Το 2007, οι εκδόσεις Αρμός κυκλοφόρησαν τον τόμο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογέφσκι: «Το ημερολόγιο του συγγραφέα»
Α’ ΜΕΡΟΣ – Β’ ΜΕΡΟΣ: 1873-1876, σε μια εξαιρετική μετάφραση του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη. Ετσι, ο έλληνας αναγνώστης είχε την ευκαιρία έπειτα από 130 χρόνια να προσεγγίσει τη «δημοσιογραφική» ιδιότητα του συγγραφέα.
Ο Φιοντόρ Μιχαήλοβιτς Ντοστογέφσκι είναι ένας από τους πυλώνες τις παγκόσμιας λογοτεχνίας. Ολος ο κόσμος του είναι μια ρευστή περιρρέουσα πραγματικότητα, μια κινούμενη άμμος. Είναι ένα μωσαϊκό ενστίκτων και παρορμήσεων του χαοτικού ψυχισμού των ηρώων του. Ο λόγος τους βρίσκεται σε μια διαρκή αντιπαράθεση του εγώ με το έτερο, όπου συνυπάρχουν η αλήθεια με το ψεύδος, το υψηλό με το ποταπό, το ιερό με το βέβηλο, το ανίερο. Μέσα από αυτά τα αντιθετικά ζεύγη έχουν προκύψει μερικά από τα πιο τραγικά πρόσωπα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.
Ο Φιοντόρ Ντοστογέφσκι είναι χωρίς αμφισβήτηση ένας πολύ καλός ψυχικός μετρονόμος για κάθε αναγνώστη του. Προσωπικά, τουλάχιστον, τον διαβάζω ανά δεκαετία: στα 20 κατάλαβα άλλα, στα 30 άλλα, άλλα στα 40 και άλλα στα 50.
Τα κείμενα του, όχι μόνο αντέχουν, αλλά και όσο μεγαλώνεις σε ακολουθούν σαν τη σκιά σου που αλλάζει, βαθαίνοντας πιο πολύ μέσα σου, και φέρνουν στην επιφάνεια στοιχεία σου που ο ίδιος δεν φανταζόσουν στην προηγούμενη ανάγνωση. Δεν ξέρω άλλον συγγραφέα που να πετυχαίνει τόσο τέλεια να παρακολουθεί τη ζωή σου.
Είναι όμως ταυτόχρονα από τους λίγους τόσο σημαντικούς συγγραφείς που κάποια στιγμή ένιωσαν την ανάγκη να επικοινωνήσουν τις σκέψεις τους με το κοινό υπό μια άλλη ιδιότητα: αυτήν του επιφυλλιδογράφου και σχολιαστή της σύγχρονης επικαιρότητας. Κάτι όχι τυχαίο, αφού ο συγγραφέας υπήρξε ανέκαθεν ένα βαθύτατα «πολιτικό ζώο» και πίστευε ότι ο λογοτέχνης πρέπει να παίρνει θέση και να την καταθέτει δημόσια.
Φανατικός αναγνώστης του Τύπου, ο Ντοστογέφσκι αποδελτίωνε ειδήσεις της εποχής, τις οποίες συχνά χρησιμοποιούσε ως πρώτη ύλη για τα λογοτεχνικά του έργα. Ταυτόχρονα συνεργαζόταν και με πολλά λογοτεχνικά μηνιαία περιοδικά. Από την άποψη αυτή ήταν εξαιρετικά μοντέρνος, ένας δημιουργός που δεν ήταν κλεισμένος στους τέσσερις τοίχους, αλλά αφουγκραζόταν άμεσα τον σφυγμό της εποχής του και συνδιαλεγόταν με την επικαιρότητα. Πληθωρικός, με υπερχειλίζουσα ενέργεια, επεδίωκε τη συγκεκριμένη αρθρογραφία, γιατί –όπως έλεγε ο ίδιος –δεν «προλάβαινε να τα σχολιάζει όλα στα βιβλία του». Αυτό το «ακόρεστο» στοιχείο μοιραία θα εξέβαλε και σε άλλες μορφές επικοινωνίας. Αν ζούσε σήμερα, ο Ντοστογέφσκι ίσως ήταν και blogger, πάντως θα είχε έντονη παρουσία στα social media.
Με αυτήν του τη δραστηριότητα ως σχολιαστή ωστόσο, ο συγγραφέας δεν θεωρούσε ότι δημιουργεί ένα «νέο λογοτεχνικό είδος», μια και η επιφυλλίδα, κατά τα ήθη του 19ου αιώνα, ήταν σχεδόν απαραίτητο συστατικό στοιχείο της συγγραφικής δραστηριότητας στη Ρωσία, αλλά και στην Ευρώπη. Για τους μελετητές, αλλά και όσους έχουν σκύψει στο έργο του μεγάλου Ρώσου, αυτές οι επιφυλλίδες, τα μικρά διηγήματα, οι ομιλίες και οι παρεμβάσεις, αποτελούν ένα ύψιστης σημασίας υλικό, μια και αντανακλούν τον τρόπο με τον οποίο ο Ντοστογέφσκι παρατηρούσε και αξιολογούσε τον κόσμο που εξελισσόταν γύρω του.
