Η χρήση των Μέσων Μαζικής Μεταφοράς (ΜΜΜ) συνεπάγεται κίνδυνο απώλειας ακοής, καθώς οι επιβάτες εκτίθενται σε επίπεδα θορύβου ανώτερα των ορίων ασφαλείας, σύμφωνα με καναδική μελέτη που δημοσιεύεται στο επιστημονικό έντυπο Journal of Otolaryngology – Head & Neck Surgery.
Ερευνητές του Πανεπιστημίου του Τορόντο, με επικεφαλής τον Δρ Βίνσεντ Λιν, χρησιμοποίησαν τα μέσα μεταφοράς του Τορόντο και πραγματοποίησαν 210 δειγματοληπτικές μετρήσεις των επιπέδων θορύβου σε Μετρό, λεωφορεία και τραμ, ενώ μετακινούνταν με αυτά, καθώς και ενώ περπατούσαν στους δρόμους και οδηγούσαν αυτοκίνητο ή ποδήλατο. Οι μετρήσεις έγιναν τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό των δημόσιων και των ιδιωτικών μέσων μεταφοράς.
Ο μέσος κάτοικος του Τορόντο, όταν χρησιμοποιούσε τα ΜΜΜ, ήταν εκτεθειμένος σε επίπεδα θορύβων που ξεπερνούσαν τα συνιστώμενα όρια κατά 9% στο Μετρό και κατά 12% στο λεωφορείο, ενώ οι ποδηλάτες κατά 14%. Τα συνιστώμενα όρια θορύβου δεν υπερβαίνονται, όταν κανείς περπατούσε στο δρόμο ή οδηγούσε αυτοκίνητο στο κέντρο της πόλης.
Σύμφωνα με τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες, οι άνθρωποι αντιμετωπίζουν κίνδυνο μερικής απώλειας ακοής, αν εκτίθενται σε θορύβους 114 ντεσιμπέλ (dBA) για περισσότερα από τέσσερα δευτερόλεπτα και 117 ντεσιμπέλ για πάνω από δύο δευτερόλεπτα.
Οι καναδοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι το 20% των πιο δυνατών θορύβων στο Μετρό ξεπερνούσαν τα 114 ντεσιμπέλ, ενώ το 20% των πιο ισχυρών θορύβων στα Τραμ ξεπερνούσαν τα 120 ντεσιμπέλ. Επίσης, το 85% των δυνατότερων θορύβων στους σταθμούς των λεωφορείων ήταν άνω των 114 ντεσιμπέλ και το 54% άνω των 120 ντεσιμπέλ. Το 85% των πιο δυνατών θορύβων στους οποίους εκτίθεντο οι ποδηλάτες στους δρόμους, υπερέβαιναν τα 120 dBA.
Οι επιστήμονες τονίζουν την ανάγκη λήψης μέτρων, όπως νέα υλικά και άλλος εξοπλισμός στα δημόσια ΜΜΜ, ώστε να γίνουν πιο αθόρυβα, ενώ καλούν όσους πολίτες έχουν ευαισθησία στα αυτιά, να χρησιμοποιούν προστατευτικά μέσα.
«Μόλις αρχίζουμε να συνειδητοποιούμε ότι η χρόνια υπερβολική έκθεση σε θορύβους οδηγεί σε σημαντική συστημική παθολογία, όπως κατάθλιψη, άγχος, αυξημένο κίνδυνο χρόνιων παθήσεων και ατυχημάτων. Οι σύντομης διάρκειας έντονοι θόρυβοι είναι πιο επικίνδυνοι από τους μεγαλύτερης διάρκειας αλλά λιγότερο δυνατούς θορύβους», εξηγεί Δρ Λιν.