Το φθινόπωρο είναι για τους κατοίκους της Μάνδρας μια καταραμένη εποχή. Μόλις πιάσουν οι πρώτες βροχές, οι άνθρωποι βλέπουν τον χείμαρρο της Αγίας Αικατερίνης να φουσκώνει και να κατεβάζει νερά που διασχίζουν την καρδιά της πόλης και καταλήγουν μέσα στο νεκροταφείο. «Κάποια στιγμή, ο χείμαρρος θα μας πνίξει και θα βγουν μέχρι και οι νεκροί από τους τάφους» είχε πει προφητικά, πολλά χρόνια πριν, το 2005, σε μια συνέντευξή του στον «Ριζοσπάστη» ο αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης Νικόλαος Κόλλιας, που ζούσε στη Μάνδρα πάππου προς πάππου.
Αυτό που φοβούνταν οι κάτοικοι της Μάνδρας έμελλε να το ζήσουν, αφού η φονική καταιγίδα που χτύπησε πριν από 15 μέρες την πόλη τους ξήλωσε μέχρι και τα μάρμαρα που σκέπαζαν τους νεκρούς τους. Σε κάθε νεροποντή η Μάνδρα πλημμυρίζει. «Το ζήσαμε» λένε οι ντόπιοι. «Το ζήσαμε και το 2014 και το 2015 και το 2016. Η πόλη πλημμύρισε και τις τρεις φορές, χωρίς ευτυχώς τραγικά αποτελέσματα». Δεν χρειάζεται να είναι κάποιος δημότης της Μάνδρας για να το γνωρίζει αυτό.
Την περασμένη Τρίτη, οι άνθρωποι στη Μάνδρα έθαψαν μια γιαγιά που έζησε στην Κατοχή, έζησε στον Εμφύλιο και πνίγηκε μέσα στο σπίτι της. Στο ίδιο σπίτι που ζούσαν και ο πατέρας της και ο παππούς της.
Γιατί μπλόκαρε το έργο;
Το να αναζητεί κάποιος ευθύνες πάνω από 24 νεκρούς, μπορεί να είναι επιβεβλημένο, αλλά υπερβαίνει τον ανθρώπινο νου μπροστά σε ένα γεγονός μη αναστρέψιμο. Κι όμως. Στις 6 Νοεμβρίου, σε μια σύσκεψη που έγινε στην Περιφέρεια Δυτικής Αττικής, εν όψει του χειμώνα, ανακοινώθηκε επισήμως ότι «οι υπηρεσίες είναι έτοιμες να ανταποκριθούν στα καιρικά φαινόμενα». Δεν ήταν, όπως αποδείχτηκε. Πού είναι άραγε η αλήθεια και πού το ψέμα;
Επιπλέον, οι μετεωρολόγοι είχαν ενημερώσει τις παραμονές που έγινε το κακό ότι έρχεται ιδιαίτερα δυνατή βροχόπτωση. Επομένως; Γιατί δεν ελήφθησαν μέτρα προστασίας στην περιοχή; Γιατί δεν είχε προχωρήσει το αντιπλημμυρικό έργο που είχαν προσδιορίσει ως αναγκαίο όλες οι διοικήσεις της Περιφέρειας, πρώην και νυν, προκειμένου το ρέμα της Αγίας Αικατερίνης και η διευθέτηση στο ρέμα Σούρες να μην περνούν μέσα από την πόλη της Μάνδρας; Το έργο μάλιστα είχε δοθεί για αξιολόγηση από την τωρινή διοίκηση της Περιφέρειας σε ιδιωτικό μελετητικό γραφείο και είχε κριθεί ως έργο ζωτικής σημασίας και πρώτης προτεραιότητας για τη Δυτική Αττική. Γιατί μπλόκαρε ένα τέτοιο έργο, όταν το ρέμα είναι έκτασης 22.000 τετραγωνικών μέτρων και η δασική έκταση μόλις 500
μέτρα; Γιατί δεν είχαν γίνει έργα ανάσχεσης στο βουνό που είχε καεί; Γιατί; Γιατί; Γιατί;
Με αφορμή τα μέτρα που έρχεται τώρα η πολιτεία να πάρει με καθυστέρηση ετών, ακούστηκαν πολλά. Αλήθειες και ψέματα. Μπορούν όμως τα μέτρα να απαλύνουν τον πόνο των ανθρώπων που έχασαν τους δικούς τους; Ανάμεσα στα ψέματα, ήρθε η ώρα να ακουστούν και κάποιες αλήθειες:
– Κανένας δήμαρχος ή περιφερειάρχης δεν θέλει να κάνει έργα αντιπλημμυρικά γιατί αυτά δεν έχουν ανταπόδοση σε ψήφους.