Στη Ρωσία, την εποχή του συγγραφέα, υπήρχαν μείζονα κοινωνικοπολιτικά και πολιτιστικά θέματα, όπως η παιδεία, οι σχέσεις Ρωσίας – Ευρώπης, η διαμάχη των σλαβόφιλων και των δυτικιζόντων. Τα συγκεκριμένα κείμενα αντανακλούν τις θέσεις του, ευθέως, δίχως την κάλυψη του μυθοπλαστικού μανδύα.
Στα έργα του, ο συγγραφέας χρησιμοποιούσε συχνά τους ήρωές του ως φορείς των προσωπικών του απόψεων. Εδώ ωστόσο, στο «Ημερολόγιο του συγγραφέα», δεν υπάρχει περσόνα, δεν υπάρχει επινόηση. Ο Ντοστογέφσκι «μιλάει» με την υπογραφή του, καταθέτοντας άμεσα τις απόψεις του και «ενοχλώντας» τους πάσης φύσεως αντιπάλους του, οι οποίοι παρεμπιπτόντως δεν ήταν και λίγοι.
Ενα πρώτο ενδιαφέρον ερώτημα που θα έχει κάποιος μελετητής ή τακτικός αναγνώστης του Ντοστογέφσκι είναι ποιες –αν υπάρχουν –στυλιστικές διαφορές προκύπτουν ανάμεσα στον συγγραφέα και τον «δημοσιογράφο». Εδώ παρατηρούμε κάτι πολύ ενδιαφέρον. Είναι γνωστό ότι ο Ντοστογέφσκι κατηγορήθηκε ότι έγραφε ασθματικά, βιαστικά, ακόμη και σε «κακά ρωσικά». Ο τρόπος ζωής του, τα οικονομικά του προβλήματα, τα χρέη, οι υποχρεώσεις προς τους συγγενείς του και το καζίνο τον υποχρέωναν σε ιλιγγιώδεις ρυθμούς συγγραφής (θυμηθείτε, έγραψε τον «Παίκτη» σε… 26 μέρες), με αποτέλεσμα συνήθως να μη ρίχνει ούτε δεύτερη ματιά στα γραπτά του. Στα δημοσιογραφικά του κείμενα η διαφορά είναι ότι παρ’ όλο που διατηρείται αυτή η αίσθηση του «επείγοντος», το στυλ, λόγω περιεχομένου, μπορεί να αλλάζει από σελίδα σε σελίδα.
Μια άλλη «χρήση» των κειμένων αυτών ήταν εκείνη του «αμυντικού μηχανισμού». Ο Ντοστογέφσκι έβρισκε εδώ την ευκαιρία να απαντά σε αρνητικές κριτικές για το λογοτεχνικό έργο του. Είναι γνωστό ότι ο συγγραφέας αντιδρούσε πολύ έντονα στην κριτική, αυτός άλλωστε ήταν ο λόγος που ήρθε σε ρήξη με τον μεγάλο ρώσο κριτικό της λογοτεχνίας Μπελίνσκι, αλλά και πολλούς άλλους ομότεχνούς του. Υποφέροντας από ένα αίσθημα μειονεξίας, λόγω εμφάνισης, θεωρούσε συχνά πως διάφοροι «κύκλοι» συνωμοτούσαν με σκοπό να τον «εξοντώσουν» λογοτεχνικά. «Το ημερολόγιο του συγγραφέα», αλλά και οι προηγούμενες συνεργασίες του με περιοδικά, του προσέφεραν ένα δημόσιο βήμα υπεράσπισης των έργων και των απόψεών του. Ως γνωστόν, ο συγγραφέας μετά την επιστροφή του από την εξορία προσχώρησε στο συντηρητικό πολιτικό στρατόπεδο ερχόμενος σε ρήξη με το σύνολο σχεδόν των εκπροσώπων της ρωσικής προοδευτικής διανόησης του 19ου αιώνα (Τουργκένιεφ, Χέρτσεν, Τσερνισέφσκι κ.ά.).
