφοράς για οποιαδήποτε αλλαγή συντελείται στη Γη, είτε στους ίδιους τους οργανισμούς που ζουν σε αυτήν είτε στα φαινόμενα που συντελούνται γύρω μας. Η κλιματική αλλαγή, οι αλλαγές στις κατανομές των ειδών ή οι αλλαγές στα φυσικά χαρακτηριστικά και το μέγεθός τους, που συνήθως σημαίνουν ένα καμπανάκι κινδύνου, όλα αυτά και άλλα πολλά που σχετίζονται με την κατάσταση του πλανήτη και της ζωής που αυτός φιλοξενεί μπορούν να μελετηθούν και να τεκμηριωθούν μέσα από αυτές.

«Πάρα πολύ συχνά αποτελούν επίσης πηγή πληροφοριών για ασθένειες» προσθέτει ο κ. Λυμπεράκης. «Ειδικά τώρα με τις σύγχρονες μεθόδους αλληλούχησης του DNA μπορούμε να εντοπίσουμε πολλές περιπτώσεις παρασίτων, ιών και άλλων παθογόνων σε ζώα που με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο έρχονται σε επαφή με τον άνθρωπο. Που είναι δηλαδή οικόσιτα ή συνάνθρωπα, όπως π.χ. ποντίκια, σπουργίτια, πουλιά που έρχονται με τη μετανάστευση, κουνούπια. Στον τομέα αυτόν, οι μουσειακές συλλογές αποτελούν μια πηγή πληροφοριών η οποία δεν μπορεί να αντικατασταθεί από κάποια άλλη».
Επειδή ακριβώς έχουν αυτή την ιδιότητα οι συλλογές Φυσικής Ιστορίας αποτελούν επίσης, όπως μας λέει ο κ. Λυμπεράκης, τη βάση επάνω στην οποία στηρίζεται μια σειρά νομοθετημάτων, όχι μόνο σε κρατικό αλλά και σε διεθνές επίπεδο. «Το δίκτυο Natura, η Σύμβαση της Βόννης για τη διατήρηση των αποδημητικών ειδών της άγριας πανίδας, η σύμβαση CITES για το εμπόριο άγριων ειδών, το Πρωτόκολλο της Ναγκόγια για την προστασία της βιοποικιλότητας, όλα πατάνε επάνω στις συλλογές Φυσικής Ιστορίας» επισημαίνει.

