Το εξώφυλλο του βιβλίου του αντιπροέδρου της Βουλής και βουλευτή του Ποταμιού Σπύρου Λυκούδη, παλαιού στελέχους της ανανεωτικής Αριστεράς με πολιτικές καταβολές στους μεγάλους αγώνες της νεολαίας της δεκαετίας του ’60 και τους Λαμπράκηδες, κοσμεί ένας πίνακας της Ηρούς Κανακάκη του 1971, μέσα στην χούντα: μια παρέα νέων διαδηλωτών που συνομιλούν ενώ σε πρώτο πλάνο δεσπόζει ένας κοκάλινος σκελετός γυαλιών. Ήταν η περίοδος που
Ο κ. Λυκούδης ανήκει στην κατηγορία των πολιτικών της γενιάς του που επέλεξαν την αμφισβήτηση των πολιτικών στερεοτύπων, όπως αυτά διαμορφώθηκαν ιστορικά στον πολύπαθο χώρο της Αριστεράς. Υπήρξε επιστήθιος φίλος μέχρι τέλους με τον Λεωνίδα Κύρκο και σε όλες τις κρίσιμες καμπές του ανανεωτικού εγχειρήματος τασσόταν σταθερά υπέρ των ευρωπαϊκών μεταρρυθμιστικών επιλογών μακριά από περιχαρακώσεις και αγκυλώσεις. Η πολιτική του διαδρομή ήταν το ΚΚΕ Εσωτερικού, η ΕΑΡ και κατόπιν ο Συνασπισμός, ενώ διαφώνησε με την δημιουργία του ΣΥΡΙΖΑ. Με τον Φώτη Κουβέλη και άλλα ανανεωτικά στελέχη προχώρησαν το 2010 στην δημιουργία της ΔΗΜΑΡ. Στο βιβλίο του περιλαμβάνονται κείμενά του που ξεκινούν από την κατάρρευση της ΔΗΜΑΡ και την διάψευση των προσδοκιών που καλλιεργήθηκαν τότε και φτάνουν στο σήμερα και τις προκλήσεις που ανοίγονται για την συγκρότηση μιας νέας Προοδευτικής Παράταξης και μιας μεγάλης Κεντροαριστεράς, στόχο που ο ίδιος υπηρετεί με πάθος μέσα από την κίνηση των ΜΕΤΑρρυθμιστών της Αριστεράς, της οποίας είναι επικεφαλής.
Το βιβλίο του κ. Λυκούδη «Δρόμοι Αριστεροί» (εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ) θα παρουσιαστεί στις 20 Δεκεμβρίου (18.30) στο ξενοδοχείο RoyalOlympic (στάση μετρό Ακρόπολις) και στο πάνελ θα βρίσκονται: ο πρώην πρόεδρος του ΠαΣοΚ Ευ. Βενιζέλος, η πρώην υπουργός της ΝΔ Ντόρα Μπακογιάννη, ο πανεπιστημιακός Ι. Βούλγαρης και ο δημοσιογράφος Δ. Τσιόδρας, ενώ θα συντονίσει την συζήτηση ο ηθοποιός Γ. Κοτανίδης.
Η κατάρρευση της ΔΗΜΑΡ
Στις 21 Ιουνίου 2012 σχηματίστηκε η συγκυβέρνηση ΝΔ-ΠαΣοΚ-ΔΗΜΑΡ. Η ΔΗΜΑΡ μετείχε με δυο υπουργούς, τον Αντώνη Ρουπακιώτη (Υπουργό Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων) και τον καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου Αντώνη Μανιτάκη (Υπουργό Διοικητικής Μεταρρύθμισης), και δυο υφυπουργούς, τον Θεόδωρο Παπαθεοδώρου (Υφυπουργό Παιδείας) και τη ΦωτεινήΣκοπούλη (Υφυπουργό Υγείας). Ένα χρόνο αργότερα, στις 22 Ιουνίου 2013 η ΔΗΜΑΡ αποχώρησε αιφνιδίως από τον κυβερνητικό συνασπισμό «με απόφαση του Φ. Κουβέλη και με πρόσχημα την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου για την κατάργηση της κρατικής ΕΡΤ, μολονότι οι συζητήσεις μεταξύ ΣαμαράΒενιζέλουΚουβέλη τις ημέρες που προηγήθηκαν της αποχώρησης έδειχναν σαφώς την επίτευξη αποδεκτού συμβιβασμού», όπως αναφέρεται. Με την απόφαση της αποχώρησης από τη συγκυβέρνηση διαφώνησε έντονα ο Σπ. Λυκούδης. Τους λόγους εξηγεί στην Ομιλία του στο 2ο Συνέδριο της ΔΗΜΑΡ (12-15/12/2013). Μια ομιλία με έντονη συναισθηματική φόρτιση και πλήρη επίγνωση τόσο των πολιτικών συνεπειών της απόφασης όσο και της μοιραίας πορείας της ΔΗΜΑΡ προς την ουσιαστική πολιτική της ανυπαρξία, ενώ σηματοδοτεί την μετέπειτα αποχώρησή του.
