Η επιθυμία για αγάπη, συντροφικότητα και οικειότητα είναι φυσική για όλους και έτσι το αντιλαμβανόμαστε.
Δυστυχώς όμως για τα άτομα με σωματικές και κυρίως με πνευματικές αναπηρίες, η ίδια η κοινωνία βάζει φραγμούς στην έκφραση και διερεύνηση της σεξουαλικότητά τους όταν, αυτή είναι συνδεδεμένη με το πρότυπο του ελκυστικά, δραστήριου και δυναμικού νέου ανθρώπου. Είναι επομένως εύκολο για τα άτομα με αναπηρίες να επηρεάζονται από αυτούς τους μύθους πιστεύοντας έτσι ότι δεν έχουν δικαίωμα στη σεξουαλική ζωή, κάτι που δεν είναι αλήθεια μιας και η σεξουαλικότητα είναι ένα βασικό κομμάτι της ανθρώπινης φύσης και τα άτομα με αναπηρίες αντιμετωπίζουν το ίδιο φάσμα σεξουαλικών σκέψεων, συναισθημάτων και επιθυμιών όπως και ο καθένας.
Μύθοι όπως ότι τα άτομα με αναπηρίες δεν χρειάζονται να έχουν σεξουαλική ζωή, ότι δεν μπορούν να κολλήσουν κάποιο σεξουαλικά μεταδιδόμενο νόσημα, ότι οι γυναίκες και οι άνδρες με αναπηρίες δεν είναι ελκυστικοί ή ότι δεν χρειάζονται σεξουαλική διαπαιδαγώγηση. Μυθοπλασίες που συντηρούνται και αναπαράγονται από μια κοινωνία που εθελοτυφλεί και δυσκολεύεται να αποδεχτεί μια πραγματικότητα και επειδή μας αρέσει να μιλάμε για την ισότητα όλων: μόνο 5% μη αναπήρων έχει ζητήσει ή έχει βγει ραντεβού με γυναίκα ή άνδρα με αναπηρία.
Οι ευκαιρίες για ανάπτυξη της σεξουαλικότητας μεταξύ ατόμων με αναπηρίες, ιδίως των νέων, είναι πολύ περιορισμένες. Συχνά υπάρχει έλλειψη προστασίας της ιδιωτικής ζωής και είναι πολύ πιο πιθανό από τους άλλους νέους να υποστούν μια αρνητική αντίδραση από έναν ενήλικα αν ανακαλυφθεί. Η γενική μείωση των επιλογών ζωής έχει επίσης αντίκτυπο στην αυτοεκτίμηση η οποία με τη σειρά της επηρεάζει τη σεξουαλικότητα.
Ειδικότερα για τα άτομα με νοητική αναπηρία, η κοινωνία συχνά θεωρεί ότι τα άτομα αυτά δεν έχουν κανένα δικαίωμα να επιδιώξουν κοινωνικές και σεξουαλικές σχέσεις. Θεωρούνται μερικές φορές ως σεξουαλικά αποκλίνοντα άτομα επειδή ενδέχεται να εμφανίζουν κοινωνικά ανάρμοστη σεξουαλική συμπεριφορά. Να δυσκολεύονταινα διακρίνουν μεταξύ δημόσιων και ιδιωτικών συμπεριφορών.Δυστυχώς στα άτομα με νοητική αναπηρία, η πιθανότητα σεξουαλικής εκμετάλλευσης, βίας και κακοποίησης αναφέρεται ως σημαντικά υψηλότερα σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό και ιδιαίτερα για όσους διαμένουν σε ιδρυματικού τύπου κλειστές δομές. Τα παιδιά και οι νέοι με αναπηρίες διατρέχουν κίνδυνο σεξουαλικής εκμετάλλευσης κατά τους ίδιους τρόπους με τα άλλα παιδιά και επίσης διατρέχουν επιπλέον κίνδυνο εξαιτίας των ιδιαίτερων αναγκών και χαρακτηριστικών τους.
Το Συμβούλιο της Ευρώπης, σε συνέχεια της Στρατηγικής 2017-20123, έχει τοποθετήσει υψηλά στον δημόσιο διάλογο τον σχεδιασμό πολιτικών για την προστασία των ατόμων με αναπηρία ως θύματα φαινομένων βίας και σεξουαλικής κακοποίησης. Κίνδυνος που είναι μεγαλύτερος για τις γυναίκες ΑμεΑ που διαμένουν σε κλειστούς χώρους φιλοξενίας και που βιώνουν την κοινωνική περιθωριοποίηση. Απλά αξίζει να αναφερθεί ότι, οι γυναίκες με αναπηρία δεν ταιριάζουν με το πρότυπο που προωθείται στα μέσα ενημέρωσης περιορίζοντας το δικαίωμά τους στη σεξουαλικότητα. Πολύ απλά, οι γυναίκες με αναπηρία είναι «αόρατες» για τα ΜΜΕ.
Παρόλο που πλέον, η πολιτεία και η ίδια η κοινωνία αντιμετωπίζει το θέμα της αναπηρίας υπό το πρίσμα του κοινωνικού μοντέλου αλλά και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δυστυχώς, το θέμα της σεξουαλικότητας, δεν έχει αποτελέσει θέμα ευρείας συζήτησης και αναφοράς, από ειδικούς, δημόσιες αρχές, φορείς κλπ., βάζοντάς το στο περιθώριο της ατζέντας, προκρίνοντας πάντα θέματα περισσότερο πρακτικά, όπως η απασχόληση, η εκπαίδευση, κλπ. Μη αντιλαμβανόμενοι, ότι η σεξουαλικότητα αποτελεί μια ανάγκη και όχι μια εξαίρεση, σε μια κοινωνία που αλλάζει, και όπου οι κοινωνικές δυναμικές μπορούν να διαμορφώσουν την πολιτική -ΒιοΠολιτική- και για την αναπηρία.
O κ. Δημήτριος Π. Νικόλσκυείναι πρόεδρος της Επιτροπής για τα Δικαιώματα των Ατόμων με Αναπηρίες
του Συμβουλίου της Ευρώπης