Στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, οι στρατηγικοί αναλυτές ρωτούσαν «πόση πυρηνική ισχύς είναι αρκετή» για να διασφαλιστεί η αποτροπή και η ασφάλεια του έθνους. Οι υπεύθυνοι σχεδιασμού στην Πιονγκγιάνγκ μπορεί να κάνουν τώρα την ίδια ερώτηση.
Σε τελική ανάλυση, η δραματική εκτόξευση από τη Βόρεια Κορέα του νέου διηπειρωτικού πυραύλου μεγάλης εμβέλειας Hwasong-15 είναι στα μάτια κάποιων αναλυτών απόδειξη ότι το καθεστώς του Κιμ Γιονγκ Ουν είναι πλέον ικανό να χτυπήσει τόσο μακριά όσο η Ουάσιγκτον ή η Νέα Υόρκη.
Μετά από έξι πυρηνικές δοκιμές από το 2003 και περισσότερες από 20 εκτοξεύσεις πυραύλων το 2017, έχει φτάσει ο Βορράς στο σημείο όπου η στρατιωτική του πρόοδος του έχει δώσει έναν de facto πυρηνικό αποτρεπτικό παράγοντα τόσο αξιόπιστο ώστε να αποθαρρύνει τις ΗΠΑ να επιτεθούν στη Βόρεια Κορέα;
Το ερώτημα δεν είναι ρητορικό.
Εάν η Πιονγκγιάνγκ αισθάνεται ασφαλής (και οι ηγέτες του Βορρά ισχυρίζονται ότι τα πυρηνικά και τα άλλα όπλα μαζικής καταστροφής είναι καθαρά αμυντικά) τότε πιθανώς ο Κιμ Γιονγκ Ουν θα μπορέσει να διαπραγματευθεί από μια θέση ισχύος με τις ΗΠΑ για να εξασφαλίσει μια χαλάρωση των οικονομικών και πολιτικών κυρώσεων.
Τέτοιες συνομιλίες θα επιτρέψουν στον Κιμ να υλοποιήσει τις δίδυμες στρατηγικές του προτεραιότητες: τον εκσυγχρονισμό του στρατού και τη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη, ενισχύοντας τη νομιμότητα της ηγεσίας του στα μάτια του ταλαιπωρημένου λαού του.
Οι επίσημες δηλώσεις της Βόρειας Κορέας που συνοδεύουν την εκτόξευση των πυραύλων υποδηλώνουν ότι η τελευταία δοκιμή είναι το αποκορύφωμα μιας μακροπρόθεσμης τεχνολογικής αποστολής –σύμφωνα με τα λόγια του Κιμ Γιονγκ Ουν, ήταν «μια σημαντική ημέρα, όπου επιτεύχθηκε ο ιστορικός στόχος για την ολοκλήρωση της πυρηνικής δύναμης του κράτους». Αλλά αυτή η πρόκληση –άλλη μια επιβεβαίωση της αυξανόμενης τεχνολογικής προόδου του Βορρά –είναι πιθανότατα ένα προοίμιο για περαιτέρω δοκιμές.
Ενώ οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους ανησυχούν ότι η Βόρεια Κορέα φτάνει πιο κοντά στην ημερομηνία που θα μπορεί να τοποθετήσει μια πυρηνική κεφαλή σε έναν διηπειρωτικό βαλλιστικό πύραυλο και να τον εκτοξεύσει με έναν βαθμό ακρίβειας σε μια πόλη των ΗΠΑ, τα στοιχεία δείχνουν ότι ο Κιμ είναι ακόμη ένα ή δύο χρόνια μακριά από την επίτευξη αυτού του στόχου.
Ως εκ τούτου, θα πρέπει να περιμένουμε και άλλες παρόμοιες δοκιμές πυραύλων μεγάλης εμβέλειας. Περισσότερες δοκιμές ενισχύουν την αποφασιστικότητα στο εσωτερικό και αποδεικνύουν την ικανότητα της χώρας να αντέξει απέναντι στις απειλές των ΗΠΑ.