«Στήσαμε, όλοι μαζί, το κόμμα μας το 2010 στη δίνη της μεγάλης κρίσης. Και το στήσαμε υπερήφανοι, αισιόδοξοι, με ευοίωνες προοπτικές. Γιατί ήμασταν και Δημοκράτες και Αριστεροί. Και τολμήσαμε. Γιατί ήμασταν δικαιωμένη δύναμη. Γιατί απείχαμε από τον πελατειακό λαϊκισμό. Γιατί υπερείχαμε σε ηθική και πολιτική αξιοπιστία. Και λίγο αργότερα, τολμήσαμε ξανά, στηρίξαμε τη συγκυβέρνηση. Γιατί ήμασταν θεσμικοί, πεισμένοι για την αναγκαιότητα και τη δύναμη των συνεργασιών. Γιατί είχαμε ολοφάνερη ευρωπαϊκή ταυτότητα. Ευρώ και μεταρρυθμιστικός εκσυγχρονισμός. Γιατί είχαμε επίσης μια ξεκάθαρη, ευθύς εξαρχής, ανάλυση ότι η κρίση στα ιδιαίτερα ελληνικά χαρακτηριστικά της δεν είναι μόνο οικονομική – είναι και πολιτική. Κρίση εμπιστοσύνης, θεσμών, δομών και προσώπων. Κρίση παραγωγικού μοντέλου και αξιών. Κρίση κοινωνικής και πολιτισμικής ταυτότητας τελικά». Αυτά επισήμαινε ο κ. Λυκούδης στο συνέδριο, ενώ περιέγραφε την πρόκληση της κυβερνητικής συνεργασίας ως εξής:
«Με αυτές τις διάφανες θέσεις αποδεχτήκαμε την ευθύνη της συγκυβέρνησης. Την ευθύνη συνδιαχείρισης της κρίσης και προώθησης λύσεων. Όχι μόνο των οικονομικών προβλημάτων. Όλων. Όχι μόνο των αδικιών που γεννούσε το Μνημόνιο. Όλων. Αναζητήσαμε κοινούς τόπους. Ξέραμε ότι αυτό τον δρόμο τον ανοίγουμε περπατώντας, γιατί έλειπε η κουλτούρα και οι κανόνες λειτουργίας κυβερνήσεων συνεργασίας. Ναι, ολοκληρωμένες θέσεις και επεξεργασίες δεν είχαμε. Αλλά και ποιος είχε; Δεν ήταν το πρόβλημά μας η απουσία ολοκληρωμένης πρότασης διακυβέρνησης. Το πρόβλημά μας ήταν –και είναι– ότι δεν είχαμε επίγνωση των αδυναμιών και των δυνατοτήτων μας, του ρόλου μας. Το πρόβλημά μας είναι ότι αντιδρούμε αντί να δρούμε».
Τα τρία λάθη
Μεταξύ των λαθών που έγιναν ο κ. Λυκούδης εστίασε στα εξής:
«Στην κυβέρνηση δεν ανοίξαμε τα ευνοϊκά για μας θέματα στους τομείς που είχαμε συγκριτικό πλεονέκτημα. Αναφέρομαι σε θέματα που πληρούσαν 3 κριτήρια: – δεν συνιστούσαν μνημονιακές υποχρεώσεις· – οι ίδιοι οι εταίροι και η τρόικα ασκούσαν πίεση για την υλοποίησή τους· – συνιστούσαν διαχρονικά προοδευτικές κοινωνικά αριστερές προ τάσεις. Π.χ. το λεγόμενο αντιρατσιστικό, η ενσωμάτωση της Κοινοτικής Απόφασης 2008/913 που καρκινοβατούσε. Θυμάστε ότι κατηγορούσαμε εκ των υστέρων τον Σαμαρά ότι έκανε πίσω, ενώ αυτός αρχικά πίεζε τον Ρουπακιώτηγια το αντιρατσιστικό; Το ίδιο μπορώ να πω για μια σειρά άλλα εκσυγχρονιστικά ζητήματα. Όπως το Σύμφωνο συμβίωσης για τα ομόφυλα ζευγάρια, παράλειψη που επέφερε και καταδίκη μας στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, ή το κορυφαίο ζήτημα κοινωνικής πολιτικής, η θέσπιση του ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος».