– Ολα τα χρόνια η Περιφέρεια συνήθιζε να δίνει «δωράκια» στους δημάρχους. Εργα βιτρίνας που γίνονται σήμερα και έπειτα από 3-4 χρόνια θα χρειαστεί να ξαναγίνουν.
«Φέρνατε εδώ τους δημάρχους για να σας λένε ευχαριστούμε πολύ για τις παροχές που μας κάνατε» είπε απευθυνόμενος στην κυρία Ρένα Δούρου ο περιφερειακός σύμβουλος κ. Βασίλης Κορομάντζος. «Ας σταματήσει αυτό το αλισβερίσι: Εργάκια, εργάκια και μικροεργάκια. Να σταματήσουν να έρχονται οι δήμαρχοι και να επαιτούν για να πάρουν μια παιδική χαρά. Στη Μάνδρα είχαμε εγκρίνει 300.000 ευρώ πριν από 3 χρόνια για παιδικές χαρές. Τι προτιμάτε, 300.000 ευρώ για παιδικές χαρές ή 10 εκατομμύρια για αντιπλημμυρικά έργα;».
Η πιο μεγάλη αλήθεια για το τέλος: «Αφήσαμε τη Μάνδρα εντελώς απροστάτευτη και δεν λάβαμε κανένα μέτρο για να διευθετήσουμε τα ρέματα. Σήμερα, ας πάρουμε όλοι ένα μάθημα. Και αυτό δεν αφορά μόνο την τωρινή διοίκηση της Περιφέρειας. Μας αφορά όλους όσοι έχουμε ασκήσει διοίκηση. Οι ευθύνες είναι τεράστιες και αναλογούν σε όλους μας» κατέληξε ο κ. Κορομάντζος.
Στις έξι ώρες που κράτησε το Περιφερειακό Συμβούλιο της περασμένης Τρίτης, για να ψηφίσει μέτρα ύψους 15 εκατομμυρίων προκειμένου να ξαναγίνει πόλη η Μάνδρα, ακούστηκαν πολλές αλήθειες.
Χάθηκαν 200 περίπου μαγαζιά
Οι αλήθειες όμως δεν μπορούν να ξαναφτιάξουν σπίτια. Ούτε να φέρουν πίσω ζωές. Για τους ανθρώπους που έχουν χάσει τα πάντα, οι εξαγγελίες των μέτρων δεν αρκούν. «Δεν θέλουμε υποσχέσεις. Θέλουμε έργο να δούμε και το θέλουμε σήμερα» λένε με θυμό.
Στη πόλη της Μάνδρας υπάρχουν, ή μάλλον υπήρχαν, 200 περίπου μαγαζιά. Μέχρι πριν από λίγες ημέρες από αυτά ζούσαν αντίστοιχες οικογένειες. Σήμερα δεν υπάρχει τίποτε. Και επειδή πολλοί από αυτούς το έχουν ξαναδεί το έργο και περιμένουν ακόμη την αποζημίωση από προηγούμενες πλημμύρες, αποφάσισαν να ενωθούν και να μη σταματήσουν ώσπου να βρουν το δίκιο τους.
