Τους άξονες της πολιτικής που θα ακολουθήσει ανέπτυξε μιλώντας στο 28ο Ετήσιο Συνέδριο του Ελληνοαμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Κυριάκος Μητσοτάκης, ο οποίος άσκησε και αυστηρή κριτική στην κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, λέγοντας πως οι εξαγγελίες της αποτελούν «άλλη μια απόπειρα εξαπάτησης του ελληνικού λαού».

Ο κ. Μητσοτάκης, σημείωσε πως το επιχειρείν σε μεγάλο βαθμό ταυτίστηκε με το κράτος και ως εκ τούτου το κράτος λειτούργησε πελατειακά απέναντι όχι μόνο στους πολίτες αλλά και στην επιχειρηματική κοινότητα.

«Η πολιτική του υπερπλεονάσματος έχει προκαλέσει και συνεχίζει να προκαλεί βλάβη στην πραγματική οικονομία. Διότι μειώνει τη δυνατότητα ανάπτυξής της. Κλαδεύει το δέντρο πολύ πριν αυτό είναι σε θέση να δώσει καρπούς. Και όλα αυτά γίνονται για να ικανοποιηθούν ιδεοληψίες και να στηθούν ψεύτικες επικοινωνιακές φιέστες. Δήθεν παίρνουμε από την μεσαία τάξη για να στηρίξουμε με επιδόματα τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα» τόνισε ο πρόεδρος της ΝΔ, συμπληρώνοντας πως αυτή η πολιτική αποτελεί προβληματική συνταγή για τη χώρα. «Όπως κάθε πολιτική που εμπνέεται από λαϊκισμό και ιδεολογικές αγκυλώσεις. Και βέβαια βρίσκεται σε πλήρη αντίθεση με τη βασική θέση της Νέας Δημοκρατίας που θα έπρεπε να αποτελεί και τον εθνικό μας στόχο: την αποκλιμάκωση των πρωτογενών πλεονασμάτων» πρόσθεσε.

Όσον αφορά στην αξιολόγηση, ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε πως «η ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης από μόνη της ήταν ένα υποχρεωτικό αλλά όχι ικανό βήμα για να πετύχουμε αυτό το στόχο». Παράλληλα, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης επεσήμανε ότι η τρίτη αξιολόγηση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη στη συνείδηση των πολιτών με την υπόθεση των πλειστηριασμών πρώτης κατοικίας. «Τα πιο πολλά σημαντικά θέματα, με κορυφαίο αυτό της βιωσιμότητας της ΔΕΗ μετατέθηκαν για το μέλλον. Σε κάθε περίπτωση, μετά το τέλος του προγράμματος η χώρα πρέπει να δανείζεται από τις αγορές με λογικά επιτόκια. Σήμερα αυτό δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα συμβεί» συμπλήρωσε.

«Με περισσή ελαφρότητα, η κυβέρνηση ευαγγελίζεται μια δήθεν «καθαρή έξοδο» από το μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018: Δυστυχώς δεν υπάρχει «καθαρή έξοδος» το 2018» τόνισε ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας, σημειώνοντας πως «βρισκόμαστε μπροστά σε άλλη μια απόπειρα εξαπάτησης του ελληνικού λαού. Διότι γνωρίζουμε πολύ καλά τα επιπλέον μέτρα που πρόκειται να επιβληθούν από το 2019. Μέτρα μείωσης συντάξεων και μείωσης του αφορολογήτου ορίου που ψήφισε η κυβέρνηση Τσίπρα υπογράφοντας το de facto 4ο Μνημόνιο, με υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% του ΑΕΠ μέχρι το 2023 και διαρκή λιτότητα μέχρι το 2060».

«»Καθαρή έξοδος» λοιπόν δεν υπάρχει με κυβέρνηση Τσίπρα» είπε ο κ. Μητσοτάκης, υποστηρίζοντας πως «αυτό που χρειάζεται είναι η πραγματική έξοδος από τη κρίση μέσα από ένα μεταρρυθμιστικό ηλεκτροσόκ. Και αν αυτή η λέξη τρομάζει κάποιους τους λέω ότι το μεγαλύτερο ρίσκο σήμερα είναι το ρίσκο της αδράνειας».

Αναφορικά με τους πλειστηριασμούς, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης σημείωσε πως πρωταρχικό μέλημα της Πολιτείας οφείλει να είναι η αποκάλυψη και η τιμωρία των «στρατηγικών κακοπληρωτών».

«Των πονηρών που εκμεταλλεύονται το πλαίσιο προστασίας του κράτους για τους αδύναμους. Το οφείλουμε σε όλους τους συνεπείς δανειολήπτες που, παρά τις μεγάλες δυσκολίες, ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους. Γι’ αυτό πρέπει, επιτέλους, η κυβέρνηση να εξασφαλίσει ότι οι πλειστηριασμοί θα ξεκινήσουν από τις βίλες στη Μύκονο και τα εξοχικά των πολλών εκατομμυρίων» τόνισε ο κ. Μητσοτάκης, προσθέτοντας: «Ας ξεκινήσουν οι τράπεζες με τα ακίνητα μεγαλύτερης αξίας. Αυτό από μόνο του θα λειτουργήσει αποτρεπτικά για τους στρατηγικούς κακοπληρωτές. Όχι από τις μικροϊδιοκτησίες των αδυνάμων. Και αν στο νόμο Κατσέλη έχουν παρεισφρήσει «στρατηγικοί κακοπληρωτές» αυτοί να εντοπιστούν».

Καταλήγοντας, ο κ. Μητσοτάκης έκανε αναφορά και στη γενιά των 360 ευρώ και τη φυγή επιστημόνων από τη χώρα μας προς το εξωτερικό, λέγοντας πως «το brain drain σε συνδυασμό με την αρνητική δημογραφική τάση συνιστούν εκρηκτικό μηχανισμό στα θεμέλια της οικονομίας μας».

«Η Ελλάδα είναι μία αναπτυγμένη χώρα. Δεν μπορεί και δεν πρέπει να μετακινηθεί προς δραστηριότητες που βασίζονται σε φθηνά και ανειδίκευτα εργατικά χέρια. Ο στόχος μας πρέπει να είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας όχι όμως με περαιτέρω μείωση του εργασιακού κόστους, όχι δηλαδή με χαμένες γενιές των 360 ευρώ. Το εκπαιδευτικό σύστημα σε όλες τις βαθμίδες του, οφείλει να παράγει αποφοίτους με δεξιότητες οι οποίοι να ανταποκρίνονται στις σύγχρονες ανάγκες μιας οικονομίας που πρέπει να μετασχηματιστεί γρήγορα» υποστήριξε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης, τονίζοντας πως για το σκοπό αυτό χρειάζεται μια ριζική αναθεώρηση του εκπαιδευτικού μας συστήματος, την οποία έχουμε σχεδιάσει. «Η δημόσια εκπαίδευση για εμάς δεν είναι απλώς ένα μέσο για την ώθηση της οικονομίας προς δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας. Η δημόσια εκπαίδευση ήταν και παραμένει στη χώρα μας ο βασικότερος μηχανισμός κοινωνικής κινητικότητας και δημιουργίας ευκαιριών για τους πιο αδύναμους» πρόσθεσε.