Τα Δεκεμβριανά και οι αθηναϊκές αρχαιότητες

Είναι γνωστή η αυτοκαταστροφική μας προδιάθεση για διχασμούς και αδελφοκτόνες συρράξεις, όπως και η απουσία οποιασδήποτε ουσιαστικής μέριμνας που να ξεκινά από το δημοτικό σχολείο και να αποβλέπει στην εξάλειψη ή έστω στον περιορισμό της παθογενούς αυτής τάσης μας

Είναι γνωστή η αυτοκαταστροφική μας προδιάθεση για διχασμούς και αδελφοκτόνες συρράξεις, όπως και η απουσία οποιασδήποτε ουσιαστικής μέριμνας που να ξεκινά από το δημοτικό σχολείο και να αποβλέπει στην εξάλειψη ή έστω στον περιορισμό της παθογενούς αυτής τάσης μας. Οι απαισιόδοξες αυτές σκέψεις έχουν αφορμή το ότι τον μήνα αυτόν έχουμε μια από τις πιο θλιβερές επετείους μας και μάλιστα την πιο «μαύρη» της νεότερης ιστορίας μας. Πρόκειται για τα λεγόμενα Δεκεμβριανά που έπληξαν την Αθήνα τον Δεκέμβριο του ’44 και στοίχισαν τη ζωή σε χιλιάδες συμπολίτες μας. Υπενθυμίζω ότι τα θύματα των περίπου τριάντα αυτών ημερών ήταν απείρως περισσότερα (από κάποιες πηγές συνάγεται ότι ξεπερνούσαν ακόμη και τις 50.000!) από εκείνα στη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου (περίπου 17.500!), ενώ και οι υλικές ζημιές που υπέστη η Αθήνα ξεπέρασαν κατά πολύ τις αντίστοιχες που γνώρισε στις περίπου χίλιες διακόσιες πενήντα μέρες της Κατοχής.
Θύματα του εμφύλιου αυτού σπαραγμού έπεσαν και οι αρχαιότητες. Ειδικά στην Ακρόπολη οι ζημιές που προκάλεσαν τα στρατεύματα του Αξονα, κατά τα τρία και πλέον χρόνια της Κατοχής, ήταν πολύ μικρότερης έκτασης σε σχέση με αυτές που έγιναν κατά τις είκοσι πέντε περίπου μέρες των Δεκεμβριανών, σημαντική συμμετοχή στις οποίες έχουν βεβαίως και οι Βρετανοί. Οι καταστροφές αυτές για μεγάλο χρονικό διάστημα αποσιωπούνταν. Κατά καιρούς γινόταν λόγος μόνο για καταστροφές και λεηλασίες αρχαιοτήτων που είχαν κάνει τα κατοχικά γερμανικά, ιταλικά και βουλγαρικά στρατεύματα. Ετσι πλανιόταν η άποψη ότι κατά την εμφύλια σύρραξη του Δεκεμβρίου του ’44 τα μνημεία είχαν παραμείνει αλώβητα. Χαρακτηριστικά είναι και τα όσα σχετικά γράφει ο Γιώργης Σιάντος, τότε γ.γ. του ΚΚΕ, στην έκθεσή του για τα Δεκεμβριανά: «Σχετικά με την Ακρόπολη, πρέπει να τονιστεί πως ο ΕΛΑΣ έλαβε κάθε μέριμνα να μη συμβεί εκεί καμιά ζημιά. Για αυτό έδωσε προφορικές οδηγίες στα τμήματά του να μην επιχειρήσουν εκεί. Σε καμιά διαταγή του δεν αναφέρεται επιχείρηση για την Ακρόπολη, για να μη δώσει αφορμή στην αντίδραση με συκοφαντίες να κατηγορήσει πως έγινε αιτία καταστροφής της. Εν τούτοις, οι Αγγλοι εκμεταλλεύονται την αδυναμία του ΕΛΑΣ και αμέσως έγιναν κύριοι της σκοπιάς αυτής… αδιαφορούντες αν ο παγκοσμίου φήμης και ενδιαφέροντος αρχαιολογικός αυτός τόπος καταστραφεί από τα σύγχρονα όπλα. Μα ο ΕΛΑΣ και πάλι σεβάστηκε το αρχαιολογικό μνημείο και υπερήφανα καυχιέται πως μέχρι τέλους τού αγώνα δεν έριξε απάνω του ούτε τουφεκιά, ενώ έβλεπε από τα παρατηρητήριά του κατακάθαρα τους παρατηρητές με τα όργανά τους και τα πολυβόλα και όλμους στη δράση τους».