Αρκετοί από τους επαγγελματίες της πόλης, έμποροι και βιοτέχνες, ήρθαν από τη Μάνδρα στη συνεδρίαση του Περιφερειακού Συμβουλίου που αφορούσε τις ζωές τους. Με τις λάσπες ακόμη στα πόδια και την οργή να ξεχειλίζει, ζήτησαν να ξεκινήσουν επιτέλους τα αντιπλημμυρικά έργα που σε κάθε προεκλογικό αγώνα, βουλευτικό ή δημοτικό, ακούν αλλά δεν τα βλέπουν. «Κάθε πενταετία βλέπουμε κι ένα τεράστιο κτίριο να σηκώνεται πάνω στο ρέμα που ανήκει πότε στον έναν και πότε στον άλλον» είπε η Αρτεμις Ρεντούμη, που έχασε σπίτι και μαγαζί από τη φονική πλημμύρα.
Οι υποδομές στην πόλη έχουν καταστραφεί όλες. «Εγγυήσεις θέλουμε ότι θα ξαναφτιαχτεί η πόλη, δεν θέλουμε υποσχέσεις» λέει η Μαρία Στάθη. «Ο Τσίπρας και η Δούρου φτάσανε μέχρι το 305», λέει, εννοώντας το εγκαταλελειμμένο στρατόπεδο έξω από τον ιστό της πόλης. «Δεν μπήκαν μέσα στην πόλη να δούνε τι έχει γίνει. Μόνο ο Μαρινάκης και η Βαρδινογιάννη ήρθαν μέσα στην πόλη, φτάσανε μέχρι μέσα, στην Κοροπούλη. Ο Μαρινάκης είχε μισθώσει μηχανήματα για να καθαρίσουν τους δρόμους, ενώ η Βαρδινογιάννη πήγε να δει τον βρεφονηπιακό σταθμό που παραδόθηκε πριν από έναν χρόνο και καταστράφηκε ολοσχερώς. Είπαν ότι ανέλαβε τη δέσμευση να τον φτιάξει».
«Θέλουμε μήνες να ορθοποδήσουμε»
Η Στέλλα Ανδρώνη είναι χορεύτρια και είχε στη Μάνδρα σχολή χορού για 21 χρόνια. Ο χείμαρρος που κατέβηκε από την Αγίας Αικατερίνης έφερε όλο το νερό μέσα στη σχολή, που βρίσκεται στην οδό Πλούτωνος, χωρίς να σπάσει το παράθυρο του ισόγειου κτιρίου. Ωστόσο έγινε μεγάλη ζημιά.
«Καταστράφηκε όλο το ξύλινο πάτωμα της σχολής, 64 τετραγωνικά μέτρα» λέει στο «Βήμα». «Καταστράφηκε ο καυστήρας στο υπόγειο και δύο αυτοκίνητα που ήταν μέσα γέμισαν με λάσπη. Αλλά η ζημιά δεν είναι μόνο υλική. Είναι σε βάθος χρόνου. Ακόμη κι αν τα αποκαταστήσω αύριο το πρωί, φαντάζομαι ότι θα είμαι από τις τελευταίες προτεραιότητες του καθενός. Ποιος έχει το κουράγιο να φέρει τα παιδιά του τώρα για χορό; Ο άλλος έχει τώρα θέμα επιβίωσης. Ούτε χρήματα έχει ούτε διάθεση. Ολοι προσπαθούν να ξαναστήσουν το σπίτι τους και τις ζωές τους».
Η Στέλλα Ανδρώνη δεν είναι μόνη. Την ίδια μοίρα και την ίδια απόγνωση έχουν όλοι οι κάτοικοι των οποίων οι δραστηριότητες συνδέονται με παιδιά. «Εμείς δουλεύουμε με τη σχολική σεζόν, από Σεπτέμβριο μέχρι Ιούνιο. Τη φετινή σεζόν, πάει, τη χάσαμε, αφού η ζημιά έγινε μόλις είχαμε ξεκινήσει. Εχουν κουράγιο οι άνθρωποι για τέτοιες πολυτέλειες; Ολοι παλεύουν ακόμη με τη λάσπη. Πώς θα βγάλουμε τον χειμώνα δεν ξέρω. Θέλουμε μήνες για να ορθοποδήσουμε. Μήνες…».