Ένα ακόμα καθοριστικό λάθος ήταν ότι «πικραμένοι, θυμωμένοι, απογοητευμένοι, εγκαταλείψαμε μέσα σε λίγες ώρες την κυβερνητική ευθύνη». «Και εισπράξαμε αυτό ακριβώς που εκπέμψαμε. Πικραμένο, θυμωμένο, βιαστικό και απογοητευμένο απομακρύνθηκε από το κόμμα μας ένα μεγάλο τμήμα πολιτών που μας στήριζε. Γυρίσαμε την πλάτη στο εκλογικό σώμα που μας τίμησε με την εμπιστοσύνη και την ελπίδα του στις εκλογές του Ιουνίου και συνέχισε να μας στηρίζει όσο δίναμε την κυβερνητική μάχη. Και δεν αποχωρήσαμε απλώς από την κυβέρνηση. Υπερασπιστήκαμε την αποχώρηση με λάθος τρόπο».
Οι σχέσεις με Κουβέλη
Οι δυο άνδρες υπήρξαν στενοί φίλοι και συνοδοιπόροι επί πολλά χρόνια. Οι δρόμοι τους χώρισαν πολιτικά με την άδοξη κατάληξη που είχε η κυβερνητική συνεργασία. Ο ίδιος περιγράφει τις σχέσεις του με τον Φ. Κουβέλη που έφτασαν στο ναδίρ: «Φτάσαμε σήμερα εδώ, χωρίς Πρόεδρος και Γραμματέας να έχουν ανταλλάξει μία κουβέντα για το Συνέδριο, ενόψει του Συνεδρίου. Αναλαμβάνω γι’ αυτό όση ευθύνη μού αναλογεί – μόνο, όμως, όση μου αναλογεί. Αλλά δεν φτάνει. Για πρώτη φορά ένα τόσο κρίσιμο Συνέδριο διεκπεραιώνεται τόσο βιαστικά, φτωχό σε ιδέες και πολιτικές προτάσεις. Από ποιους; Από εμάς, τη συνέχεια της Αριστεράς του Ηλία Ηλιού, του Λεωνίδα Κύρκου και του Μιχάλη Παπαγιαννάκη».
Ο κ. Λυκούδης εφιστούσετην προσοχή των συνέδρων στο εξής: «Εάν από τις αποφάσεις του Συνεδρίου προκύψει η επαναβεβαίωση της συνήθους διαχείρισης και η υποτιθέμενη αριστερή στροφή που μόνο αριστερή δεν είναι, μπροστά μας ανοίγεται μόνο ένας δρόμος. Και είναι μονόδρομος σε υποχρεωτική πορεία. Σύγκλιση με τον ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η εξέλιξη, όμως, είναι το χαλί που τραβιέται, για πολλούς από μας, στελέχη της ιστορικής διαδρομής της Ανανέωσης. Μια συνάντηση με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν επιτρέπει καμιά ελπίδα διάσωσης ιδεών. Αυτό που με θλίβει, που με θυμώνει, είναι ότι αυτό θα συμβεί –το απεύχομαι, βέβαια– ακριβώς τη στιγμή που η Ανανεωτική Αριστερά αποκτά βαρύνοντα πολιτικό ρόλο, όχι ιδεολογικό, όπως είχε το ΚΚΕ Εσωτερικού και η ΕΑΡ, αλλά πολιτικό. Πολιτικά και κοινωνικά καταλυτικό».
Αποτιμώντας δε το εγχείρημα της κυβερνητικής συνεργασίας εκτιμούσε ότι: «Ποτέ άλλοτε στη σύγχρονη ιστορία της χώρας μας η Ανανεωτική Αριστερά δεν είχε τόσο σημαντικό εθνικό ρόλο. Εθνικό ρόλο. Πολιτικό ρόλο. Ποτέ άλλοτε οι αποφάσεις της δεν είχαν τέτοιο ειδικό βάρος. Και ποτέ άλλοτε οι συνθήκες δεν ήταν πιο ευνοϊκές για να οικοδομήσουμε τη μεγάλη παράταξη του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Από θέση ισχύος μάλιστα. Ναι, από θέση ισχύος! Μετά το ξέσπασμα της κρίσης, οι πολίτες απέρριψαν τις αυτοδυναμίες και τον δικομματισμό. Πρόκριναν τη συνεργασία των πολιτικών δυνάμεων. Και ποιο μάθημα διδαχτήκαμε από τη συγκυβέρνηση; Ότι ο Σαμαράς και ο Βενιζέλος είναι κακοί; Ή ότι, αντιθέτως, για να έχουμε αξιόπιστες κυβερνήσεις συνεργασίας, δεν αρκούν οι προθέσεις αλλά χρειάζονται συγκρίσιμα, κρίσιμα μεγέθη, ισοδύναμοι εταίροι;».