Η αφήγηση της Πιονγκγιάνγκ για αντίσταση ενάντια στον αμερικανό ιμπεριαλιστή είναι μια απλή, αν όχι απλοϊκή επανάληψη του μύθου του Δαβίδ και του Γολιάθ, στον οποίο ο Βορράς απεικονίζεται ως ένα γενναίο και ανθεκτικό μικρό κράτος που ορθώνει θαρραλέα ανάστημα απέναντι σε έναν διεθνή φονιά.
Τα απρόσεκτα tweets του Tραμπ και οι δημόσιες απειλές χρησιμεύουν μόνο για να ενισχύσουν αυτή την αφήγηση.
Προς το παρόν, δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι ο Βορράς επιθυμεί να συμμετάσχει σε ουσιαστικό διάλογο με τις ΗΠΑ. Ούτε δείχνει κάποια προθυμία να ανταποκριθεί στην πρωτοβουλία για «διπλό πάγωμα» που πρότεινε τόσο η Κίνα όσο και η Ρωσία: σύμφωνα με αυτή την πρόταση, ο Βορράς θα πάγωνε τις δοκιμές με αντάλλαγμα το πάγωμα των κοινών στρατιωτικών ασκήσεων ΗΠΑ – Νότιας Κορέας.
Η περιοχή παίρνει κάποια, πολύ περιορισμένη, ανάσα από τα σημάδια μερικής αυτοσυγκράτησης της Πιονγκγιάνγκ. Η τελευταία δοκιμή είναι η πρώτη από τις 15 Σεπτεμβρίου και ως εκ τούτου σηματοδοτεί το τέλος δυόμισι μηνών σχετικής ηρεμίας στη χερσόνησο.
Φαίνεται επίσης πως υπάρχει μια μέθοδος και μια συνοχή στην προσέγγιση του Κιμ. Μέχρι στιγμής, έχει αποφύγει προκλήσεις πέρα από την κόκκινη γραμμή, όπως οι εκτοξεύσεις πυραύλων στο Γκουάμ ή στη Χαβάη. Αλλά πόσο καιρό θα διαρκέσει αυτή η αυτοσυγκράτηση;
Μια ακόμα πυρηνική δοκιμή παραμένει πιθανή, όπως και άλλες προκλήσεις χαμηλού επιπέδου: επιθετικότητα στον κυβερνοχώρο με στόχο τη διοίκηση ελέγχου των ΗΠΑ και της Νότιας Κορέας ή μια θαλάσσια σύγκρουση στα δυτικά της χερσονήσου, που θα μπορούσε να προκαλέσει μια συμβατική αλλά αναμφισβήτητα σκληρή αντίδραση από τις ΗΠΑ και τη Νότια Κορέα.
Αυτό, με τη σειρά του, θα μπορούσε να παρερμηνευθεί από τον Βορρά ως προοίμιο για πιο ουσιαστική στρατιωτική δράση και να αυξήσει τον κίνδυνο μια χαμηλού επιπέδου σύγκρουση να κλιμακωθεί σε κάτι πολύ μεγαλύτερο και αμοιβαία καταστροφικό.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, όπως και στις δοκιμές, το ζήτημα της επάρκειας παραμένει πρωταρχικής σημασίας.
Αυτό που ο ένας θεωρεί ως το ελάχιστο για την προστασία των συμφερόντων του και μια προειδοποίηση προς τον αντίπαλο, ο άλλος μπορεί εύκολα να το δει ως μια σκόπιμη πρόκληση. Τέτοιες ενέργειες μπορεί να είναι αρκετές για να ανατρέψουν την ισορροπία από τη σταθερότητα και την προβλεψιμότητα στην αβεβαιότητα και την κλιμάκωση, με δυνητικά καταστροφικές συνέπειες.

HeliosPlus