Το ίδιο ισχύει και για την Ελένη Μάλιου που έχει παιδότοπο στην περιοχή. «Ξηλώσαμε όλα τα πατώματα μέσα στον παιδότοπο που φούσκωσαν από το νερό ενώ το μέρος που κάθονται οι γονείς έπαθε καθίζηση. Πληρώσαμε από την τσέπη μας το συνεργείο για να καθαρίσει τον χώρο και περιμένουμε. Ολα είναι στον αέρα και οι λογαριασμοί τρέχουν. Αλλά ποιος γονιός θα φέρει το παιδί του για παιχνίδι τώρα;».
«Ρούχα και εργαλεία τα έδιναν σε όποιους ήθελαν»
Η Στέλλα Ανδρώνη, η Μαρία Στάθη και άλλοι ντόπιοι με τους οποίους συνομίλησε το «Βήμα» κατήγγειλαν ότι τα πράγματα που έφτασαν στο δημαρχείο από χορηγούς δίνονταν επιλεκτικά, και όχι σε ανθρώπους που είχαν ανάγκη. «Ρωτήστε όποιον θέλετε» μας είπε η κυρία Ανδρώνη. «Φτυάρια, γαλότσες, αδιάβροχα ρούχα, τα είχαν κλειδωμένα και τα έδιναν σε όποιους ήθελαν. Ζήτησα γαλότσες και μου είπαν δεν είναι το νούμερό σου. Τη δεύτερη μέρα της καταστροφής πήγα στην Ελευσίνα με δανεικό αυτοκίνητο κι έδωσα 90 ευρώ για να πάρω γαλότσες, φτυάρια και τσάπα για να καθαρίσουμε τον χώρο. Δώσανε γαλότσες και αδιάβροχα σε ανθρώπους που δεν είχαν πάθει ζημιά για να μετακινούνται μέσα στην πόλη χωρίς να λασπιάζουν».
Η Μαρία Δρίκου έχει μαζί με τον σύζυγό της πιτσαρία στην οδό Απόλλωνος εδώ και 17 χρόνια και έχει πλημμυρίσει άλλες τρεις φορές. Τα πρωινά η ίδια εργαζόταν σε ιδιωτική επιχείρηση. Το ίδιο και ο γιος της, που είναι φοιτητής στο Πολυτεχνείο, για χαρτζιλίκι. Τώρα έχασαν όλοι τη δουλειά τους αφού η πλημμύρα κατέστρεψε τις περισσότερες επιχειρήσεις στην περιοχή. Οσο για το μαγαζί; Προσπαθούν με νύχια και με δόντια να το ξαναστήσουν. «Τρεις άνθρωποι μείναμε άνεργοι μέσα στην κακομοιριά. Γι’ αυτό παλεύουμε, για ψυχολογικούς λόγους. Τουλάχιστον να μην πάθουμε κατάθλιψη. Η λάσπη έφτασε τους 70 πόντους μέσα στο μαγαζί και κατέστρεψε τον φούρνο, τα μηχανήματα στην κουζίνα, τα υφάσματα που είχα πάρει για να κάνω ανακαίνιση» λέει χωρίς να χάνει το κουράγιο της. Αν και δεν έπαθε τις ζημιές που έπαθαν άλλοι, προσπαθεί να συμπαρασταθεί στους διπλανούς της, συγκλονισμένη για το κακό που χτύπησε την πόρτα τους. «Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που δεν έχασα τους ανθρώπους μου, αλλά δεν μπορώ να μη συμπάσχω. Πώς να ησυχάσω; Κοιμόμουν 30 μέτρα πιο πάνω από εκεί που έβγαλαν τέσσερα πτώματα. Μπορείτε να έρθετε στη θέση του πατέρα που όλη μέρα έψαχνε το παιδί του;».
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