Κατοχική βιβλιογραφία

Οι συλλογές φυσικής ιστορίας θεωρείται ότι αποτελούν τμήμα της πολιτιστικής κληρονομιάς και γι’ αυτό θα πρέπει να προστατεύονται από τον νόμο. Η ιδέα έχει αρχίσει να συζητείται πολύ τελευταία και κερδίζει διαρκώς έδαφος. Δεν είναι ωστόσο ακριβώς καινούργια, αφού η επίγνωση ότι σε αυτές καταγράφεται ο φυσικός πλούτος μιας χώρας μετράει δεκαετίες αν όχι αιώνες. «Οταν στην Κατοχή ήρθαν οι Γερμανοί στην Κρήτη ήξεραν πάρα πολύ καλά τι σημαίνει διαχείριση των φυσικών πόρων» αναφέρει ο κ. Λυμπεράκης. «Ανοιξαν ορυχεία για σιδηρομετάλλευμα, έκαναν φυτείες με αθανάτους και έφτιαξαν εργοστάσιο για να παράγουν σχοινιά από τις ίνες τους, και άλλα πολλά. Κυρίως όμως έβαλαν αξιωματικούς με αποκλειστικό καθήκον την καταγραφή του φυσικού περιβάλλοντος –να φανταστείτε ότι ένας αξιωματικός τοποθετήθηκε υπεύθυνος για το Φαράγγι της Σαμαριάς και μόνο».
Με περισσό ζήλο οι αρμόδιοι αξιωματικοί δεν άφησαν ρεματιά για ρεματιά και βραχονησίδα για βραχονησίδα στο Αιγαίο. «Η βιβλιογραφία που έχουμε από τους Γερμανούς για το ελληνικό φυσικό περιβάλλον είναι γιγάντια, έχουν κάνει καταγραφή ακόμη και στις βραχονησίδες» λέει ο βιολόγος. «Αλλά δεν μπήκαν τυχαία σε αυτόν τον κόπο. Πήγαν και κατέγραψαν τους φυσικούς πόρους της χώρας που θεωρούσαν ότι θα είναι χώρα τους. Και πραγματικά σήμερα είναι αδύνατον να μελετήσει κάποιος το ελληνικό περιβάλλον χωρίς να αναφερθεί στη γερμανική βιβλιογραφία και στα γερμανικά μουσεία». Οπως μας πληροφορεί, η καταγραφή ήταν τόσο συστηματική ώστε σήμερα τα γερμανικά μουσεία Φυσικής Ιστορίας διαθέτουν εκατομμύρια δείγματα, διαφυλάσσοντας ζώα και φυτά από τον ελληνικό χώρο: «Ολη η ελληνική χλωρίδα και πανίδα είναι κατατεθειμένη σε αυτά σε πολύ μεγάλο βαθμό. Υπάρχουν σημαντικά δείγματα και σε άλλα μουσεία, αλλά οι Γερμανοί είναι κυρίαρχοι στον δικό μας χώρο». Παρά την ογκώδη καταγραφή βάσης εκείνης της εποχής, προσθέτει, η συστηματική έρευνα ελλήνων επιστημόνων σήμερα, με τη βοήθεια και των σύγχρονων μέσων, αποκαλύπτει ότι ο πλούτος που καταγράφηκε τότε, είναι στην πραγματικότητα πολύ μεγαλύτερος.
Αυτό που αποδεικνύεται λοιπόν περίτρανα είναι ότι, αν και είμαστε μικρή χώρα, οι φυσικοί μας πόροι είναι… αμύθητοι. «Οπως έχουμε πάρα πολύ μεγάλη πολιτιστική κληρονομιά σε ό,τι αφορά την ιστορία του ανθρώπου και την αρχαιολογία, έχουμε αντίστοιχα πολύ μεγάλη κληρονομιά σε ό,τι αφορά τη φύση» λέει ο κ. Λυμπεράκης. «Ο ελληνικός χώρος φιλοξενεί δυσανάλογο με το μέγεθός του μέρος της βιοποικιλότητας της Ευρώπης». Με άλλα λόγια, η Ελλάδα συγκεντρώνει έναν εντυπωσιακό αριθμό ειδών, υπερπολλαπλάσιο από εκείνον που φιλοξενούν άλλες χώρες της Ευρώπης οι οποίες είναι πολύ μεγαλύτερες σε έκταση.

