Θα ήταν τέλη του 1996 ή αρχές του 1997, αν δεν μας απατά η μνήμη, όταν ο αείμνηστος Νίκος Θέμελης – εξαίρετη πνευματική και πολιτική προσωπικότητα – τότε διευθυντής του πρωθυπουργικού γραφείου και στενός συνεργάτης του Κώστα Σημίτη, μας επισήμαινε αγωνιωδώς την ανάγκη διαφάνειας στις μεγάλες οικονομικές υποθέσεις και δη τις εξοπλιστικές του υπουργείου Άμυνας.
Εκείνη την εποχή ο Σημίτης είχε κερδίσει το συνέδριο του ΠαΣοΚ έχοντας απέναντί του τον Άκη Τσοχατζόπουλο, είχε επικρατήσει του Μιλτιάδη Έβερτ στις εκλογές του Σεπτεμβρίου, η εξουσία του είχε εδραιωθεί και οι συμβιβασμοί επίσης είχαν επιβληθεί.
Παρ’ ότι νικητής αποδέχτηκε ή καλύτερα «πάρκαρε» τον αντίπαλο και συνυπoψήφιό του Άκη Τσοχατζόπουλο στο υπουργείο Άμυνας, θεωρώντας λανθασμένα ότι απαλλάσσεται από εκείνον.
Δεν αξιολόγησε επαρκώς την κρισιμότητα του συγκεκριμένου υπουργείου, ούτε βάρυνε στην επιλογή του η οδυνηρή για εκείνον εμπειρία των Ιμίων.
Όλοι θυμούνται ότι υπό το βάρος εκείνων των γεγονότων και της αναδειχθείσης εξ αυτών τουρκικής απειλής αναπτύχθηκε τότε κίνημα υπέρ των εξοπλισμών.
Η ηγεσία της αντιπολιτευόμενης τότε Νέας Δημοκρατίας υπερθεμάτιζε, οι στρατιωτικοί επίσης έκρουαν τον κώδωνα του κινδύνου, οι εμπειρογνώμονες αντιστοίχως και οι έμποροι όπλων έτριβαν τα χέρια τους.
Τότε λοιπόν που άρχισε να συζητείται το θηριώδες υπερδεκαετές εξοπλιστικό πρόγραμμα και ο Άκης Τσοχατζόπουλος εκτίμησε ότι θα έχει την ευκαιρία να κερδίσει τους απαιτούμενους πόρους προκειμένου να πάρει κάποια στιγμή τη ρεβάνς από τον Κώστα Σημίτη, ο Νίκος Θέμελης θερμοπαρακαλούσε παρασκηνιακώς δημοσιογράφους, αναλυτές και διανοούμενους να απαιτήσουν διαφάνεια στο υπουργείο Άμυνας.
Υποπτευόταν προφανώς το προετοιμαζόμενο πάρτυ και προσπαθούσε εναγωνίως να συγκροτήσει κάποια αναχώματα ελέγχου των εξοπλιστικών υπερδαπανών και των προμηθειών που τότε θεωρούνταν δεδομένες.
Υπήρξαν είναι αλήθεια σχετικά δημοσιεύματα και αναφορές, αλλά ήταν το κύμα υπέρ των εξοπλισμών ήταν τέτοιο που ουδέν απέφεραν.
Το υπουργείο Άμυνας έμεινε στο απυρόβλητο και ο Άκης Τσοχατζόπουλος προστατευμένος από το απόρρητο του στρατεύματος.
Τη συνέχεια τη γνωρίζουμε όλοι. Οι υπερεξοπλισμοί καταχρέωσαν και διέφθειραν σε βαθμό κακουργήματος τη χώρα ολάκερη.
Γι’ αυτό όταν με την έλευση της μεγάλης οικονομικής κρίσης αποκαλύφθηκε το έγκλημα το πληγωμένο πολιτικό σύστημα θέλησε να ασφαλιστεί έναντι μελλοντικών κινδύνων. Έτσι επιβλήθηκε και καλύφθηκε δια νόμου το 2011 η απαγόρευση εμπλοκής μεσαζόντων στις αγοραπωλησίες όπλων.
Κάτι που η παρούσα κυβέρνηση θέλησε αποδεδειγμένα να παρακάμψει.
Αυτό είναι το μείζον γεγονός που προκαλεί την έντονη αντίδραση του Τύπου και τον σκανδαλισμό της κοινωνίας, επί του οποίου δεν δόθηκαν απαντήσεις παρά προεβλήθη ο υποτιθέμενος ανταγωνισμός μεσαζόντων, προκειμένου να βγουν από τη δύσκολη θέση οι κ.Τσίπρας και Καμμένος.
Αυτή είναι η αλήθεια, η οποία κακοποιείται με συνεχείς, άστοχες, γενικευμένες και αναίτιες επιθέσεις εναντίον εφημερίδων και μέσων ενημέρωσης.
Είναι οι μεσάζοντες και οι μίζες που προθυμοποιούνται να διακινήσουν το πρόβλημα κύριοι της κυβέρνησης και όχι οι εφημερίδες.