Μονόδρομος η Κεντροαριστερά
«Σε επίπεδο λόγων, ενδεχομένως και προθέσεων, μπροστά μας ανοίγονται δύο δρόμοι. Και οι δύο ταμπέλες γράφουν Κεντροαριστερά. Αλλά μόνο ο ένας δρόμος είναι της Κεντροαριστεράς. Ο άλλος είναι της μη Κεντροαριστεράς και οδηγεί αλλού. Γιατί Κεντροαριστερά και τρίτος πόλος είναι η συσπείρωση ενός κρίσιμου μεγέθους, που θα ανακόψει τη δύναμη του δικομματισμού, που δεν θα του επιτρέψει να επιφέρει έναν διχασμό, που θα ακυρώσει ό,τι μέχρι σήμερα μάτωσε ο λαός μας για να πετύχει. Κεντροαριστερά και τρίτος πόλος είναι ο πολιτικός χώρος που θα προσφέρει στέγη, έκφραση και στήριξη στις δημιουργικές δυνάμεις του τόπου μας, πολλές από τις οποίες αισθάνονται άστεγες, παρά το ότι υπάρχουμε και εμείς και το ΠΑΣΟΚ. Η άρνησή μας να συμμετάσχουμε στον διάλογο με όποιους μας καλούν δεν οδηγεί σε κανέναν προοδευτικό τρίτο πόλο. Οδηγεί στη μη Κεντροαριστερά. Και η μη Κεντροαριστερά οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στον δικομματισμό και τις αυτοδυναμίες. Στην πόλωση κερδισμένοι είναι δύο και χαμένοι όλοι οι άλλοι. Και, κυρίως, χαμένη είναι η χώρα. Γιατί, λοιπόν, επιμένουμε στους αυτοπεριορισμούς μας; Τι ακριβώς φοβόμαστε; Είμαστε σε θέση ισχύος. Για πρώτη φορά, από το 1980 και δώθε, το πολιτικό και ηθικό μας κεφάλαιο είναι πιο ισχυρό από τις πελατειακές παρακαταθήκες του ΠΑΣΟΚ».
Για τον ΣΥΡΙΖΑ
«Φανατικός και μισαλλόδοξος ο ΣΥΡΙΖΑ, -απευθύνομαι τώρα στους συντρόφους μου, γιατί δεν πρέπει να κρυβόμαστε– που θεωρούν τον ΣΥΡΙΖΑ χώρο έτοιμο για συνάντηση μαζί του. Δεν έρχεται η πρόοδος με τη χειραγώγηση της κοινωνίας. Η χειραφέτησή της τη φέρνει. Κι η χειραφέτηση του λαού θέλει αλήθειες, για να ωριμάσουν οι συνειδήσεις των ανθρώπων. Δεν ωριμάζουν όταν τις χαϊδεύεις και απελευθερώνεις το αντικοινωνικό μένος δικαιολογώντας κάθε πράξη τους, επειδή επινόησες ένα ιδεολόγημα ότι τάχα βρισκόμαστε σε κοινωνικό πόλεμο. Ο πολιτικός λόγος του ΣΥΡΙΖΑ δεν ασκεί απλώς λαϊκισμό. Αυτό το κάνει επιτυχώς ο Πάνος Καμμένος. Ο λόγος του ΣΥΡΙΖΑ διαμορφώνει συνειδήσεις που προσδοκούν τη σύγκρουση και είναι αναγκασμένοι να εφευρίσκουν εχθρό και συνειδήσεις που προσδοκούν τη νομή της εξουσίας. (…) Ο μοναδικός πόλεμος που διεξάγει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι η αυτοδύναμη κατάληψη της εξουσίας. Σ’ αυτό τον πόλεμο εγώ στέκομαι απέναντι. Όχι μόνο για τους ιδεολογικούς και πολιτικούς λόγους που με οδηγούν στην ανάγκη διαμόρφωσης ενός ισχυρού τρίτου πόλου, αλλά και για κοινωνικούς και δημοκρατικούς λόγους. Γιατί ο πόλεμός του είναι φανατικός και μισαλλόδοξος».
Παρών
«Είμαι εδώ, μπροστά σας, με τις ιδέες μου, με τις απόψεις μου, με τα αισθήματά μου, με την προσωπική μου ιστορία 40 χρόνων. Και απαντώ με σιωπή στη μικρόνοια μερικών που μετέτρεψαν την πολιτική διαμάχη σε μάχη προσώπων. Που προσπάθησαν να σας πείσουν ότι ο Λυκούδης είναι άνθρωπος που υπηρετεί άλλο σχέδιο ή εποφθαλμιά τη θέση του Κουβέλη ή δεν ξέρω τι άλλο. Γιατί δεν είχαν άλλον τρόπο να αντιταχθούν στη λογική από το να τη σπιλώσουν. Αλλά είμαι εδώ, μπροστά σας, και το ξεκαθαρίζω. Ο Λυκούδης θα είναι παρών», σημείωνε με νόημα.