Πλούσια ιστοριογεωγραφία

Μια αιτία για αυτή τη φυσική ευλογία είναι η γεωγραφική θέση της χώρας μας. «Βρισκόμαστε στη συμβολή τριών ηπείρων, της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής, και έτσι έχουμε επιδράσεις από τη βιοποικιλότητα και των τριών» εξηγεί ο επιστήμονας. Οπως διευκρινίζει, οι πιο ισχυρές επιδράσεις είναι από την Ευρώπη και την Ασία, αλλά και αυτές από την Αφρική, αν και πιο περιορισμένες, είναι εμφανείς και καταγεγραμμένες. Ενας δεύτερος παράγοντας, όπως προσθέτει, είναι ιστορικός και έχει να κάνει με το γεωλογικό παρελθόν της «γειτονιάς» μας. «Η Μεσόγειος, όχι η Ελλάδα, έχει ταραγμένη γεωλογική ιστορία» λέει. «Ξεράθηκε, ξαναγέμισε νερό, σηκωθήκανε βουνά… Και αυτό έχει επιδράσεις στη βιοποικιλότητα».
Ο τρίτος λόγος είναι και πάλι ιστορικός, αλλά από την ανθρώπινη πλευρά. «Είναι η πολύ μακρά παρουσία του ανθρώπου» επισημαίνει ο κ. Λυμπεράκης. «Ο άνθρωπος επιδρά στη βιοποικιλότητα καταλυτικά και εδώ έχει τη μεγαλύτερη επίδραση από ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο σημείο του κόσμου. Ο πολιτισμός, οι μεγάλες ανταλλαγές αλλάζουν ριζικά τη βιοποικιλότητα. Ο άνθρωπος άρχισε να γίνεται μοντέρνος άνθρωπος εδώ στη Μεσόγειο. Οπότε καταγράφουμε τις αλλαγές που έχει φέρει με τις μετακινήσεις του και την εισαγωγή καλλιεργειών, παρασίτων, νέων ειδών κ.λπ.».
Παρ’ όλα αυτά η βιοποικιλότητα και ο πλούτος του φυσικού περιβάλλοντος δεν αναγνωρίζονται ως πολιτιστική κληρονομιά στη χώρα μας, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάτι αντίστοιχο δεν συμβαίνει και αλλού. Οπως μας εξηγεί ο βιολόγος, παρά το γεγονός ότι έχει αρχίσει να επιτυγχάνεται μια συναίνεση –στις συζητήσεις –προς αυτή την κατεύθυνση, τα κράτη που προστατεύουν νομικά τη φυσική πολιτιστική κληρονομιά τους είναι λίγα. Και εδώ η Γερμανία δίνει το παράδειγμα: γερμανικό δικαστήριο απαγόρευσε πρόσφατα την πώληση μιας ιδιωτικής συλλογής Φυσικής Ιστορίας αποφαινόμενο ότι αποτελεί πολιτιστική κληρονομιά και δεν μπορεί να περάσει σε ξένα χέρια.
«Παρά το γεγονός ότι διαθέτουμε μια πολύ μεγάλη αξία σε αυτόν τον τομέα, η Ελλάδα δεν έχει ακόμη καταφέρει να αναγνωρίσει και να δει αυτή την αξία» λέει ο κ. Λυμπεράκης. «Δεν μπαίνουμε στον κόπο να σκεφτούμε τους τρόπους αξιοποίησης αυτού του γιγάντιου πλούτου. Και όταν λέω να αξιοποίηση, δεν μιλάω μόνο για εμπορική εκμετάλλευση αλλά και ευρύτερα». Ως ένα παράδειγμα «ευρύτερης» αξιοποίησης φέρνει τα ευρωπαϊκά κονδύλια: επικαλούμενη τον μεγάλο φυσικό της πλούτο, η χώρα μας θα μπορούσε π.χ. να διεκδικήσει μεγαλύτερη χρηματοδότηση για την προστασία του περιβάλλοντος από την Ευρωπαϊκή Ενωση. «Οταν δηλαδή λέμε ότι δίνεται ένα συγκεκριμένο ποσό για την προστασία του περιβάλλοντος στην Ευρώπη, πρέπει να δοθούν τα ίδια χρήματα στην Ελλάδα και σε μια άλλη χώρα όπου η αναλογία σε βιοποικιλότητα είναι υποπολλαπλάσια;» αναρωτιέται. Οπως προσθέτει, στοιχειωδώς τελευταία έχει αρχίσει μια σχετική συζήτηση στο υπουργείο Περιβάλλοντος. Μένει να δούμε πού θα καταλήξει.

Διαδραστική περιβαλλοντική εκπαίδευση

Πέραν των καθαρά «μουσειακών» δραστηριοτήτων της η CETAF προωθεί την εκπαίδευση μέσω διαφόρων πρωτοβουλιών και προγραμμάτων. Ολα αυτά συζητούνται από τα μέλη της σε συναντήσεις που διοργανώνονται δύο φορές τον χρόνο και η τελευταία τέτοια συνάντηση πραγματοποιήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης τον περασμένο Οκτώβριο. Το Μουσείο Φυσικής Ιστορίας Κρήτης συμμετέχει αυτή την περίοδο στο BIOTALENT, ένα πρόγραμμα e-learning για την εκπαίδευση όλων όσοι ασχολούνται με το περιβάλλον ώστε να γίνουν «ταλέντα» στη βιοποικιλότητα. «Μακροπρόθεσμος στόχος είναι η διεύρυνση της εκπαίδευσης των πολιτών, το λεγόμενο citizen science, ώστε οι πολίτες να μας φέρνουν πληροφορίες» λέει ο κ. Πέτρος Λυμπεράκης. «Αλλά επειδή τα θέματα του περιβάλλοντος είναι λίγο περίπλοκα, οργανώνεται μια σειρά ηλεκτρονικών μαθημάτων τα οποία θα συνοδευτούν από πρακτική εκπαίδευση στο εργαστήριο και στο πεδίο». Οπως εξηγεί, σε συνεργασία με ειδικούς σε θέματα εκπαίδευσης – μεταξύ αυτών το Παιδαγωγικό Τμήμα του Πανεπιστημίου Κρήτης – μελετάται μια κάθε άλλο παρά «κλασική» εκπαίδευση στη βιοποικιλότητα, με ενεργό συμμετοχή των ίδιων των εκπαιδευομένων. Το πρόγραμμα αυτή τη στιγμή βρίσκεται στη φάση του σχεδιασμού και τα «ηλεκτρονικά μαθήματα» αναμένεται να αρχίζουν το 2019. Περισσότερες πληροφορίες στο biotalent.myspecies.info.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