Ωστόσο, η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική. Το μαρτυρούν τα ίχνη των καταστροφών που φέρουν τα ίδια τα μνημεία και οι υπεύθυνες εκθέσεις των αρμοδίων που συντάχθηκαν αμέσως μετά τη λήξη των εχθροπραξιών και οι οποίες πιστοποιούν ότι και οι δύο αντιμαχόμενες πλευρές, κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, δεν νοιάστηκαν για τις αρχαιότητες. Ο ιερός βράχος της Ακρόπολης, μνημεία της νότιας κλιτύος του (όπως π.χ. το διονυσιακό θέατρο), ο αρχαιολογικός χώρος του Κεραμεικού, το λεγόμενο Θησείο, το μνημείο του Φιλοπάππου δέχτηκαν καταιγισμό βλημάτων πολυβόλων και πυροβόλων όπλων, όπως και όλμων. Ο αρχαιολογικός μάλιστα χώρος της Ακρόπολης, λόγω της στρατηγικής του θέσης, είναι αυτός που γνώρισε τις μεγαλύτερες και σημαντικότερες καταστροφές.
Χαρακτηριστικά είναι τα λόγια Βρετανού που ήταν υπεύθυνος πολυβολείου στημένου στο νότιο τείχος της Ακρόπολης: «Πανέμορφο σημείο. Εχουμε όλη την Αθήνα κάτω από τα πυρά μας». Από την αρχή των εχθροπραξιών σε διάφορα σημεία πρόσβασης στον βράχο της Ακρόπολης είχαν τοποθετηθεί νάρκες, ενώ περιμετρικά του οχυρωματικού τείχους και σε μνημεία όπως ο Παρθενώνας και το Ερέχθειο στήθηκαν δεκάδες πολυβολείων. Υπενθυμίζω ότι τα πολυβολεία που βρίσκονταν κατά μήκος του νότιου τείχους έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην έκβαση των επιχειρήσεων στην περιοχή Μακρυγιάννη. Ολα αυτά είχαν ως αποτέλεσμα τα μνημεία της Ακρόπολης να δεχτούν καταιγισμό όλμων και βλημάτων από το αντίπαλο στρατόπεδο και να υποστούν σοβαρότατες καταστροφές. Ετσι μνημεία όπως τα Προπύλαια, ο ναός της Αθηνάς Νίκης, το Ερέχθειο με τις περίφημες Καρυάτιδες, τα τείχη και κυρίως ο Παρθενώνας βγήκαν τραυματισμένα από τις σφοδρές αυτές συγκρούσεις. Τα μνημεία όμως της Ακρόπολης δεν επλήγησαν μόνο από τις πολεμικές επιχειρήσεις. Ταλαιπωρήθηκαν και από τη διαμονή των στρατιωτών σε αυτά και από τις ποικίλες καθημερινές τους δραστηριότητες, προσωπικές και στρατιωτικές. Μια ανάγλυφη εικόνα από τα διαδραματιζόμενα πάνω στην Ακρόπολη κατά τη διάρκεια του «μαύρου Δεκέμβρη» μάς δίνουν οι μοναδικές φωτογραφίες ενός προικισμένου φωτορεπόρτερ, του Dmitri Kessel, που ήλθε στην Αθήνα τον Οκτώβριο του ’44, αμέσως μετά την Απελευθέρωση. Στον φακό του οφείλουμε ορισμένες από τις πιο αποκαλυπτικές αποτυπώσεις της εμφύλιας σύρραξης.
Οι ελληνικές αρμόδιες εκθέσεις για τις καταστροφές των αρχαιολογικών μνημείων και χώρων της Αθήνας κατά τα Δεκεμβριανά, για διάφορους λόγους, είχαν καταχωνιαστεί. Πέρασαν πολλά χρόνια έως ότου ανασυρθούν από τη λήθη. Περίληψη και αποσπάσματα από τη σημαντικότερη δημοσιεύει ύστερα από πενήντα πέντε ολόκληρα χρόνια ο Γιώργος Χαρωνίτης (Τα νέα του ΕΛΙΑ 2000), ενώ αυτούσιες τις παραθέτει ο Βασίλειος Πετράκος [Πρόχειρον Αρχαιολογικόν 1828-2012 (2013)] ύστερα από εβδομήντα περίπου χρόνια. Συχνά αποφεύγουμε να θυμόμαστε τα σφάλματα και τις αδυναμίες μας και αυτό είναι λάθος. Οποιος ξεχνά τα λάθη του είναι καταδικασμένος να τα επαναλάβει. Ενοχλητικά αρχεία δεν θα πρέπει να λησμονούνται ή να εξαφανίζονται. Πρέπει να είναι προσβάσιμα, όχι μόνο για να αποτρέπουν τη δημιουργία εθνικών… μύθων –έχουν παρεισφρήσει αρκετοί στην ιστορία μας -, αλλά για να γνωρίζουν και οι νεότεροι τα λάθη που έχουν γίνει και να διδάσκονται από αυτά, να συνειδητοποιούν τα ελαττώματα της φυλής μας και να αποβλέπουν σε θεραπεία τους. Οπως είπε και ο Σολωμός, πρέπει να «θεωρούμε εθνικόν ό,τι είναι αληθές». Η αλήθεια και η γνώση περιθωριοποιούν μισαλλόδοξους υποκινητές διχασμών και μικρόνοες πολιτικούς.
Ο κ. Μιχάλης Α. Τιβέριος είναι ακαδημαϊκός, ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.