Ηέκδοση αυτή περιλαμβάνει κείμενα που αρχικά δημοσιεύτηκαν ως ξεχωριστά κεφάλαια στο περιοδικό «Πολίτης», του οποίου εκείνη την εποχή ο συγγραφέας ήταν διευθυντής σύνταξης, ενός είδους «περιοδικού μέσα στο περιοδικό». Το 1874, μετά από συνεχείς διώξεις της επιτροπής Λογοκρισίας, ο Ντοστογέφσκι αναγκάστηκε να παραιτηθεί από τη θέση του. Το δεύτερο μέρος περιλαμβάνει τις πρώτες καταγραφές από το «Ημερολόγιο του συγγραφέα», το οποίο υπήρξε ένα αυτόνομο προσωπικό του βήμα ώστε ο Ντοστογέφσκι να είναι σε θέση να συνδιαλέγεται ελεύθερα με τον αναγνώστη για μια πληθώρα θεμάτων. Πρόκειται για ένα είδος «τετραδίου του συγγραφέα», ένα «δημιουργικό εργαστήριο», το οποίο θα χρησιμοποιούσε εν είδει δοκιμαστικού σωλήνα, πειραματιζόμενος με τις ιδέες που θα αποτελούσαν πρώτη ύλη για τα μελλοντικά του μυθιστορήματα.
Ας επιχειρήσουμε λοιπόν ένα υποθετικό άλμα στο τώρα. Ποιες λ.χ. θα ήταν οι απόψεις του Φ. Ντοστογέφσκι σχετικά με το φλέγον θέμα του γκλομπαλισμού σήμερα;
Ο Φιοντόρ Ντοστογέφσκι, ως πολιτικός, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί βαθιά συντηρητικός, ακόμη και για την εποχή του. Αντιμετώπιζε την Ευρώπη εχθρικά, με την πεποίθηση ότι ήταν δείγμα ενός παρεφθαρμένου και ετοιμοθάνατου πολιτισμού. Πίστευε, αντίθετα, στην οικουμενικότητα του ρωσικού πολιτισμού και θεωρούσε ότι αυτός θα μπορούσε να στρέψει τον λαό στην ηθική αναγέννηση, με το παράδειγμα της πίστης στην Ορθοδοξία.
Επιπλέον, ήταν ιδεολόγος και μαχόμενος υποστηρικτής του Πανσλαβισμού, της ένωσης δηλαδή όλων των σλαβικών λαών της Ευρώπης σε ενιαίο κράτος, υπό την εποπτεία της ηγέτιδας Ρωσίας και έδινε μεγάλη σημασία στην κοινή γλωσσική καταγωγή, κυρίως δε στην κοινή ορθόδοξη πίστη. Ο Πανσλαβισμός, ως κυρίαρχη ιδεολογία στις τάξεις των ακραίων σλαβόφιλων, αλληλέγγυων προς τους σλαβικούς λαούς, με τη δύναμή του ως ισχυρού πνευματικού κινήματος επηρέασε και επηρεάζει την πολιτική και κατ’ επέκταση την Ιστορία της Ρωσίας.
Ο Φιοντόρ Ντοστογέφσκι υποστήριξε δημόσια με θέρμη τον εναγκαλισμό και την ανάγκη ενίσχυσης των κινημάτων ανεξαρτησίας των Σλάβων των Βαλκανίων, προτρέποντας τους συμπατριώτες του σε εθελοντική συμμετοχή σε εράνους και σε εκστρατευτικά σώματα στη Σερβία και στη Βουλγαρία. Αγωνιζόταν ακόμη σθεναρά για την απελευθέρωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους και τη διαμόρφωση της πόλης σε κέντρο μιας ενιαίας ελληνορωσικής ομοσπονδίας, όπου θα μεταφερόταν και η πρωτεύουσα της ρωσικής ομοσπονδίας.
Μετά τις επιτυχίες του ρωσικού στρατού στους Κριμαϊκούς πολέμους (1853-1856) πρότεινε τη βίαιη απομάκρυνση τον Τατάρων της Κριμαίας, με το σκοπό να δημιουργηθεί ένα τμήμα της ρωσικής αυτοκρατορίας με εθνική ομοιογένεια και να χρησιμοποιηθεί ως προπομπός για την επέκτασή της στις θερμές θάλασσες της Μεσογείου, λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «η πίστη, στην πραγματικότητα, δεν πηγάζει από το θαύμα, αλλά το θαύμα από την πίστη».
Αναμφίβολα, σήμερα ο Ντοστογέφσκι θα ήταν διαπρύσιος πολέμιος κάθε σκέψης περί παγκοσμιοποίησης και δεν είναι τυχαίο ότι στους σημερινούς κύκλους της ρωσικής ελίτ οι ιδέες και τα αποσπάσματα από τα έργα του, την αλληλογραφία και το «Ημερολόγιο του συγγραφέα» είναι ενεργά εργαλεία για τη διαμόρφωση της νέας κρατικής ιδεολογίας της μετακομμουνιστικής Ρωσίας, η οποία μοιάζει, όπως πάντα, να ακολουθεί έναν δικό της ιδιαίτερο δρόμο σε έναν κόσμο που είναι μάλλον αμφίβολο εάν «θα τον σώσει η ομορφιά».
Ο κ. Αλέξης Σταμάτης είναι συγγραφέας.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